Το έχω ακούσει έτσι, και ίσως να το λέω κιόλας καμιά φορά άμα δεν προσέξω.
Am Wien, bitte. Βγαίνει και ξαναμπαίνει.
Έτσι. Χωρίς j/γι που λέει ο Helle αποπάνω, αλλά όχι ι-ά. Όπως λέμε (ή λέγαμε) κιτριά, αλετριά, οχτριά, πατριά, ανεμογκαστριά, απαστριά, ξαστριά, κουντριά, μπαλεστριά και ναι, μητριά, σε καθημερινό ή γρήγορο λόγο, ενώ μητρι-ά στις άλλες περιπτώσεις.
Εύγε, Δαεμάνε, παιδί μου! Δέκα λέξεις, δέκα με τόνο. Αρχίζω και αντιλαμβάνομαι καλύτερα αυτήν την ομάδα λέξεων...
...και δεν μου αρέσουν καθόλου. Καμιά τους. Αυτό το φωνηεντικό σύμπλεγμα* στο τέλος μού είναι απεχθές· η
κιτριά από μόνη της με κάνει να αναπολώ την
κιτρέα**. Δεν ξέρω γιατί, και ίσως είναι θέμα συνήθειας —σπάνια συναντώ και ποτέ δεν χρησιμοποιώ λέξεις που να τελειώνουν έτσι— αλλά μού αφήνουν πολύ κακή εντύπωση, παρά την όποια εκφραστικότητα διαθέτουν (τουλάχιστον) κάποιες εξ αυτών.
* Διορθώστε με, παρακαλώ, αν κάνω λάθος στην ορολογία.
** Αστείο πράγμα, αυτό με τα δέντρα. Είχαμε
μηλέα,
πορτοκαλέα,
απιδέα και τα σχετικά, που στη δημοτική όλα έγιναν συνιζημένα
-ιά, και με τον ίδιο ακριβώς τρόπο εξελίχθηκε η
ελαία, παρά την άσχετη ορθογραφία της.