metafrasi banner

volatility

m_a_a_

Active member
Το Proz δίνει αστάθεια. Πιο ευρύ δεν γίνεται. Στο διαδίκτυο κυκλοφορεί και πολλή μεταβλητότητα, αν και από τη στιγμή που το πεδίο δεν απέχει και πολύ από τη στατιστική, δεν αποκλείεται μια στο τόσο να θελήσουμε να αναφερθούμε και στη variability, και σ' αυτήν την περίπτωση θα προέκυπτε σύγχυση. Έψαξα λοιπόν και διαπίστωσα ότι το Google δίνει και 262 ευρήματα στη διακυμανσιμότητα. Εσείς, ως sophisticated λεξιλόγοι, τι λέτε; Σας αρέσει;
 
Να σκεφτείς και το ουσιαστικό, volatile (market, stock, οτιδήποτε). Η διακυμανσιμότητα δεν μου αρέσει για αρκετούς λόγους, και συν τοις άλλοις δεν αποδίδει την έννοια της αστάθειας, διακυμανσιμότητα έχουν τα πάντα (μικρή ή μεγάλη) -το ίδιο βέβαια ισχύει για τη μεταβλητότητα.

Ευρύ ξεευρύ, η αστάθεια κάνει για τις περισσότερες χρήσεις.
Για τις πιο ειδικές, που θες ακρίβεια, είχα χρησιμοποιήσει κάποτε την "ευμεταβλητότητα" και βλέπω ότι δεν είμαι ο μόνος.
 

m_a_a_

Active member
Όπως είπα, υπάρχει και το variability. Δεν σκαμπάζω και πολλά κιλά από μαθηματικά, αλλά ιδού τα σχετικά λήμματα της Investopedia:

Volatility is a statistical measure of the dispersion of returns for a given security or market index. Volatility can either be measured by using the standard deviation or variance between returns from that same security or market index. Commonly, the higher the volatility, the riskier the security.

Variability is the extent to which data points in a statistical distribution or data set diverge from the average, or mean, value as well as the extent to which these data points differ from each other. There are four commonly used measures of variability: range, mean, variance and standard deviation.


Το πρώτο σκέλος του variability (the extent to which data points in a statistical distribution or data set diverge from the average, or mean, value) είναι - νομίζω - η διακύμανση: η αναμενόμενη τιμή της τετραγωνικής απόκλισης της τυχαίας μεταβλητής από τη μέση τιμή (από την ελληνική Βικιπαίδεια). Από αυτόν τον ορισμό όμως λείπει το δεύτερο σκέλος του variability (the extent to which these data points differ from each other).

Ένα Αγγλοελληνικό Λεξικό Μαθηματικών Όρων της Αριάδνης Καλογεροπούλου που βρήκα χθες κάπου σε μια κόγχη του Ιστού ορίζει το variability μέσω παραπομπής στο dispersion ως διασπορά (ενώ μόλις διαβάσαμε την Investopedia να ορίζει τη volatility ως statistical dispersion).

Εδώ κάποιος ρώτησε να μάθει τη διαφορά μεταξύ volatility και variance και πήρε πολλές και ενδιαφέρουσες απαντήσεις (πήγαινε γυρεύοντας):
http://quant.stackexchange.com/questions/226/what-is-the-difference-between-volatility-and-variance

Εγώ, με λάσκα μπούσουλα την Investopedia, καταλαβαίνω ότι η volatility πάει επί της απόδοσης ως μεταβλητής (και συνεπώς έχει δίκιο ο Sarant να λέει ότι η μεταβλητότητα υπάρχει εξ ορισμού), ενώ η variability πάει επί ενός συνόλου καταγεγραμμένων τιμών. Για τα υπόλοιπα Δ/Ξ - Δ/Α.

Α, και κάτι προτελευταίο, το συζητήσιμης αξιοπιστίας Εuretirio Οικονομικών Όρων δίνει ως υπερβολική, και όχι ακραία, μεταβλητότητα, την excessive, και όχι extreme, volatilty.

...

To επίθετο (volatile) το αποδίδω άφοβα ευμετάβλητος, αλλά στο ουσιαστικό σχεδόν πάντα ξεροκαταπίνω. Θα'χε πλάκα να μιλήσουμε για κυκλοθυμία τίτλων, αλλά δεδομένου και του context, δεν το αποτολμώ.
 

nickel

Administrator
Staff member
Μόλις την περασμένη εβδομάδα ένα «growing uncertainty and volatility» που πέρασε από τα χέρια μου, έγινε «αυξανόμενη αβεβαιότητα και αστάθεια» στα δικά μας.
 
Μια διευκρίνιση από την πλευρά μου. Δεν αναφέρθηκα σε στατιστικό όρο (αυτός απ' όσο ξέρω αποδίδεται συνήθως με το σκέτο μεταβλητότητα, τουλάχιστον από τη γραφίδα οικονομολόγων). Αναφέρθηκα στην κοινή χρήση του όρου σε οικονομικά κείμενα, όπου συνήθως πρόκειται για μεγάλη μεταβλητότητα, για περίπτωση να εξανεμιστούν μεγάλα ποσά εν ριπή οφθαλμού. Πρόκειται για μια κοινή σημασία των volatility/volatile, που αναφέρεται σε πολλά λεξικά, π.χ.:
volatile (of prices, values, etc.) tending to fluctuate sharply and regularly: volatile market conditions. [Dictionary.com]
volatile likely to change in a very sudden or extreme way [Webster]
volatile (of circumstances) liable to sudden, unpredictable, or explosive change [Collins]
volatile Liable to change rapidly and unpredictably, especially for the worse [Oxford]
volatile stock Stock that moves up and down in value quickly and by large amounts [Financial Times]

Χρειάζεται λοιπόν μεγάλη προσοχή στα συμφραζόμενα, επειδή συνήθως το σκέτο volatile σημαίνει highly volatile (ω, ναι) και τα ανάλογα ισχύουν για τη volatility. Μου έχει τύχει βέβαια να μεταφράσω το volatility με το σκέτο μεταβλητότητα, αλλά πάντα βάσει συμφραζομένων. Η ευμεταβλητότητα θα ήταν μια κάποια λύση, αλλά δεν χρησιμοποιείται καθόλου. Από την άλλη, το volatile συχνότατα σημαίνει τουλάχιστον (πολύ) ευμετάβλητος ή (πολύ) ασταθής, και όχι βέβαια μεταβλητός!
 
Ενημερωτικά να αναφέρω ότι ένα λεξικό μου δίνει την «εκρηκτικότητα» μαζί με την «αστάθεια» και τη «μεταβλητότητα» αλλά συντάσσομαι με τον Θέμη (η «ευμεταβλητότητα» ήταν η πρώτη απόδοση που σκέφτηκα):

Η ευμεταβλητότητα θα ήταν μια κάποια λύση, αλλά δεν χρησιμοποιείται καθόλου. Από την άλλη, το volatile συχνότατα σημαίνει τουλάχιστον (πολύ) ευμετάβλητος ή (πολύ) ασταθής, και όχι βέβαια μεταβλητός!
 

pontios

Well-known member
Αν μπορούσα να επιβάλλω το Αγγλικό ιδίωμα στο Ελληνικό ... τότε θα πρότεινα κάτι σαν το "αλλοπρόσαλλες διακυμάνσεις" ή το "αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά" (της αγοράς, κτλ); .. i.e., something that equates to "erratic fluctuations" or "erratic behaviour".

Δεν ξέρω πόσο φυσικά ακούγονται (στα Ελληνικά αυτιά σας) - τα δυο που πρότεινα;
 
Αν μπορούσα να επιβάλλω το Αγγλικό ιδίωμα στο Ελληνικό ... τότε θα πρότεινα κάτι σαν το "αλλοπρόσαλλες διακυμάνσεις" ή το "αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά" (της αγοράς, κτλ); .. i.e., something that equates to "erratic fluctuations" or "erratic behaviour".
Δεν ξέρω πόσο φυσικά ακούγονται (στα Ελληνικά αυτιά σας) - τα δυο που πρότεινα;
Μου ακούγονται πολύ φυσικά, αλλά νομίζω ότι μετατοπίζουν την έμφαση στο απρόβλεπτο, στο δυσερμήνευτο, στο χωρίς λογική (ενώ π.χ. ευλόγως αναμένεται άνοδος της τιμής, σημειώνεται πτώση). Η έμφαση της volatility είναι στο μέγεθος της διακύμανσης, ιδίως καθοδικής (ενώ π.χ. ευλόγως αναμένεται πτώση της τιμής, σημειώνεται μια αβυσσαλέα κατακρήμνιση). Μιλάμε δηλαδή για overshooting: η διακύμανση υπερβαίνει κατά πολύ το ευλόγως αναμενόμενο. Ίσως πιο κοντά στο volatility να βρίσκεται η νευρικότητα της αγοράς, που είναι έτοιμη να κάνει την τρίχα τριχιά.
 

nickel

Administrator
Staff member
Ίσως πιο κοντά στο volatility να βρίσκεται η νευρικότητα της αγοράς, που είναι έτοιμη να κάνει την τρίχα τριχιά.

Πολύ ωραίο.

Derivative markets fall to jitters as volatility levels jump for Trump

Χιλιάδες τα παραδείγματα όπου jitters και volatility κάνουν στενή παρέα. :)

https://www.google.gr/search?q=jitters+volatility+markets&sourceid=chrome&ie=UTF-8
 

pontios

Well-known member
Πέρασε από το νου και η "νευρικότητα" της μάρκετας.

Jittery markets may lead to volatility ..may cause wild fluctuations (but not always - sometimes nervous traders may simply stop participating, become skittish and decide to sit on the sidelines - and the price goes sideways).
Jittery does not mean volatile. Maybe I'm confusing jittery with skittish?

Whereas one of the definitions of erratic is volatile and ever-changing. So I was hoping that αλλοπρόσαλλος would similarly convey that?
Erratic also means unpredictable, unstable.

Erratic
1.
not even or regular in pattern or movement; unpredictable.
"her breathing was erratic"
synonyms: unpredictable, inconsistent, changeable, variable, inconstant, uncertain, irregular, unstable, turbulent, unsteady, unsettled, unreliable, undependable, changing, ever-changing, volatile, varying, shifting, fluctuating, fluid, mutable, protean, fitful, wavering, full of ups and downs; More
 

pontios

Well-known member
Το iPad συνεχίζει να συμπεριφέρεται "αλλοπρόσαλλα" και να με "εκνευρίζει" .... "μαρκέτας", πρώτη γραμμή ...,ο τόνος πηγαίνει/πέφτει στο "ε"!
 

m_a_a_

Active member
Kαι πάνω που το σκεφτόμουν, βλέπω ότι το νήμα εξακολουθεί να ξετυλίγεται... Ωραία η νευρικότητα, την είχα λησμονήσει, ως κι η εκρηκτικότητα μ' άρεσε περισσότερο από την αστάθεια νομίζω (αν και ακόμα το σκέφτομαι)... Τη δε μεταβλητότητα την απορρίπτω, γιατί και να μην μπλέκει με στατιστική ορολογία το κείμενο, δεν μου φαίνεται καθόλου απίθανο να συναντήσω μία πρόταση του στιλ: Variability may be an intrinsic feature of any given security that no investor has ever objected to, but this recent volatility has really been a pain in the @$$ (δικής μου κοπής).

As for post #10, Themis, objection sustained. BUT:

volatile

1 (of a substance) easily evaporated at normal temperatures:
‘volatile solvents such as petroleum ether, hexane, and benzene’

2 Liable to change rapidly and unpredictably, especially for the worse:
‘the political situation was becoming more volatile’
or
‘Anyone in a tracker fund now has their wealth concentrated in a much narrower range of shares, many of which are likely to be highly volatile.’
or
‘But since this market is volatile and unpredictable, no guarantees are possible.’
or
‘Nevertheless, the upside from oil prices is offset by their future unpredictability, with the volatile movements of this one global commodity determining how earnings may change.’

2.1 (of a person) liable to display rapid changes of emotion:
‘a passionate, volatile young man’
or
‘He's a really volatile guy and I'm kinda scared by it.’

3 (of a computer's memory) retaining data only as long as there is a power supply connected.

(από Oxford)


Point being: Το επικρατούν συγκείμενο μπορεί να είναι αυτό που περιγράφεις, (αυξημένη μεταβλητότητα και όχι αλλοπρόσαλλες κατευθύνσεις), αλλά στ' αφτιά του native το connotation είναι πάντα εκεί, θαρρώ (volatile=μακριά από μας, σα να λέμε).

Πάντως, ο εγχώριος Τύπος (αυτό σκεφτόμουν πριν μπω να δω αν έχει γραφτεί τίποτα καινούριο εδώ πέρα) χαρακτηρίζεται – και στα χρηματοοικονομικά – από μια κάποια δειλία (μπορεί και να 'μαι στις ξινές μου – εσείς θα μου πείτε...) Οι Αμερικανοί γράφουν κυριολεκτικά ό,τι τους κατέβει. Στο Business Insider (μιλιούνια περατζάδα – ο ορισμός της “πιάτσας” στo συγκεκριμένο χώρο) ως και “Stocks gone bananaz” έχω διαβάσει. Κι οι δικοί μας ακόμα στο ράλι έχουν μείνει. Και γιατί να μην πηγαίνουν “τρένο” οι αγορές, να μην πούμε “ζουρλάθηκαν οι μετοχές”, “στο Χ.Α. παίζουν τυφλόμυγα” και άλλα τέτοια; (Ρητορικό το ερώτημα.)
 

pontios

Well-known member
Ωραία τα είπες, m_a_a_.


Το volatility του αυτιού μου (my native English ear) χαρακτηριζεται απο τρελές και αλλοπρόσαλλες διακυμάνσεις.
 

m_a_a_

Active member
Να προσθέσω κάπου εδώ και το ξακουστό ρήμα "slide", αντιπαραβάλλοντάς το με κάτι (δι)ολισθαίνει, λέει, η μετοχή...

Ο Κ. Ιωαννίδης που "δίνει" το Market Beat της Ναυτεμπορικής γράφει συχνά-πυκνά το "γλίστρησε", αλλά η μοναξιά του είναι θλιβερή. Εγώ πάλι αν είχα και το κατάλληλο βήμα θα 'λεγα και "παραπάτησε"...
 
Top