Acemi bülbül bu kadar öter

SBE

¥
Μπορεί να κλείσει, αλλά να συνεχιστεί μετά το φαγητό :-)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Παρεμπιπτό, έμαθα πρόσφατα μια σημασία της λέξης ατζαμής λίγο διαφορετική από τη γνωστή. Συνήθως λέμε ατζαμή αυτόν που είναι άγαρμπος σε κάτι ή άγαρμπος γενικά. Άκουσα όμως (συγκεκριμένα από Καλύμνιους σφουγγαράδες) να λένε ατζαμή αυτόν που είναι απλώς πρωτάρης σε κάτι, χωρίς μειωτική απόχρωση. Δηλαδή ατζαμής είναι κάποιος που μπορεί και να μην κάνει λάθη, ενώ κι αν κάνει το θεωρούμε φυσιολογικό, δεν τα βάζουμε μαζί του (αν τα βάλουμε μαζί του θα το πούμε ξεκάθαρα με κάποια άλλη λέξη).
Αυτή την έννοια μοιάζει να έχει η λέξη και στην ιστορά του Χότζα: μόλις ξεκίνησα τη σταδιοδρομία μου ως αηδόνι (σουρεάλ! ), μη μου γυρεύεις πολλά. Μοιάζει να είναι η αρχική σημασία. Δεν ξέρω βέβαια τι σημαίνει η λέξη στα τούρκικα (ατζεμί;; δηλαδή αρμένικο; ).
Μα κι εγώ πρωτίστως «ατζαμή» ξέρω (κι έτσι το άκουγα να το χρησιμοποιούν στα μέρη μου, κι έτσι το χρησιμοποιώ κι εγώ) τον πρωτάρη, όχι τον αδέξιο. Την ύπαρξη αυτής της σημασίας την πιστοποιεί και ο Γεωργακάς και τα ευρήματα για την «τύχη τού ατζαμή». Για τον αδέξιο χρησιμοποιούμε το «αλμπάνης», που 'ναι μη-αμφίσημος μειωτικός χαρακτηρισμός.
 

Pericles

New member
Ναι, ε; Λοιπόν, εγώ τον αλμπάνη τον ήξερα μάλλον ως απατεώνα, σκιτζή, κάποιον που όχι απλώς δεν είναι καλός αλλά παριστάνει ότι είναι. Δηλαδή ακόμη πιο μειωτικό.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Να βάλουμε και μια ετυμολογία: αλμπάνης από το nalbant, τουρκιστί πεταλωτής και κτηνίατρος (περσικού ετύμου). Υποψιάζομαι ότι από τη δεύτερη σημασία θα έγινε και η εννοιολογική μετάβαση στον σκιτζή (κι εγώ μόνο για σκιτζή τον ξέρω :)) - αν, ας πούμε, ο πεταλωτής έριχνε και μια ματιά στα ζώα. Δεν βρήκα κάτι 100% επιβεβαιωτικό, ωστόσο.
 

bernardina

Moderator
Ενώ ο ατζαμής έχει και τις δύο έννοιες, του αδέξιου και του πρωτάρη -προφανώς επειδή ο πρωτάρης είναι συνήθως και αδέξιος, πιστεύω ότι με τον καιρό η έννοια του αδέξιου αυτονομήθηκε. Ο αλμπάνης έχει μόνο την έννοια του άπειρου/αδέξιου. Κατά τη γνώμη μου και κάτι παραπάνω: του επικίνδυνα αδέξιου, του σκιτζή. (που δεν έχει καμία σχέση με το σκίζω :) )
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Αυτός ο σκιτζής (eskici, ετσκιτζή) στα τουρκικά δεν σημαίνει μόνο τσαγκάρης, σημαίνει και παλιατζής (Θα αναγνωρίσατε το eski, όπως λέμε Εσκί Σεχίρ :))
 

SBE

¥
Αυτός ο σκιτζής (eskici, ετσκιτζή) στα τουρκικά δεν σημαίνει μόνο τσαγκάρης, σημαίνει και παλιατζής (Θα αναγνωρίσατε το eski, όπως λέμε Εσκί Σεχίρ :))

Αυτόν με τον τσαγκάρη ως συνώνυμο του κακού επαγγελματία το είχα ακούσει από τον παππού μου, που είχε κάνει μάγειρας σε αγγλόφωνη χώρα: shoemaker. Δεν το βρίσκω στο λεξικό αλλά περιέργως το έχει η Βίκι: Chefs and cooks sometimes use the term "shoemaker" as an insult to others who have prepared sub-standard food, possibly by overcooking, implying that the chef in question has made his or her food as tough as shoe leather or hard leather shoe soles, and thus may be in the wrong profession.
 
Top