metafrasi banner

all-consuming

νομίζω τα δώσαμε όλα σε αυτό το νήμα.:):):)
An all-consuming thread...

Θα ήθελα πάντως να σημειώσω ότι, στην ελληνική χρήση, πολλοί χαρακτηρισμοί για το πάθος χρησιμοποιούνται περισσότερο σε συμφραζόμενα οικονομικής καταστροφής του κυριευμένου από το πάθος παρά για να τονίσουν ότι είναι ψυχή τε και σώματι κυριευμένος από αυτό. Νομίζω ότι, από την άποψη αυτή, βοηθάνε περισσότερο το ακόρεστο ή το ασίγαστο παρά όσα περιέχουν φάγωμα ή βορά. Το πρώτο πράγμα που θα φέρουν στο μυαλό τα τελευταία είναι ότι πούλησε το σπίτι του αφήνοντας τα παιδάκια του στον δρόμο ή ότι έδειρε τη φτωχή μανούλα του για να της αποσπάσει το υστέρημά της, κι όλα αυτά - αλίμονο! - για να ικανοποιήσει το ακόρεστο πάθος του.

Ωραία ιδέα ο οληβόρος, αλλά δεν βλέπω πώς δικαιολογείται το ήτα αν όχι για λόγους αισθητικής (άλλο είναι βέβαια να ριμάρει με το εκηβόλος και άλλο να γίνει *ολοβόρος και να έχει τέσσερα ο στη σειρά). Εξάλλου, η ιδέα αυτή θα μας οδηγούσε ευκολότερα στον *παντοβόρο, το οποίο όμως μας στέλνει κατευθείαν στον έξοχο πάμβορο. Αλλά ο πάμβορος, αν πρόκειται ποτέ να εκτελωνιστεί στη σύγχρονη γλώσσα, νομίζω ότι θα πρέπει να βάλει νερό στο κρασί του και να κατεβάσει τον τόνο, όπως όλα τα εν χρήσει σύνθετα με το -βόρος (χρονοβόρος, σαρκοβόρος, αιμοβόρος, ενεργοβόρος κτλ.).
 

pontios

Well-known member
An all-consuming thread...

Ωραία ιδέα ο οληβόρος, αλλά δεν βλέπω πώς δικαιολογείται το ήτα αν όχι για λόγους αισθητικής .

Καλήμερα από την Μελβούρνη.
Το σκέφτηκα ολημερίς και ολονυχτίς .. :) .
 

unique

Member
Το "consume" σημαίνει μεταξύ άλλων και "ανάλωση υπερβολικής προσπάθειας για την επίτευξη σκοπού". Κατά συνέπεια η έκφραση "που σε αναλώνει ολοκληρωτικά" δεν θα ήταν άστοχη. Άλλες εκφράσεις που θα ταίριαζαν: "που σε απορροφά τελείως", "που σε μονοπωλεί", "που σε παθιάζει" "που σου γίνεται έμμονη ιδέα", "που σε διεκδικεί ολοκληρωτικά". Στην πραγματικότητα δεν πιστεύω ότι έχει μεγάλη σημασία τι θα επιλέξεις αρκεί να ταιριάζει με το επάγγελμα του ηθοποιού.
 

nickel

Administrator
Staff member
Να μην ξεχάσουμε το χτικιό.

χτικιό το [xti<k>ó]: (οικ.) 1. (παρωχ.) φυματίωση. 2. (μτφ.) μεγάλη κούραση, ταλαιπωρία: Αυτή η δουλειά είναι χτικιό!
(ΛΚΝ)

Δεν είναι τυχαίο ότι η φυματίωση λέγεται στα αγγλικά και consumption. :)
 
Από το ασίγαστο και ακατανίκητο πάθος φτάσαμε στο χτικιό. Προσοχή, ενεδρεύει ο πεσιμισμός.

Unique, σωστά αυτά που λες, αλλά το κυριότερο πρόβλημά μας ήταν να βρούμε ει δυνατόν κάτι μονολεκτικό. Και ο φίλος από τη Μελβούρνη μάς παρακίνησε σε all-consuming περιπλανήσεις.
 

pontios

Well-known member
Και ο φίλος από τη Μελβούρνη μάς παρακίνησε σε all-consuming περιπλανήσεις.

.. δηλαδή σας παρακίνησα σε παναναλωτικές (η οληβόρες) περιπλανήσεις ; :):)
 
.. δηλαδή σας παρακίνησα σε παναναλωτικές (η οληβόρες) περιπλανήσεις ; :):)
Ακριβώς. Το ασίγαστο ενδιαφέρον κάποιου παρακινεί και τους άλλους. Έτσι φτάνουμε σε αυτό που μου φαίνεται συχνά να είναι το πιο ενδιαφέρον: εκείνο που δεν έχει καταγραφεί σε λεξικά, που δεν είναι καθιερωμένο. Η αίσθηση που έχει ο καθένας μας από τη χρήση μιας λέξης ή από το πόσο αποδεκτός μπορεί να είναι κάποιος νεολογισμός. Η συλλογική επεξεργασία προσωπικών εμπειριών.

Μόλις έμαθα μέσω Γκουγκλ τι ώρα είναι στη Μελβούρνη. Καλημέρα για σένα και καληνύχτα από εμένα.
 

pontios

Well-known member
Καληνύχτα σε εσάς.

Πόντος το Αγγλικό λεξιλόγιο και φρασεολόγιο συνεχώς επεκτείνετε ... και κάθε τόσο νομίζω θα πρέπει να ακολουθήσει και το Ελληνικό... ίσως όχι στο All Consuming.

Το έναυσμα - θα χρειαστεί κάποιος με κύρος και δημοσία παρουσία να αρχίσει να χρησιμοποιήσει ορισμένες νεοσύστατες Ελληνικές λέξεις (η φράσεις) παρμένες από τους Αγγλοσάξονες που κρίνονται σημαντικές, - και να τις προσφέρει ταχτικά είτε προφορικώς η γραπτώς στο κοινό.

Μερικές από αυτές - οι ποιο βιώσιμες (και η ανταπόκριση του κοινού θα τις αναδείξει ποιες είναι) - ίσως τύχει να βρεθούν τελικά στο Ελληνικό λεξικό.
 

daeman

Administrator
Staff member
Να σπείρω κι εγώ κανένα σποράκι εδώ, μήπως φυτρώσει τίποτα χρήσιμο, μήπως γίνει καμιά διασταύρωση, κανένα μπόλιασμα, σ' αυτό το νήμα που μας αναλώνει μέρες τώρα. Όχι γιατί δεν έπεσαν καλές προτάσεις στο τραπέζι στο χώμα, αλλά να μη σπείρω κι εγώ κανένα ζιζάνιο, σαν καλός κακός άξιος δαίμων;

Συναρπάζομαι, αφιερώνομαι, αποδύομαι. Αυτά με τριβελίζουν από τότε που ξεκίνησε το νήμα και περιφραστικά ή με αλλαγή της σύνταξης κάτι βγάζουν. Αλλά δεν ξέρω πώς γίνεται (αν γίνεται) απ' αυτά να προκύψουν κατάλληλα επίθετα που να δηλώνουν ότι ο λέγων συναρπάζεται από, αφιερώνεται ή αποδύεται στη δουλειά του ηθοποιού, στη συγκεκριμένη περίπτωση.

ΛΚΝ:
συναρπάζω [sinarpázo] -ομαι P2.1 : φέρνω κπ. σε κατάσταση μεγάλου ενθουσιασμού ή συγκίνησης, τον γοητεύω τόσο, ώστε όλη η προσοχή και το ενδιαφέρον του να είναι απόλυτα στραμμένα στο θέαμα, στο ακρόαμα ή στο ανάγνωσμα που του προσφέρεται: Συναρπάζει τα πλήθη με τη δύναμη του λόγου του. Tο επιβλητικό θέαμα του Oλύμπου συναρπάζει τους ταξιδιώτες. Tο κοινό συναρπάζεται από τη μαγεία της θεατρικής παράστασης. [λόγ. < αρχ. συναρπάζω]

αφιερώνω [afieróno] -ομαι P1 : δίνω, προσφέρω κτ. σε κπ. ή σε κτ. που θεωρώ ιερό, ιδανικό, υψηλό. 1. δίνω, προσφέρω κτ. στο Θεό κτλ. σε ένδειξη ευγνωμοσύνης και αγάπης: ~ μια εικόνα στην Παναγία. 2. διαθέτω, καταναλώνω κτ. εξ ολοκλήρου και αποκλειστικά για να υπηρετήσω κπ. ή κτ.: ~ όλες μου τις δυνάμεις / τις προσπάθειες σε ένα σκοπό. Aφιέρωσε τη ζωή του στον αγώνα για ελευθερία / στην πατρίδα. || διαθέτω: ~ τον ελεύθερο χρόνο μου στα σπορ. || Tο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αφιερώνεται στην ιστορική ανασκόπηση του προβλήματος. Aφιερώνομαι σε κτ. ή σε κπ., αφιερώνω τον εαυτό μου: Aφιερώθηκε στο Θεό. 3. (συνήθ. για βιβλίο κτλ.) προσφέρω κτ. σε κπ. για να τον τιμήσω: ~ το βιβλίο μου στη μνήμη του δασκάλου μου / στο δάσκαλό μου. [λόγ. < ελνστ. ἀφιερ(ῶ) -ώνω & σημδ. γαλλ. consacrer]

ΛΝΕΓ:
[FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]απ[/FONT][/FONT]ο[FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]δύ[/FONT][/FONT]ο[FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]μα[/FONT][/FONT]ι ρ. μετβ. αποθ. {αποδύθηκα, λόγ. μτχ. αποδυθείς -είσα, -έν} αφιερώνομαι με πάθος (σε δραστηριότητα): [FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]το σωστικό συνεργείο αποδύθηκε σε γενναία προσπάθεια για τον εντοπισμό επιζώντων [/FONT][/FONT]ΣΥΝ. μάχομαι, τα δίνω όλα. —απόδυση (η) [μτγν.]. ΣΧΟΛΙΟ λ. [FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]απεκδύομαι, αποθετικός [/FONT][/FONT][ΕΤΥΜ. αρχ., αρχική σημ. γδύνομαι, αποβάλλω από πάνω μου, [FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]<[/FONT][/FONT][FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]άπο- + δύομαι [/FONT][/FONT]εισέρχομαι, βλ. κ. δύω].
απ[FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]οδύομ[/FONT][/FONT]αι [FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]σε | σ[/FONT][/FONT]τ[FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]ο[/FONT][/FONT]ν α[FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]γών[/FONT][/FONT]α[FONT=TimesNewRoman,Bold][FONT=TimesNewRoman,Bold]. [/FONT][/FONT]Το [FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]αποδύομαι, [/FONT][/FONT]ήδη στον Όμηρο, σήμαινε ξεντύνομαι, βγάζω τα ρούχα μου, με αντίθετο το ενδύομαι (από όπου τα [FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]ενδύματα). [/FONT][/FONT]Από φράσεις όπως [FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]αποδύομαι εις την παλαίστραν [/FONT][/FONT]ή [FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]εις το γυμνάσιον, [/FONT][/FONT]που λέγονταν για αθλητές που έβγαζαν τα ρούχα τους ετοιμαζόμενοι για αθλητικούς αγώνες πλάστηκε η φράση [FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]αποδύομαι σε | στον αγώνα [/FONT][/FONT]με τη σημ. αναλαμβάνω αγώνα, μπαίνω στον αγώνα, αγωνίζομαι με όλες τις δυνάμεις μου για κάτι (κυριολεκτικά και μεταφορικά: [FONT=TimesNewRoman,Italic][FONT=TimesNewRoman,Italic]Οι δύο πολυεθνικές αποδύθηκαν σε έναν σκληρό αγώνα για την κατάκτηση των νέων αγορών τής Α. Ευρώπης.[/FONT][/FONT]

Ελπίζω ο όψιμος καρπός της ολιγωρίας μου για την *οληβορία να μην καταδικαστεί ως καλλιέργεια μωρίας.
 

pontios

Well-known member
Καλημέρα Daeman

Το οληβόρος και παναναλωτικός ήταν για διασκεδαστικούς λόγους
άλλα και για να ρίξουν έστω και ένα τεχνητό φως στην έννοια που τελικά σκοπεύομαι.
H ανάλωση και το βόρος εδώ βεβάια πρέπει να περιλαμβάνει και την σκέψη, χρόνο,ενεργεία
- να θυμηθούμε ότι δεν μιλάμε μόνο για ύλη στο All Consuming.

Νομίζω δυο λέξεις που διάλεξες - αφιερώνομαι και αποδύομαι - είναι καλές και οι ποιο κατάλληλες, επειδή δεν νομίζω ότι θα βρεθεί μια λέξη πού σημαίνει ακριβώς All Consuming .. και ίσως χρειάζεται να προσεγγίσουμε το πρόβλημα από την αντίθετη κατεύθυνση (έτσι όπως έκανες εδώ) δηλαδή όχι από το τι αναλώνει το All Consuming άλλα από το τι απαιτεί από εμάς.
Δηλαδή διαλέξαμε ένα δύσκολο επάγγελμα που απαιτεί την πλήρη αφιέρωση (δηλαδή συνεπάγεται σκέψη, πνεύμα, , χρόνο, την ενέργεια μας κτλ) για να το πετύχουμε.

Πρέπει να συμβιβαστούμε σε αυτό - και είναι νομίζω ικανοποιητικό.

Το συναρπάζω είναι σαν να μην απαιτείτε ο κόπος .. μας δελεάζει, μας αρπάζει και μας παίρνει.
Βρήκα ωραία παρέα, μαθαίνω κάτι μαζί σας άλλα ελπίζω να μην τα παρατραβάω τα νήματα.
Είναι σαν να πηγαίνω σε Ελληνικό σχολείο, για πρώτη φορά (ήρθα στην Αυστραλία πέντε χρονόν). Με εντυπωσιάζετε με τα Αγγλικά σας, μπράβο ! :)
 

unique

Member
Ουσιαστικά πρόκειται για μια ποιητική μεταφορά του "demanding job" που προσθέτει και την έννοια του πάθους. Κάτι σαν "παραναλωματική".
 
Top