παραπούλια

Οι λαχανίδες ή παραπούλια βλασταίνουν στον σκληρό και χοντρό κορμό του λάχανου αφού αυτό κοπεί.
Είναι πράσινα φύλλα πιο σκούρα από τα φύλλα του λάχανου ενώ μερικές φορές στον ίδιο κορμό βλασταίνουν και μικρά λάχανα (όχι τόσο μικρά όσο των Βρυξελλών). Είναι πολύ πιο νόστιμα από το ίδιο το λάχανο και ενώ μέχρι πριν από μερικά χρόνια στις λαϊκές αγορές οι μανάβηδες τα έδιναν τσάμπα, τώρα είναι πιο ακριβά από το λάχανο, δηλ.1 ευρώ το κιλό οι λαχανίδες και 30 λεπτά το κιλό το λάχανο. Η εξήγηση είναι ότι θέλουν ώρα για να μαζευτούν. Είναι επομένως παραβλάσταρα όπως ανέφερε ο Νίκελ στην αρχική του ανάρτηση.
Μαγειρεύονται σκέτα και σερβίρονται με λαδολέμονο, γιαχνί με ντομάτα ενώ πολύ συνηθισμένη συνταγή είναι τα φασόλια με λαχανίδες.
Η συνταγή του ΜΕΓΚΑ που συστήνει ο ΔΡ είναι καταπληκτική, την έχω μαγειρέψει.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Μήπως, λέω μήπως λαχανίδα λέγεται το παραπούλι μαζί με τα φύλλα;



Εικόνα από τη γαλλική βίκη (chou cavalier), Brassica oleracea viridis. Το μικρό λάχανο μοιάζει με αυτό της συνταγής. Το γύρω γύρω μοιάζει με αυτό που έχω δει να πουλάνε στις λαϊκές για λαχανίδα, αλλά δεν θυμάμαι αν είχε μικρό λάχανο στο κέντρο της.

Ακόμη, η αγγλική βίκη μας λέει ότι Collard greens are various loose-leafed cultivars of Brassica oleracea (Acephala Group) και αυτοί εδώ (μετά τις διαφημίσεις :() μοιάζει να μην ξεχωρίζουν καν ανάμεσα σε collard greens και cabbage sprouts.
 
Η φωτογραφία της γαλλικής βίκη μοιάζει με τις λαχανίδες/παραπούλια αλλά δεν είναι.
Αν όμως κόψουμε το λάχανο στη μέση τότε θα αρχίσουν να βλασταίνουν καινούρια φύλλα και μικρά λάχανα πάνω στον κορμό που έχει απομείνει και μάλιστα όσο τα κόβουμε τόσο βγαίνουν συνεχώς καινούρια.
Το collard greens μάλλον μοιάζει με σέσκουλο και τα cabbage sprouts μου φαίνονται σαν τα bean sprouts.
 
νικούλη,
για τα ψάρια που λέγαμε, βρήκα ένα γλωσσάρι στο www.greekdivers.com που τα έχει όλα! απλώς σας ενημερώνω και σας ευχαριστώ όλους και πάλι.
 

SBE

¥
Η Στέλλα έδωσε το σωστό ορισμό των παραπουλιών.
Στην Αγγλική λέγονται spring greens. Μην αγχώνεστε, τα αναγνώρισε ειδικός στα χόρτα σε λονδρέζικο σουπερμάρκετ.
 
Οι λαχανίδες ή παραπούλια βλασταίνουν στον σκληρό και χοντρό κορμό του λάχανου αφού αυτό κοπεί.
Είναι πράσινα φύλλα πιο σκούρα από τα φύλλα του λάχανου ενώ μερικές φορές στον ίδιο κορμό βλασταίνουν και μικρά λάχανα (όχι τόσο μικρά όσο των Βρυξελλών).
Κι εγώ αυτό ακριβώς ξέρω από τη μαμά μου (έγκυρη πηγή).
 

nickel

Administrator
Staff member
Ιδού και μια ικανοποιητική περιγραφή των spring greens από Wikipedia. Μας κάνει; Αν ναι, διαλέξτε φωτογραφία της προτίμησής σας από εδώ.

Spring greens are a cultivar of Brassica oleracea in the cultivar Acephala Group, similar to kale, in which the central leaves do not form a head or form only a very loose one. It is considered to be closer to wild cabbage than most other domesticated forms, and is grown primarily in northern Europe, where its tolerance of cold winters is valued for an early spring supply of edible leaves. The Cultivar Group Acephala also includes curly kale and collard greens, which are extremely similar genetically.

The term is also used more loosely to refer to thinnings and trimmed-off leaves of other types of Brassica, including turnip and swede leaves, surplus thinned out young cabbage plants and leaves from cauliflower and brussels sprouts.

In all cases, the leaves, being loose, are fully exposed to light, and so are dark green, coarse, often tough, and more strongly flavoured than many people prefer, but are also particularly rich in vitamin C, folic acid and dietary fibre, making them a very healthy food.
 

efi

¥
Τσιτσίραυλα (ή τσιτσίραφα) ονομάζονται στο Πήλιο, στη Β. Εύβοια και στη Σκόπελο οι τρυφεροί βλαστοί ενός από τα δύο είδη θάμνων που υπάρχουν στην Ελλάδα και λέγονται σχίνα. Συγκεκριμένα, του είδους που ονομάζεται τερέβινθος (το άλλο είναι ο κοινός σχίνος). Ο τερέβινθος ονομάζεται κοκκορεβιθιά στην Κεφαλλονιά, κοκκορέτσι στην Αττική, τρεμιθιά στην Κύπρο και τσιτσιρεβιά στο Πήλιο. (Από το βιβλίο Τα χόρτα της Μυρσ. Λαμπράκη --από την εξαντλημένη έκδοση στην Τροχαλία).


(Από το βιβλίο)​


Τα τσιτσίραυλα είναι οι τρυφεροί (πιο τρυφεροί δε γίνεται) βλαστοί του θάμνου της αγριοφιστικιάς (η ήμερη γίνεται δέντρο και βγάζει τα αιγινίτικα φιστίκια) ζυμωμένοι με ξίδι και σκόρδο (τουρσί δηλαδή). Φαίνεται και από τη γεύση, η φιστικίλα είναι η κυρίαρχη γεύση. Μην τα πεις σχίνα (ή τίποτε άλλο) τουρσί, θα στεναχωρηθώ πολύ κι εγώ και, φαντάζομαι, και οι Βολιώτες, οι οποίοι άλλο πράμα έχουν στο μυαλό τους όταν μιλάνε για σχίνα.

Τα επιστημονικά δεν τα κατέχω, αλλά, παιδιά, ειλικρινά, καμία σχέση με ρεβιθιές και νέφτι. Πιο έντονη φιστικίλα μόνο στο (χλωρό) περίβλημα του αιγινίτικου φιστικιού έχω γευθεί.
 

efi

¥
Η φωτογραφία της γαλλικής βίκη μοιάζει με τις λαχανίδες/παραπούλια αλλά δεν είναι.
Αν όμως κόψουμε το λάχανο στη μέση τότε θα αρχίσουν να βλασταίνουν καινούρια φύλλα και μικρά λάχανα πάνω στον κορμό που έχει απομείνει και μάλιστα όσο τα κόβουμε τόσο βγαίνουν συνεχώς καινούρια.

Έχει δίκιο η Στέλλα. Τα περισσότερα φυτά, μετά τη συγκομιδή, ''σποριάζουν''. Αν, λοιπόν, κόψεις το λάχανο (ή το κρεμμύδι, μαρούλι κτλ), φυσιολογικά θα αναπτύξει βλαστούς πιο σκληρούς, ακατάλληλους για βρώση (εξαρτάται από τα γούστα, βέβαια), οι οποίοι καταλήγουν στο ''άνθος'' του φυτού από το οποίο θα γονιμοποιηθούν οι σπόροι για την επόμενη σοδειά. Αυτά, στην περίπτωση των λάχανων, είναι τα ''παραπούλια'' (εξ ού και η παροιμία για το... timing.) Το θέμα με τα λάχανα (όπως και με τα μαρούλια κτλ) είναι ότι ο βλαστός περιβάλλεται από φύλλα, τα οποία, μάλιστα, όσο πιο εξωτερικά είναι, τόσο και πιο σκούρα, σκληρά και μυρωδικά. Αυτά τα φύλλα, (πριν γίνουν τόσο σκληρά ώστε να μην τρώγονται ούτε βρασμένα) είναι οι λαχανίδες. Η σύγχυση είναι εμφανής ακόμα και σε αγροτικές περιοχές, λόγω των σύγχρονων μεθόδων καλλιέργειας, οι οποίες δεν ενθαρρύνουν το ''σπόριασμα'' του φυτού. Οπότε, πολύ συχνά, λαχανίδες και παραπούλια είναι ένα και το αυτό. Κανονικά όμως, δεν είναι.

Όσο για το πώς τα λέμε όλα αυτά στα αγγλικά, τι να σας πω... Δεν ξέρω ακριβώς, αλλά θα επανέλθω δριμύτερη!
 

Zazula

Administrator
Staff member
Βιαστικά και προχείρως για τα ψάρια (όλα θέλουν την υπομονή τους και τα νήματά τους) — άλλη ώρα:
Striped mullet είναι ο κέφαλος.
Η κουτσομούρα είναι red mullet και ειδικότερα blunt-snouted mullet.

Στειράδια είναι, λένε, οι αρσενικοί κέφαλοι. Male striped mullets?
http://en.wikipedia.org/wiki/Flathead_mullet
http://el.wikipedia.org/wiki/Κέφαλος_(ψάρι)
Εγώ πάντως τον κέφαλο (Mugil cephalus) τον βρίσκω flathead grey mullet.
To striped mullet απ' όσο κατάλαβα είναι American English για τον κέφαλο.
Άλλες ελληνικές ονομασίες για τον κέφαλο: νιάκι, μπάφα – στειράδι.

Εντωμεταξύ striped red mullet είναι το μπαρμπούνι (Mullus surmuletus).
Ενώ πράγματι σκέτο red mullet είναι η κουτσομούρα (Mullus barbatus).
 

Pericles

New member
Άλλες ελληνικές ονομασίες για τον κέφαλο: νιάκι, μπάφα – στειράδι.

Τις προάλλες που λέγαμε για τις ονομασίες των πουλιών, σε κάτι αναζητήσεις πέτυχα κι αυτές τις λέξεις. Λοιπόν, έμαθα κάτι ενδιαφέρον: σημαίνουν το ίδιο ψάρι (δηλαδή το ιδιο είδος), αλλά δεν είναι συνώνυμες. Άτομα του ίδιου είδους, σε διαφορετική φάση της ανάπτυξής τους, ονομάζονται διαφορετικά. Κάπως όπως με τα λάχανα και τα παραπούλια. Πρέπει να είναι η περίπτωση "70 λέξεις για το χιόνι": τον ψαρά δεν τον ενδιαφέρει αν είναι το ίδιο βιολογικό είδος, ή ακόμη και το ίδιο άτομο, αλλά αν π.χ. δίνει αβγοτάραχο ή όχι.
Χωρίς να παίρνω όρκο, πιθανόν να μην υπάρχει λέξη που να σημαίνει «Μugil cephalus ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, χρώματος ή θρησκεύματος». (Δεν είναι απίθανο: ούτε λέξη υπάρχει που να σημαίνει «κότα ή κόκορας» εν ταυτώ.)
Οπότε τίθεται ζήτημα αν αυτή η λογική ονοματοθεσίας έχει το αντίστοιχό της και σε άλλες γλώσσες.
 

daeman

Administrator
Staff member
Τις προάλλες που λέγαμε για τις ονομασίες των πουλιών, σε κάτι αναζητήσεις πέτυχα κι αυτές τις λέξεις. Λοιπόν, έμαθα κάτι ενδιαφέρον: σημαίνουν το ίδιο ψάρι (δηλαδή το ιδιο είδος), αλλά δεν είναι συνώνυμες. Άτομα του ίδιου είδους, σε διαφορετική φάση της ανάπτυξής τους, ονομάζονται διαφορετικά. Κάπως όπως με τα λάχανα και τα παραπούλια. Πρέπει να είναι η περίπτωση "70 λέξεις για το χιόνι": τον ψαρά δεν τον ενδιαφέρει αν είναι το ίδιο βιολογικό είδος, ή ακόμη και το ίδιο άτομο, αλλά αν π.χ. δίνει αβγοτάραχο ή όχι.
Χωρίς να παίρνω όρκο, πιθανόν να μην υπάρχει λέξη που να σημαίνει «Μugil cephalus ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας, χρώματος ή θρησκεύματος». (Δεν είναι απίθανο: ούτε λέξη υπάρχει που να σημαίνει «κότα ή κόκορας» εν ταυτώ.)
Οπότε τίθεται ζήτημα αν αυτή η λογική ονοματοθεσίας έχει το αντίστοιχό της και σε άλλες γλώσσες.

Σαφώς και συμβαίνει, ευνόητα όσο μεγαλύτερη επαφή έχει ο άμεσα ενδιαφερόμενος που έχει την ανάγκη να ξεχωρίσει τα ζώα ανάλογα με το τι τον ενδιαφέρει κυρίως, όπως ο μάστορας που ξεχωρίζει τα εργαλεία του. Αν ρωτήσουμε βοσκό πόσες ονομασίες έχει για τα ζωντανά, θα μας αραδιάσει κάμποσες. Παράδειγμα τυχαίο, σε ένα γλωσσάρι από το Μικρόβαλτο Κοζάνης:

βιτούλι (το): κατσίκι ενάμιση χρόνου
γαλάρια (τα): πρόβατα αναπαραγωγής
γίδα γκέσα (η): μαύρη (στο τρίχωμα) με κόκκινο στην κοιλιά και στα πόδια
......γκόρμπα: μαύρη
......ζαβουκέρατη: με ένα στραβό κέρατο και ένα κανονικό
......κανούτα: γκρίζα, σταχτιά
......κούλα: άσπρη
......μαρτζιλάτη: με "σκουλαρίκια" στο λαιμό
......μούσκρια: μαύρη με άσπρα στίγματα στη μούρη
......μπάλια: μαύρη με άσπρη τούφα στο κεφάλι
......μπάρτζα: μαύρη με κόκκινο στη μούρη
......πέστρα: μαύρη με άσπρο στην κοιλιά
......πισουκέρατη: με κέρατα γυριστά πίσω από τα αυτιά
......ρούσα: κόκκινη
......σιούτα: χωρίς κέρατα
......τραούσα: με μεγάλα κέρατα
......τσιούγκα: με ένα κέρατο σπασμένο
......τσιούπρα: με μικρά αυτιά
......φλόρα: άσπρη
......ψαριά: γκριζοκόκκινη
γιντσιάρκου (το): νεογέννητο
ζγούρι (το): δίχρονο αρνί
μανάρι (το): οικόσιτο αρνί
μπλιόρα (η): γίδα ή προβατίνα ενάμισι χρόνου

προβατίνα ασπρουνούρου (η): μαύρη (τρίχωμα) με άσπρη ουρά
..............γρίβα: γκρίζα
..............κάλεσα: άσπρη με μαύρα στίγματα στο κεφάλι
..............κουρνούτα: με κέρατα
..............κουτσίνου (ή κουάτσινη): άσπρη με κόκκινο στο κεφάλι
..............λάια: μαύρη
..............μπατσάρα: άσπρη με μαύρη μούρη
..............μπέλα: άσπρη
..............ρούντα: με πυκνό κατσαρό μαλλί και πλατιά ουρά
..............τσιούλα: με μικρά αυτιά
σιούτου (το): κριάρι ή γίδι χωρίς κέρατα
σιρκό (το): αρσενικό
σουγκάρια (τα): τα γεννημένα αρνιά στο τέλος της περιόδου
στιγνιάρου (η): αδύνατη, κοκαλιάρα
στριφάδι (το): γίδα ή προβατίνα με δύο γέννες



Στα αγγλικά, π.χ.:

Farm Animals and their Names
...
Sheep

Sheep are hardy, well covered animals, usually kept in the open all year round. They are not so intensively farmed as either pigs, poultry or cattle. The most important and the most profitable produce of British sheep is their lambs, wool is secondary.

Ewe - female sheep of breeding age, may be qualified as maiden ewes, not yet bred, or ewe lambs, up to one year.
Cull Ewe - finished ewes culled out for slaughter.
Gimmer - regional term for a young ewe that has not yet born a lamb.
Hogget - castrated male sheep usually 10 to 14 months old. Also used to describe an uncastrated male pig.
Lambs - young sheep still with its dam (mother) or up to five months of age. Qualified as ewe lamb or ram lamb.
Cade lamb - regional term for an orphan lamb.
Fat Lambs - finished ready for slaughter from approx four months old onwards.
Store Lambs - lambs not sold during the summer for slaughter may be kept for sale or feeding on as store lambs.
Tegs - regional term for fat lamb in second season.
Mutton - the meat of older sheep, including cull ewes.
Ram - entire male animal that has reached sexual maturity at around six months.
Theaves - another regional term for a young ewe up to first lambing.
Tup - male sheep, usually an entire breeding male ram.
Shearling - regional term for sheep up to first shearing.
Wether - male sheep castrated at an early age before secondary sexual characters have developed.

Billy Goat - male animal.
Nanny Goat - female animal.
Kid - youngster.

Όπως και για κάθε εξειδικευμένο λεξιλόγιο, δεν είναι όλα αυτά κοινά, τα ξέρουν όσοι τα χρειάζονται.
Μπίτισα με τα αιγοπρόβατα, σκυτάλη σε επόμενο ζωντανό.

Α, ναι, μια και είπες για αβγοτάραχο, Περικλή, στο Μεσολόγγι λένε λίγδες τις μικρές τσιπούρες.
Κι επειδή γράφεις για «ανεξαρτήτως φύλου», οι τσιπούρες μετά τον τρίτο χρόνο το αλλάζουν. :laugh:
 

Pericles

New member
Το είχα σκεφτεί κι αυτό με τα αιγοπρόβατα (ωραίο ζώο το αιγοπρόβατο), αλλά το θέμα είναι ότι ο βοσκός, όπως και ο άσχετος από τη βοσκική, έχουν και τις λέξεις «πρόβατο» / «γίδι» που σημαίνουν το είδος ανεξαρτήτως λοιπών χαρακτηριστικών. Για την κότα δεν έχουμε κάτι τέτοιο: ναι μεν κάποιος που «έχει κότες» μπορεί να έχει και κοκόρους μαζί, αλλά «δυο κότες» ή «τρεις κότες» ή «χίλιες κότες» είναι πάντα θηλυκές, ποτέ δεν είναι «κότες και/ή κοκόρια», δηλαδή «άτομα του είδους Cota cota [ή όπως αλλιώς λέγεται] ανεξαρτήτως φύλου».
Για τον κέφαλο έχουμε; Αυτό δεν το ξέρω.

Κι επειδή γράφεις για «ανεξαρτήτως φύλου», οι τσιπούρες μετά τον τρίτο χρόνο το αλλάζουν. :laugh:

Καλά... Άντε βγάλε συμπέρασμα!
 

bernardina

Moderator
... το θέμα είναι ότι ο βοσκός, όπως και ο άσχετος από τη βοσκική, έχουν και τις λέξεις «πρόβατο» / «γίδι» που σημαίνουν το είδος ανεξαρτήτως λοιπών χαρακτηριστικών. Για την κότα δεν έχουμε κάτι τέτοιο:

Έχουμε άλλο, όμως. Και πάω στοίχημα πως, αν ασχοληθούμε, θα βρούμε περισσότερα.:D
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Επειδή δεν βρήκα νήμα για το green με αυτή τη σημασία, και τούτο δω έχει και λάχανα :-):

Not so green as you’re cabbage-looking

Q From Laurence Horn, USA: On one of the Inspector Lewis episodes in the BBC/PBS Masterpiece Mystery series, Lewis tells Det. Sgt. Hathaway (who has just acknowledged copying a key notebook before returning it), “You’re not so green as you’re cabbage looking”. A new one on me (I had to rewind to make sure that’s what he said), but upon consulting Google I’ve learned that it’s “an old Yorkshire saying” that seems not to have made it across the pond. I’m sure you can trace its genealogy for us.

A This is a delightful folk saying. Like so many it’s sufficiently opaque to make the casual reader or viewer stop and blink. Green here means naive and it’s usually a way for a person to declare he isn’t as easily fooled as another person might think. Lewis is saying that Hathaway has surprised him by his initiative, that he might seem to be untrained or unworldly but that he has actually been rather clever. It’s more complimentary than it sounds.

A splendid example is in a report of a case at Southwark County Court in London more than a century ago, recorded in authentic voices by the court shorthand reporter. It concerned a greengrocer who was being sued for lost wages by a man he had sacked for wanting to take an evening off:
Defendant: He said “Tip me five and a kick I’ve earned and we’ll cry quits. I can’t stop ter-night, as I’ve got to meet the donah.” (Roars of laughter.)
His Honour: Is that true?
Plaintiff: No. When I’m agoin’ he says, “You can’t go now. You must clear the spuds orf ther front board.”
His Honour: And what did you say?
Plaintiff: I said I knew ’ow many beans made 5 — (laughter) — and if I wor cabbage-looking I woren’t green. (Roars of laughter).

Westminster Gazette, 3 Nov. 1898. A donah was a wife or girlfriend, via Polari from Italian donna, a woman; a kick was sixpence, an imperfect rhyme between kick and six; the front board was probably the display area in front of the shop. The man won his case and got his wages.

This is the first example in the recently revised entry for the phrase in the Oxford English Dictionary. The word play and the laughter show that the speaker’s audience knew the expression well. How long it had been in the spoken language is impossible to say. But there are hints, especially this earlier example from Australia:
The moral which the splitter extracted from the experience was to the effect that a man is not necessarily green because he is cabbage looking.
Southern Argus (Goulburn, NSW), 30 Sep. 1882. A splitter was a man who sawed and split logs.

A phrase so curious could hardly have been invented twice, so we must presume it was taken to Australia by emigrants at some earlier date still.


The phrase is still popular in Yorkshire and it’s often assumed it began there because it fits the pattern of other allusive local sayings like “well, I’ll go to the bottom of our stairs” (meaning the speaker is astonished) or “he’s all mouth and trousers” (a put-down to a pushy man). There’s no firm evidence for this, though.


It’s unknown in the US now but it appeared in a Pennsylvania newspaper in 1907 and a Texas one in 1910. We may guess that it was transplanted from its native soil by immigrants but failed to thrive. It is known from Canada from as early as 1919 and from Ireland in 1922 — James Joyce used it in Ulysses. It has long been popular in Ireland, so much so that it’s been suggested that it might be an English version of a Gaelic saying.


Today, it’s a deliberately old-fashioned usage that evokes aged relatives:
You can see why householders are right to feel browned off about the Green Deal. We need to save more — not borrow more — and it is foolish to pretend otherwise. Or, as my Aberdonian grandmothers used to say when confronted with any childish attempt at deception: “We are not as green as we are cabbage-looking.”
Daily Telegraph, 26 Jan. 2013.

OED entry for green (8.d.): to be not as green as one is cabbage-looking: to be less of a fool than might be assumed.


There's more to them Yorkshire people than meets the eye.
 

Zazula

Administrator
Staff member

Αυτό πρέπει να είναι η λαχανίδα που όπως λέει εδώ , είναι το collard green.
Βλέποντας τούτο 'δώ αναρωτήθηκα πώς θα λέγαμε το kale farming που αναφέρει.
Κale είναι λέει κάποια Brassica oleracea, άρα είναι τελικά ένα είδος ή ομάδα ειδών;
Από το, φερόμενο ως συνώνυμο του kale, leaf cabbage μπορούμε να μιλήσουμε για «πράσινα φυλλώδη λαχανικά»;
Απ' την άλλη, και το collard green κάποιοι το χρησιμοποιούν ως υπερώνυμο — είναι ανάλογη περίπτωση;
 

SBE

¥
To Kale δεν το λέμε γενικως λαχανίδα;
Είναι τροφή πολύ της μοδός, και καλλιεργείται στην Ελλάδα γιατί το έχω δει σε τσιπς κλπ ελληνικής παραγωγής στην Ελλάδα, άρα πως το λένε οι παραγωγοί του;

ΥΓ Η επόμενη διατροφική μόδα έιναι amaranth, ελληνιστί βλήτα. Έχω την εντύπωση ότι δεν θα πιάσει στην Ελλάδα, γιατι τα τρώμε ήδη.
 
Top