Σωστά. Δείτε κι εδώ: most probable origin: from Vulgar Latin putta, variant of puta, female form of puttus, putus (“boy”).
Η ερμηνεία προϋποθέτει ότι η λέξη (πούτα) έχει μπει στη μεσαιωνική ελληνική από τα ύστερα λατινικά με την αρχική της έννοια (κορίτσι), προτού υποστεί επιδείνωση με την...