Ακαδημαϊκός (το επίθετο) δεν είναι μόνο αυτός που σχετίζεται με την Ακαδημία αλλά και αυτός που σχετίζεται με την ανώτατη εκπαίδευση και το πανεπιστήμιο. Μια από τις γνωστές ψευδόφιλες ή ψευδοφίλιες λέξεις είναι το ουσιαστικό academic (university teacher), που δεν πρέπει να μεταφράζεται ακαδημαϊκός.
Αποδεκτές μεταφράσεις:
ακαδημαϊκός δάσκαλος
ακαδημαϊκός διδάσκαλος
πανεπιστημιακός δάσκαλος
πανεπιστημιακός διδάσκαλος
πανεπιστημιακός
(OXI πανεπιστημιακός καθηγητής, ο academic δεν είναι απαραιτήτως professor)
Ο ακαδημαϊκός είναι το πλήρες μέλος της Ακαδημίας και η αγγλική λέξη γι’ αυτόν είναι academician (ή member of the Academy). Και οι δύο λέξεις προέρχονται από το γαλλικό académicien.
Στη δική μου έκδοση του ΛΝΕΓ (2006, και μόνο εκεί, όχι σε νεότερες, όχι σε άλλα λεξικά του Κέντρου, και σε κανένα άλλο λεξικό) αναφέρει ότι ο ακαδημαϊκός είναι και κάθε πανεπιστημιακός καθηγητής. Ελπίζω να έχει διορθωθεί στη νέα έκδοση, γιατί δημιουργεί μεγάλο μπέρδεμα.
Να προσθέσω ότι είναι επίκοινο ουσιαστικό (η ακαδημαϊκός). Το λεξικό θα έπρεπε να γράφει «(ο/η)», όπως π.χ. στο λήμμα «δικαστής».
Ας δούμε και κάποιες άλλες αντιστοιχίες για το επίθετο academic:
Για το αγγλικό επίθετο academic:
η Ακαδημία Αθηνών = the Academy of Athens
η Ακαδημία του Πλάτωνα = Plato’s Academy, the Academy of Plato, the Platonic Academy (Ακαδήμεια τότε)
Academia όμως (από το λατινικό) είναι η ακαδημαϊκή κοινότητα, η ακαδημαϊκή ζωή, ο ακαδημαϊκός κόσμος (και όχι η ακαδημία).
Η έκφραση in the groves of academe, με την ίδια σημασία, προέρχεται από επωδή του Οράτιου:
Atque inter silvas Academi quærere verum, Hor. Ep. ii. ii. 45
(…and seek after truth in the groves of Academus)
που αναφέρεται στο ιερό άλσος του Ακάδημου, ἐν εὐσκίοις δρόμοισιν Ἀκαδήμου θεοῦ, όπως έγραψε ο Εύπολις.
Για την ετυμολογία της Ακαδημίας / Ακαδήμειας υπάρχει εκτενές σημείωμα στο ΛΝΕΓ.
Αποδεκτές μεταφράσεις:
ακαδημαϊκός δάσκαλος
ακαδημαϊκός διδάσκαλος
πανεπιστημιακός δάσκαλος
πανεπιστημιακός διδάσκαλος
πανεπιστημιακός
(OXI πανεπιστημιακός καθηγητής, ο academic δεν είναι απαραιτήτως professor)
Ο ακαδημαϊκός είναι το πλήρες μέλος της Ακαδημίας και η αγγλική λέξη γι’ αυτόν είναι academician (ή member of the Academy). Και οι δύο λέξεις προέρχονται από το γαλλικό académicien.
Στη δική μου έκδοση του ΛΝΕΓ (2006, και μόνο εκεί, όχι σε νεότερες, όχι σε άλλα λεξικά του Κέντρου, και σε κανένα άλλο λεξικό) αναφέρει ότι ο ακαδημαϊκός είναι και κάθε πανεπιστημιακός καθηγητής. Ελπίζω να έχει διορθωθεί στη νέα έκδοση, γιατί δημιουργεί μεγάλο μπέρδεμα.
Να προσθέσω ότι είναι επίκοινο ουσιαστικό (η ακαδημαϊκός). Το λεξικό θα έπρεπε να γράφει «(ο/η)», όπως π.χ. στο λήμμα «δικαστής».
Ας δούμε και κάποιες άλλες αντιστοιχίες για το επίθετο academic:
ακαδημαϊκό έτος = academic year
ακαδημαϊκή περίοδος = academic term
ακαδημαϊκό τέταρτο = academic quarter
ακαδημαϊκός πολίτης = university student (ΟΧΙ academic citizen. Στο βιβλίο Academic Citizen, ο όρος χρησιμοποιείται για τους διδάσκοντες και όχι για τους φοιτητές.)
ακαδημαϊκός όρκος = graduation oath
ακαδημαϊκό απολυτήριο = high school leaving certificate, upper secondary school leaving certificate (ίσχυσε τα χρόνια 1965-66, για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια)
ακαδημαϊκές ελευθερίες = academic freedom(s)
ακαδημαϊκή συζήτηση = (purely) academic discussion, theoretical discussion (βάζουμε το purely μπροστά όταν θέλουμε να φανεί ότι έχει τη σημασία τού «θεωρητικός», «χωρίς πρακτική αξία»)
ακαδημαϊκή καριέρα = academic career
ακαδημαϊκή περίοδος = academic term
ακαδημαϊκό τέταρτο = academic quarter
ακαδημαϊκός πολίτης = university student (ΟΧΙ academic citizen. Στο βιβλίο Academic Citizen, ο όρος χρησιμοποιείται για τους διδάσκοντες και όχι για τους φοιτητές.)
ακαδημαϊκός όρκος = graduation oath
ακαδημαϊκό απολυτήριο = high school leaving certificate, upper secondary school leaving certificate (ίσχυσε τα χρόνια 1965-66, για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια)
ακαδημαϊκές ελευθερίες = academic freedom(s)
ακαδημαϊκή συζήτηση = (purely) academic discussion, theoretical discussion (βάζουμε το purely μπροστά όταν θέλουμε να φανεί ότι έχει τη σημασία τού «θεωρητικός», «χωρίς πρακτική αξία»)
ακαδημαϊκή καριέρα = academic career
Για το αγγλικό επίθετο academic:
academic title = ακαδημαϊκός τίτλος σπουδών, πανεπιστημιακός τίτλος σπουδών, πτυχίο
Academic art = ακαδημαϊκή τέχνη, ακαδημαϊσμός
academic dress, academicals = ακαδημαϊκή περιβολή / ενδυμασία, ακαδημαϊκή τήβεννος, επίσημη στολή πανεπιστημίου
academic publishing / publications = ακαδημαϊκές εκδόσεις, πανεπιστημιακές εκδόσεις
academic awards = ακαδημαϊκές διακρίσεις
Academy Awards = τα βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, τα Όσκαρ
Academic art = ακαδημαϊκή τέχνη, ακαδημαϊσμός
academic dress, academicals = ακαδημαϊκή περιβολή / ενδυμασία, ακαδημαϊκή τήβεννος, επίσημη στολή πανεπιστημίου
academic publishing / publications = ακαδημαϊκές εκδόσεις, πανεπιστημιακές εκδόσεις
academic awards = ακαδημαϊκές διακρίσεις
Academy Awards = τα βραβεία της Αμερικανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου, τα Όσκαρ
η Ακαδημία Αθηνών = the Academy of Athens
η Ακαδημία του Πλάτωνα = Plato’s Academy, the Academy of Plato, the Platonic Academy (Ακαδήμεια τότε)
Academia όμως (από το λατινικό) είναι η ακαδημαϊκή κοινότητα, η ακαδημαϊκή ζωή, ο ακαδημαϊκός κόσμος (και όχι η ακαδημία).
Η έκφραση in the groves of academe, με την ίδια σημασία, προέρχεται από επωδή του Οράτιου:
Atque inter silvas Academi quærere verum, Hor. Ep. ii. ii. 45
(…and seek after truth in the groves of Academus)
που αναφέρεται στο ιερό άλσος του Ακάδημου, ἐν εὐσκίοις δρόμοισιν Ἀκαδήμου θεοῦ, όπως έγραψε ο Εύπολις.
Για την ετυμολογία της Ακαδημίας / Ακαδήμειας υπάρχει εκτενές σημείωμα στο ΛΝΕΓ.