Το κουδούνι της πόρτας ακούστηκε περίεργα, λίγο πιο φορτικό, πιο αγχωμένο από ό,τι συνήθως. Ο κυρ Στέλιος μού είχε τηλεφωνήσει αποβραδίς:
— Πού χάθηκες, βρε Στέλιο, τόσους μήνες;
— Γιατρέ, σου έχω έκπληξη μεγατόνων. Αύριο, πρωί πρωί.
— Να ξυπνήσουμε πρώτα, αστειεύτηκα, επειδή τον ήξερα. Ήταν ικανός να στηθεί έξω από την πόρτα πριν λαλήσουν τα κοκόρια στα χωριά και τα καναρίνια στα μπαλκόνια.
Ευτυχώς είχα προλάβει να συμμαζέψω λίγο, να βάλω να γίνεται ο καφές. Έριξα μια γρήγορη ματιά και ηρέμησα: το σπίτι ήταν στη συνηθισμένη οργανωμένη ακαταστασία του και μπορούσα να υποδεχτώ ευπρόσωπα το οτιδήποτε.
Όχι όμως αυτό που περίμενε στην πόρτα.
Δίπλα στον κυρ Στέλιο στεκόταν μια περίπου συνομήλική μας, εμφανώς Βορειοευρωπαία. Κάτι μου θύμιζε το πρόσωπο, αλλά σίγουρα δεν έμοιαζε στη Μέρκελ. Χάζεψα και κοκάλωσα στην εξώπορτα, αναγκάζοντας τον κυρ Στέλιο να με σπρώξει για να κάνω χώρο να μπει εκείνος και να πει ευγενικά στην κυρία «Έλα, Χέλγκα, πέρασε μέσα. Σου το είπα· ο Εφταδόχτορας παραμένει χαζούλης, όπως τον θυμόσουν.»
Η Χέλγκα μπήκε και με αγκάλιασε με τη θέρμη της φίλης από παλιά. Ενώ ανταποκρινόμουν μηχανικά, το μυαλό μου πήρε μπροστά. Η Χέλγκα; Η; Με κεφαλαίο ήτα, με μπολντ των 20 στιγμών; Με το σώμα με μπολντ και κεφαλαία τα πάντα πάνω του; Η Χέλγκα της Κρήτης, της Σαντορίνης, της Ικαρίας, του καλοκαιριού του χίλια εννιακόσια...γκουχ, πότε πέρασαν κιόλας τόσα χρόνια; Που της μάθαινα ελληνικά το πρωί και της μάθαινε ο Στέλιος τα ερωτικά το βράδυ; Πού, και κυρίως πώς, βρέθηκε η Χέλγκα εδώ;
— Γιατρέ, κλείσε το στόμα σου, μου είπε ο Στέλιος, κλείνοντας πίσω τους την πόρτα. Έλα, Χέλγκα, κάθισε, της είπε και την οδήγησε στο σαλόνι. Γιατρέ, μυρίζω καφέ. Φέρε και έλα να σου πω...
Σύντομα όλα ξεκαθάρισαν. Η Χέλγκα είχε χηρέψει πριν από καιρό, τα παιδιά της είχαν μεγαλώσει, εξασκούσε τα ελληνικά της στο Διαδίκτυο, επικοινώνησε συμπτωματικά με τον Στέλιο στο φατσοβιβλίο, θυμήθηκαν τα παλιά, ο Στέλιος, που έχει μείνει μόνος του κι αυτός, την κάλεσε πριν από κάτι μήνες να θυμηθούν τα μέρη που είχαν γνωρίσει νέοι. «Πρέπει να τα δεις, Χέλγκα, δεν θα τ’ αναγνωρίζεις. Να δεις και τι γίναν τα λεφτά σας, που γκρινιάζετε ότι τα φάγαμε...»
Λίγα λεπτά αργότερα, ο κυρ Στέλιος, που δεν είχε κλείσει στόμα να μιλήσει άλλος, έφτασε και στο δια ταύτα:
— Γιατρέ, θα σου τα πει και η Χέλγκα, που θυμάται τα ελληνικά που της έμαθες, αλλά της είπα ότι έχεις γίνει τρανός και γράφεις και σ' ένα φόρουμ για πάσα νόσο και πάσα απορία...
Επιτέλους, η Χέλγκα βρήκε την ευκαιρία που περίμενε και βιάστηκε να πει αυτό που την απασχολούσε:
— θιμάσε γιατρέ που με έμαθες ελινικά χωρίς τιν ορθογραφία; ε, τόρα που δεν έχο ιποχρεόσισ σκέφτομε να μίνο λίγον κερό ακόμα στιν ελάδα, με τον παλιό φίλο μου στέλιος και προσπαθό να μάθο σοστά.
— Τι να μάθεις σωστά, Χέλγκα; απόρησα.
— Να μάθω ορθογραφία, θέλω και να γράφω σωστά ελληνικά, μου απάντησε. Ο Στέλιος λέει πως δεν τα μιλάω άσχημα και πως τα καταλαβαίνω καλύτερα, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω τη λογική της ορθογραφίας. Μου τα είχες μάθει και απλά...
— Μα αν ξεκινούσα με την ορθογραφία δεν θα μάθαινες ποτέ σου, διαμαρτυρήθηκα. Εγώ σου είπα να γράφεις όπως τα ακούς.
— Ναι, και μου είπες τότε ότι θα μου εξηγήσεις αλλά δεν έφταναν όλες μου οι διακοπές και το αφήσαμε. Μπορείς να μου πεις, τουλάχιστον, πώς θα μάθω να γράφω σωστά όλα αυτά που τελειώνουν σε -itis;
Κόντεψα να πνιγώ, αλλά ευτυχώς πετάχτηκε ο κυρ Στέλιος:
— Ναι, γιατρέ, πες μας τους κανόνες. Της έλεγα ότι ο κομήτης γράφεται με ήτα και ο μετεωρίτης με γιώτα και ο ασφαλίτης με γιώτα αλλά ο νεροχύτης με ύψιλον και ότι ο καλός σαμαρείτης είναι με έψιλον ιώτα και ότι είμαι βέβαιος ότι εσύ θα ξέρεις λέξεις με όλα τα ι...
—Ε, αφού είπες σαμαρείτης, είναι και ο λευίτης (που είναι οπτική απάτη, όμως, γιατί διαβάζεται -βί). Και με όμικρον ιώτα υπάρχει ο αρσενοκοίτης, που θα σου εξηγήσει ο Στέλιος, Χέλγκα, τι θα πει, βιάστηκα να προσθέσω. Όμως από κανόνες, πέρα από τη γραμματική ανάλυση και την αναζήτηση της ετυμολογίας, δεν έχω να σου πω κάτι πιο συγκεκριμένο. Ο νεροχύτης έχει μέσα το ρήμα χύνω, που γράφεται με ύψιλον, π.χ., αλλά μη με ρωτήσεις γιατί γράφεται το ρήμα έτσι, επειδή πλησιάζεις στις απαντήσεις της μορφής «γιατί έτσι είναι».
—Καλά, άχρηστε γιατρέ. Να ρωτήσεις στο φόρουμ σου, να διαβάσω τι θα πουν κι οι άλλοι, που τα ξέρουν καλύτερα. Και για να έχουμε καλό ρώτημα, μόνο στο –itis υπάρχουν και τα έξι ι;
—Τι να σου πω, κυρ Στέλιο; Θα το βάλω κι αυτό στα ερωτήματα...
=============
Ο μύθος (με στοιχεία πραγματικότητας) γεννήθηκε από πρόβλημα που αντιμετώπισα στην πράξη: Όταν θέλουμε να διδάξουμε έναν ενήλικο αλλοδαπό ελληνικά στα γρήγορα, πρέπει να δίνουμε σημασία στην ορθογραφία; Και αν ναι, πώς του τα ξεμαθαίνουμε και του διδάσκουμε αργότερα συστηματικά τη σωστή ορθογραφία;
— Πού χάθηκες, βρε Στέλιο, τόσους μήνες;
— Γιατρέ, σου έχω έκπληξη μεγατόνων. Αύριο, πρωί πρωί.
— Να ξυπνήσουμε πρώτα, αστειεύτηκα, επειδή τον ήξερα. Ήταν ικανός να στηθεί έξω από την πόρτα πριν λαλήσουν τα κοκόρια στα χωριά και τα καναρίνια στα μπαλκόνια.
Ευτυχώς είχα προλάβει να συμμαζέψω λίγο, να βάλω να γίνεται ο καφές. Έριξα μια γρήγορη ματιά και ηρέμησα: το σπίτι ήταν στη συνηθισμένη οργανωμένη ακαταστασία του και μπορούσα να υποδεχτώ ευπρόσωπα το οτιδήποτε.
Όχι όμως αυτό που περίμενε στην πόρτα.
Δίπλα στον κυρ Στέλιο στεκόταν μια περίπου συνομήλική μας, εμφανώς Βορειοευρωπαία. Κάτι μου θύμιζε το πρόσωπο, αλλά σίγουρα δεν έμοιαζε στη Μέρκελ. Χάζεψα και κοκάλωσα στην εξώπορτα, αναγκάζοντας τον κυρ Στέλιο να με σπρώξει για να κάνω χώρο να μπει εκείνος και να πει ευγενικά στην κυρία «Έλα, Χέλγκα, πέρασε μέσα. Σου το είπα· ο Εφταδόχτορας παραμένει χαζούλης, όπως τον θυμόσουν.»
Η Χέλγκα μπήκε και με αγκάλιασε με τη θέρμη της φίλης από παλιά. Ενώ ανταποκρινόμουν μηχανικά, το μυαλό μου πήρε μπροστά. Η Χέλγκα; Η; Με κεφαλαίο ήτα, με μπολντ των 20 στιγμών; Με το σώμα με μπολντ και κεφαλαία τα πάντα πάνω του; Η Χέλγκα της Κρήτης, της Σαντορίνης, της Ικαρίας, του καλοκαιριού του χίλια εννιακόσια...γκουχ, πότε πέρασαν κιόλας τόσα χρόνια; Που της μάθαινα ελληνικά το πρωί και της μάθαινε ο Στέλιος τα ερωτικά το βράδυ; Πού, και κυρίως πώς, βρέθηκε η Χέλγκα εδώ;
— Γιατρέ, κλείσε το στόμα σου, μου είπε ο Στέλιος, κλείνοντας πίσω τους την πόρτα. Έλα, Χέλγκα, κάθισε, της είπε και την οδήγησε στο σαλόνι. Γιατρέ, μυρίζω καφέ. Φέρε και έλα να σου πω...
Σύντομα όλα ξεκαθάρισαν. Η Χέλγκα είχε χηρέψει πριν από καιρό, τα παιδιά της είχαν μεγαλώσει, εξασκούσε τα ελληνικά της στο Διαδίκτυο, επικοινώνησε συμπτωματικά με τον Στέλιο στο φατσοβιβλίο, θυμήθηκαν τα παλιά, ο Στέλιος, που έχει μείνει μόνος του κι αυτός, την κάλεσε πριν από κάτι μήνες να θυμηθούν τα μέρη που είχαν γνωρίσει νέοι. «Πρέπει να τα δεις, Χέλγκα, δεν θα τ’ αναγνωρίζεις. Να δεις και τι γίναν τα λεφτά σας, που γκρινιάζετε ότι τα φάγαμε...»
Λίγα λεπτά αργότερα, ο κυρ Στέλιος, που δεν είχε κλείσει στόμα να μιλήσει άλλος, έφτασε και στο δια ταύτα:
— Γιατρέ, θα σου τα πει και η Χέλγκα, που θυμάται τα ελληνικά που της έμαθες, αλλά της είπα ότι έχεις γίνει τρανός και γράφεις και σ' ένα φόρουμ για πάσα νόσο και πάσα απορία...
Επιτέλους, η Χέλγκα βρήκε την ευκαιρία που περίμενε και βιάστηκε να πει αυτό που την απασχολούσε:
— θιμάσε γιατρέ που με έμαθες ελινικά χωρίς τιν ορθογραφία; ε, τόρα που δεν έχο ιποχρεόσισ σκέφτομε να μίνο λίγον κερό ακόμα στιν ελάδα, με τον παλιό φίλο μου στέλιος και προσπαθό να μάθο σοστά.
— Τι να μάθεις σωστά, Χέλγκα; απόρησα.
— Να μάθω ορθογραφία, θέλω και να γράφω σωστά ελληνικά, μου απάντησε. Ο Στέλιος λέει πως δεν τα μιλάω άσχημα και πως τα καταλαβαίνω καλύτερα, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω τη λογική της ορθογραφίας. Μου τα είχες μάθει και απλά...
— Μα αν ξεκινούσα με την ορθογραφία δεν θα μάθαινες ποτέ σου, διαμαρτυρήθηκα. Εγώ σου είπα να γράφεις όπως τα ακούς.
— Ναι, και μου είπες τότε ότι θα μου εξηγήσεις αλλά δεν έφταναν όλες μου οι διακοπές και το αφήσαμε. Μπορείς να μου πεις, τουλάχιστον, πώς θα μάθω να γράφω σωστά όλα αυτά που τελειώνουν σε -itis;
Κόντεψα να πνιγώ, αλλά ευτυχώς πετάχτηκε ο κυρ Στέλιος:
— Ναι, γιατρέ, πες μας τους κανόνες. Της έλεγα ότι ο κομήτης γράφεται με ήτα και ο μετεωρίτης με γιώτα και ο ασφαλίτης με γιώτα αλλά ο νεροχύτης με ύψιλον και ότι ο καλός σαμαρείτης είναι με έψιλον ιώτα και ότι είμαι βέβαιος ότι εσύ θα ξέρεις λέξεις με όλα τα ι...
—Ε, αφού είπες σαμαρείτης, είναι και ο λευίτης (που είναι οπτική απάτη, όμως, γιατί διαβάζεται -βί). Και με όμικρον ιώτα υπάρχει ο αρσενοκοίτης, που θα σου εξηγήσει ο Στέλιος, Χέλγκα, τι θα πει, βιάστηκα να προσθέσω. Όμως από κανόνες, πέρα από τη γραμματική ανάλυση και την αναζήτηση της ετυμολογίας, δεν έχω να σου πω κάτι πιο συγκεκριμένο. Ο νεροχύτης έχει μέσα το ρήμα χύνω, που γράφεται με ύψιλον, π.χ., αλλά μη με ρωτήσεις γιατί γράφεται το ρήμα έτσι, επειδή πλησιάζεις στις απαντήσεις της μορφής «γιατί έτσι είναι».
—Καλά, άχρηστε γιατρέ. Να ρωτήσεις στο φόρουμ σου, να διαβάσω τι θα πουν κι οι άλλοι, που τα ξέρουν καλύτερα. Και για να έχουμε καλό ρώτημα, μόνο στο –itis υπάρχουν και τα έξι ι;
—Τι να σου πω, κυρ Στέλιο; Θα το βάλω κι αυτό στα ερωτήματα...
=============
Ο μύθος (με στοιχεία πραγματικότητας) γεννήθηκε από πρόβλημα που αντιμετώπισα στην πράξη: Όταν θέλουμε να διδάξουμε έναν ενήλικο αλλοδαπό ελληνικά στα γρήγορα, πρέπει να δίνουμε σημασία στην ορθογραφία; Και αν ναι, πώς του τα ξεμαθαίνουμε και του διδάσκουμε αργότερα συστηματικά τη σωστή ορθογραφία;