Πάλι καλά που το απαγόρευσαν. Στο δικό μου μυαλό, μεταναστεύω σημαίνει ότι θέλω να πάω σε μια ξένη χώρα και να ασπαστώ την κουλτούρα και τους νόμους της. Αλλιώς ποιο το νόημα. Πάντα μου την έδινε που στην Αγγλία π.χ. έβλεπα τους Έλληνες φοιτητές να συναναστρέφονται μόνο Έλληνες και να θέλουν να τα κάνουν όλα Ελληνικά. Μα ποιο το νόημα;
Συγγνώμη Αμβρόσιε, αλλά εσύ δε έλεγες πρόσφατα οτι οφείλουμε να δεχτούμε τους μετανάστες με ανοιχτές αγκάλες γιατί είναι φτωχοί, κακόμοιροι, πεινασμένοι κλπ και να μην επιχειρούμε να τους κάνουμε Έλληνες με το ζόρι; Όταν όμως δεν θέλουν να προσαρμοστούν στα δικά μας τι κάνουμε;
Και έστω ότι το ντύσιμο είναι ζήτημα προσωπικής επιλογής, η οπλοφορία σε κοινωνία που δεν ανέχεται την οπλοφορία τι είναι; Δεν είναι παράβαση του σχετικού νόμου; Στο κάτω κάτω, αν αυτός θέλει να κουβαλάει χατζάρα, μπορεί κι εγώ να επικαλεστώ κρητική καταγωγή (απ' τα Ζωνιανά
) και να κουβαλάω πολυβόλο, και καταργούμε το νόμο ή δημιουργούμε κοινωνία που κάποιοι οπλοφορούν πιο εύκολα από κάποιους άλλους. Και δεν έχει σημασία αν δεν κάνουν χρήση του όπλου.
Ένα μεγάλο μέρος του προβλήματος, που δεν τολμάει κανένας να θίξει, είναι ότι οι πιο πολλοί μετανάστες ανήκουν στα κατώτερα κοινωνικά στρώματα της χώρας καταγωγής τους και έχουν το αντίστοιχο χαμηλό μορφωτικό επίπεδο. Κι αυτό κάνει δύσκολη την προσαρμογή γιατί η ενστικτώδης αντίδραση στο άγνωστο είναι η αποφυγή του.
Η θείτσα από το αραβικό χωριό που δεν έχει δείξει ποτέ το πρόσωπό της και δεν έχει βγει ποτέ από το σπίτι μόνη μετά βίας θα προσαρμοζόταν στην αραβική πόλη που οι γυναίκες φοράνε μαντήλι και κυκλοφορούν μόνες τους. Μεταφυτεύεται σε μια κοινωνία που οι γυναίκες κάνουν ό,τι θέλουν και παθαίνει τραλαλά (επιστημονική η ορολογία μου σήμερα
!). Και όχι, δεν βλέπει ότι αυτά είναι πρόοδος. Βλέπει την αμαρτία. Πόσο μάλλον άμα έχει μεγαλώσει με τη σιγουριά ότι ανήκει σε εκλεκτό λαό (παρηγοριά στη φτώχεια είναι κι αυτό), κι όλοι οι άλλοι είναι άπιστοι κι αμαρτωλοί.