Καλά, ας μην θίγουμε το ποιοτικό και το ποσοτικό θέμα, γιατί θα ξαναγυρίσουμε στο σταζ και στο στέιτζ, όπου ακούσαμε και την πρωτότυπη θεωρία ότι "ξέρουμε ότι είναι λάθος το στέιτζ, αλλά επειδή είμαστε πολλοί αυτοί που το λέμε, καλό θα είναι να λεξικογραφηθεί μια καινούρια λέξη που δεν ανήκει ούτε στα αγγλικά ούτε στα γαλλικά, είναι καθαρά ελληνική εφεύρεση". Μ' αυτή τη λογική, εμείς οι "Αθηναίοι" που είμαστε πολλοί και λέμε τσαντίλα, δικαιούμαστε να δημιουργήσουμε μια καινούρια λέξη, όχι τούρκικη (τσατίζομαι), αλλά καθαρά ελληνική (τσαντίζομαι). ;)Οπότε το τι λέει η Αθήνα είναι μάλλον ποσοτικό χαρακτηριστικό (λόγω όγκου πληθυσμού — αν και πρέπει επίσης να δούμε τι έλεγαν οι προσφυγικής καταγωγής "Αθηναίοι"), παρά ποιοτικό. :)
Δεν είπα ότι η τσαντίλα είναι άγνωστη στη νότια Ελλάδα, είπα ότι δεν είναι το πρώτο πράγμα που βλέπεις στην Αθήνα. Και άλλο επαρχία, άλλο Αθήνα. Επόμενο θέμα: Πώς λέμε σωστά το σουβλάκι, και την μπουγάτσα με τυρί.Η τσαντίλα υπάρχει και στη νότια Ελλάδα, δεν είναι κάτι άγνωστο. Εξάλλου, δεν είναι υποχρεωτικό να μη συμπίπτουν δύο λέξεις. Η θεωρία της ηχηροποίησης μου αρκεί και μου περισσεύει, προσωπικά, χωρίς να ψάχνω ποια μορφή της λέξης είναι πιο σωστή και ποια λιγότερο, οι δε προσπάθειες εννοιολογικής σύνδεσης της τσαντίλας με το τσατίζομαι->τσαντίζομαι μού φαίνονται αχρείαστες (και μη πειστικές), όταν το πασίγνωστο φαινόμενο της ηχηροποίησης εξηγεί ικανοποιητικά τη μεταβολή.
Κι όμως, το ποσοτικό στοιχείο είναι αυτό που μετατρέπει τα λάθη σε σωστά, που επιβάλλει πράγματα στη γλώσσα και ρίχνει άλλα σε αχρηστία, που τελικά καθορίζει το τι θα λημματογραφηθεί στα γενικά λεξικά. Αν το τσαντίζομαι το έλεγαν μόνο στην Άνω Βροντού, δεν θα είχαμε τώρα θέμα να συζητάμε. :)Καλά, ας μην θίγουμε το ποιοτικό και το ποσοτικό θέμα, γιατί θα ξαναγυρίσουμε στο σταζ και στο στέιτζ, όπου ακούσαμε και την πρωτότυπη θεωρία ότι "ξέρουμε ότι είναι λάθος το στέιτζ, αλλά επειδή είμαστε πολλοί αυτοί που το λέμε, καλό θα είναι να λεξικογραφηθεί μια καινούρια λέξη που δεν ανήκει ούτε στα αγγλικά ούτε στα γαλλικά, είναι καθαρά ελληνική εφεύρεση". Μ' αυτή τη λογική, εμείς οι "Αθηναίοι" που είμαστε πολλοί και λέμε τσαντίλα, δικαιούμαστε να δημιουργήσουμε μια καινούρια λέξη, όχι τούρκικη (τσατίζομαι), αλλά καθαρά ελληνική (τσαντίζομαι). ;)
Κάνω πλάκα, φυσικά, αλλά αστεία μού φάνηκε και η θεωρία που αναφέρω πιο πάνω.
Εγώ πάντως που έχω μεγαλώσει στην Αθήνα (με καταγωγή από Κρήτη, Σμύρνη και Πελοπόννησο), τσατίζομαι άκουσα πρώτη φορά να λέει μια φίλη από Πτολεμαΐδα.Δεν είπα ότι η τσαντίλα είναι άγνωστη στη νότια Ελλάδα, είπα ότι δεν είναι το πρώτο πράγμα που βλέπεις στην Αθήνα. Και άλλο επαρχία, άλλο Αθήνα.
Όπως είχε πει και ο Κωνσταντίνου στο σερβιτόρο, «Δε θέλω να το μάθω… Θέλω να το φάω!»Επόμενο θέμα: Πώς λέμε σωστά το σουβλάκι, και την μπουγάτσα με τυρί.
Αυτή ακριβώς η άποψη (η εντός εισαγωγικών — "πρωτότυπη" ή όχι, δεν ξέρω) είναι και η δική μου για το στέιτζ. Ούτε η πρώτη φορά θα είναι, ούτε η τελευταία. Απλώς συχνά συμβαίνει, λόγω επαγγελματικής ιδιότητας, να είμαι κόντρα στην υιοθέτηση του "λάθους", μέχρις ότου αυτό φορέσει τον μανδύα τής αποδοχής μέσω της λημματογράφησής του σ' ένα καλό γενικό λεξικό. Ε, με το στέιτζ την έχω δει διαφορετικά. Περισσότερα στο: Πότε αρχίζουν οι λεξικογράφοι (και οι επιμελητές) να δέχονται το λάθος σαν σωστό;Θα ξαναγυρίσουμε στο σταζ και στο στέιτζ, όπου ακούσαμε και την πρωτότυπη θεωρία ότι "ξέρουμε ότι είναι λάθος το στέιτζ, αλλά επειδή είμαστε πολλοί αυτοί που το λέμε, καλό θα είναι να λεξικογραφηθεί μια καινούρια λέξη που δεν ανήκει ούτε στα αγγλικά ούτε στα γαλλικά, είναι καθαρά ελληνική εφεύρεση".