Ξένες λέξεις στην ελληνική γλώσσα, αλλά όχι από αυτές που περιμένετε

is1

New member
τσαρλατάνος, ποὺ μία Περσίδα φίλη μοῦ ἔλεγε πὼς εἶναι δική τους λέξις (καὶ συμφώνησα βεβαίως ἀπὸ τάκτ, πλήν ἀγενῶς σκεπτόμενος πὼς δὲν μὲ ἐκπλήσει...) :-D
 
Η λέξις τσαρλατάνος πλησιέστερον της Ελλάδος ή της Περσίας έλκει - φευ! - την καταγωγήν.
 
Πέρα από την συνήθη (ιταλογενή) ετυμολογία, υπάρχει η θεωρία του Χ. και της Ρ. Καχανέ, ότι ο τσαρλατάνος είναι αντιδάνειο που έλκει την καταγωγή από τη βυζαντινή βρισιά "κερατά!"

Όχι ότι την ασπάζομαι, αλλά την αναφέρω για το αξιοπερίεργο.
 

nickel

Administrator
Staff member
κοχώνες; μὰ αὐτὴ δὲν εἶναι Ἐλληνική;

Χε χε. Υπάρχει η κοχώνη (=το περίνεο, το μέρος μεταξύ των σκελών και της έδρας). Κατά Γαληνόν: «κοχώνην: τὴν σύζευξιν τὴν ἐν τοῖς ἰσχίοις τὴν πρὸς τὴν ἕδραν, δι' ἣν καὶ πᾶς ὁ περὶ τὴν ἕδραν τόπος οὕτως ὀνομάζεται». (Κοίτα πόσο ωραία είναι τα δικά μου πολυτονικά. Είναι επειδή τα έκανα Palatino.)

Αλλά και για τα cojones:
lit. "balls," 1932, from Sp. cojon (cf. It. coglione) "testicle," from L. coleus, culleus, lit. "a leather sack," related to Gk. koleos "sheath, scabbard (see cell).
http://www.etymonline.com/index.php?search=cojones&searchmode=none
Περισσότερα εδώ: http://en.wikipedia.org/wiki/Cojones
Επειδή και ο κολεός «εικάζεται ότι πρόκειται για δάνειο από μεσογειακή γλώσσα», μάλλον κοινή καταγωγή υπάρχει.
 

is1

New member
@Themis
νά ποὺ μοιάζει σοφόν τὸ «καλύτερα νὰ σοῦ βγῇ τὸ μάτι...»
@sarant
πράγματι ἀξιοπερίεργο, πῶς τὸ ἐξηγοῦν τὸ ἰταλογενές;
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Για το ιταλογενές συμφωνεί και αυτό εδώ το τουρκικό λεξικό (στα τουρκικά η λέξη χρησιμοποιείται με τη σημασία που έχει στα νέα ελληνικά):
şarlatan ~ Fr charlatan çok konuşan [αυτός που μιλάει πολύ], sahtekâr ~ İt ciarlatano a.a. < İt ciarlare [onom.] gürültülü konuşmak [το να μιλάς με θόρυβο]
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλή σφαιρική παρουσίαση της ιταλικής προέλευσης του τσαρλατάνου υπάρχει στον Ayto (Dictionary of Word Origins), που συνδυάζει αυτά που διαβάζω στο OED και στο Ετυμολογικό του Κέντρου:

charlatan
Charlatan is of Italian origin. It comes from the verb cialare ‘chatter, prattle’. Its original application was to the patter of salesmen trying to sell quack remedies, and hence Italian ciarlatano at first referred to such vendors, and then by extension to any dispenser of impostures. Some etymologists have sought to connect the word with Italian Cerretano, literally ‘inhabitant of Cerreto’, an Italian village supposedly noted for exaggeration, alleging that it may have contributed its suffix to ciarlatano and reinforced its meaning. However that may be, the word reached English in its current form via French charlatan.
 

is1

New member
@nickel
palatino? ἐδῶ φαίνονται Times N.R. :-(
Νεοαφιχθεὶς ὤν, τὰ λεπτεπίλεπτα τοῦ φόρουμ μοῦ διαφεύγουν ἀκόμη, θὰ τὰ πετύχω ὅμως!

Χαχαχα, καλύτερα δὲν μποροῦσες νὰ τὸ πῇς, «μᾶλλον κοινὴ καταγωγὴ ὑπάρχει». Μάλιστα! ὅλα ἀπ᾽τὶς ριμαδιασμένες τὶς κοχῶνες προέρχονται!
 

is1

New member
merci

@ palavra & nickel
εὐχαριστῶ γιὰ τὴν συνδρομή καὶ τὴν ἐντυπωσιακή ταχύτητα!
 

nickel

Administrator
Staff member
@nickel
palatino? ἐδῶ φαίνονται Times N.R. :-(
Αν έχεις Windows, το Palatino Linotype πρέπει να είναι στις γραμματοσειρές του αρχικού πακέτου. Αν δεν υπάρχει στον κατάλογο με τα Fonts, μπορώ να σου πω πώς να το αποκτήσεις.

Αν έχεις Mac, δεν ξέρω τι μπορεί να συμβαίνει. Κρίμα να κάνω τον κόπο να μαρκάρω τα πολυτονικά κείμενα και αυτά να δείχνουν στραβοχυμένα στους Mac-άριους.
 

is1

New member
μάλιστα, στοὺς mac-αρίους :-DDD
τὰ ἔχω βγάλει τὰ palatino, διότι ὁ πατέρας μου δὲν εἶναι λατῖνος καὶ μοῦ φαίνονται λιγάκι ... ὑπεροπτικά (τρέχα γύρευε!)
 
Αγαπητέ is1, επειδή με ρώτησες προηγουμένως κάτι -δεν σου απάντησα επειδή δεν το είδα εγκαίρως, αλλά έτσι κι αλλιώς δεν θα σου απαντούσα γιατί είναι σε πολυτονικό. Δεν είναι κάτι προσωπικό, βέβαια.
 

is1

New member
@sarant
δὲν σὲ παρεξηγῶ, μ᾽ἀρέσουν ἄλλωστε καὶ οἱ ἄνθρωποι μὲ ἀρχές!
Παρ᾽ ὅλ᾽αὐτά καὶ σύ χάνεις την εὐκαιρία νὰ φωτίσῃς κάποιον,
κι᾽ἐγώ, δὲν γνωρίζω δυστυχῶς τί χάνω... Ἂς εἶναι.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Ψάχνοντας λύση σε αυτό το νήμα, έμαθα σήμερα ότι το μπατίκ που γράφεται στα γαλλικά batik και σύμφωνα με τα λεξικά μας το πήραμε από εκεί, προέρχεται από μια μαλαισιανή διάλεκτο.
 

nickel

Administrator
Staff member
Έτσι γίνεται με όλες τις «εξωτικές» λέξεις. Τις πήραν πρώτα τα γαλλικά ή τα αγγλικά (ίσως τα ιταλικά;) και στη συνέχεια τις πήραμε εμείς από αυτές τις γλώσσες με το δικό τους φίλτρο. Π.χ. το ρώσικο mammot' έγινε εγγλέζικο mammoth [μάμοθ] και γαλλικό mammouth, κι εμείς πήραμε το γαλλικό. Απορία: πήραμε κάποια εξωτική λέξη κατευθείαν από τον ξένο τόπο;
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Απορία: πήραμε κάποια εξωτική λέξη κατευθείαν από τον ξένο τόπο;
Στην ΚΝΕ; Πώς να γίνει αυτό; Αφού δεν είχαμε άμεσα εμπορικά ή άλλα νταραβέρια. Νομίζω ότι μόνο στην αρχαία και τη βυζαντινή εποχή της γλώσσας μπορεί να βρούμε τέτοιες περιπτώσεις.
 

nickel

Administrator
Staff member
Λέω, μήπως έγινε κάτι περίεργο. Θέλεις σενάρια; :)

Και, βέβαια, μπορεί να ανέφερα το μαμούθ από τα γαλλικά, αλλά ας μη θεωρήσουμε ότι τα ρωσικά ανήκουν στις «εξωτικές» γλώσσες για εμάς.
 
Έτσι γίνεται με όλες τις «εξωτικές» λέξεις. Τις πήραν πρώτα τα γαλλικά ή τα αγγλικά (ίσως τα ιταλικά; ) και στη συνέχεια τις πήραμε εμείς από αυτές τις γλώσσες με το δικό τους φίλτρο. Π.χ. το ρώσικο mammot' έγινε εγγλέζικο mammoth [μάμοθ] και γαλλικό mammouth, κι εμείς πήραμε το γαλλικό. Απορία: πήραμε κάποια εξωτική λέξη κατευθείαν από τον ξένο τόπο;

Μια και αναφέρθηκε, η ρωσική λέξη για το μαμούθ είναι мамонт (μάμοντ, πληθ. мамонты). Η ρίζα της μάλιστα δεν είναι ρωσική, μια και η λέξη προέρχεται από τη φράση mang ont (κέρας της γης) των ουγγρόφωνων Μάνσι της δυτικής Σιβηρίας. ;)
 
Η αργκοτική χρήση «ίσα, μωρή πελότα» όπου για τη χρήση τού πελότα πρβλ. και πετούγια, ίσως να επηρεάστηκε από την ισπανική σημασία που πέρασε στην αγγλική αργκό και δηλώνει τα κοχόνες.

Αυτό το cojones (ισπαν.), coglioni (ιταλ.), couilles (γαλλ.), που προέρχεται λέει από το λατ. colea>coleus όρχις, να είναι τέτοια διαβολική σύμπτωση η ομοηχία του με την αρχαιοελληνική κοχώνη=περίνεο;

κοχώνη, ἡ, perineum, Hp.Epid.5.7: in pl., Id.Mul.2.131, Eup.77, Ar.Fr.482, etc.; ἕαται ὅκως νεοσσοὶ τὰς κοχώνας θάλποντες Herod.7. 48: dual, τὼ κοχώνᾱ Ar.Eq.424,484. (Variously expld. by Gramm. ap.Erot.Fr.17; = γλουτοί, acc. to Poll.2.183.) (Cf. Skt. jaghánam 'buttock', 'pudendum'.)
 
Top