metafrasi banner

stalker, stalking

nickel

Administrator
Staff member
Είχα προτείνει στο παρελθόν τη φράση αθέατος διώκτης σαν απόδοση για το stalker.

Σε λεξικά που έχουν κυκλοφορήσει έκτοτε βρίσκω την ίδια απόδοση στο Α-Ε του Ρίζου, καθώς και:
stalker = ενοχλητικός ή/και επικίνδυνος θαυμαστής / οπαδός (Πατάκη)

Στη Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας (Council of Europe Convention on preventing and combating violence against women and domestic violence), βρίσκω:

Article 34 – Stalking
Parties shall take the necessary legislative or other measures to ensure that the intentional conduct of repeatedly engaging in threatening conduct directed at another person, causing her or him to fear for her or his safety, is criminalised.


Άρθρο 34- Μη εμφανής παρακολούθηση ή παρενόχληση (Stalking)
Τα Μέρη θα λαμβάνουν τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα προκειμένου να διασφαλίσουν την ποινικοποίηση της εσκεμμένης συμπεριφοράς η οποία κατατείνει στην επαναλαμβανόμενη απειλητική συμπεριφορά κατά άλλου προσώπου, προκαλώντας τον
φόβο για τον ίδιο ή την ασφάλειά του.


Στο slang.gr έχουν καταθέσει το κακοπροφερμένο στόλκερ, που είναι μια σχεδόν αναπόφευκτη επιλογή του Μήτσου.
stalker/ στόλκερ: Διεθνής λέξη του διαδικτύου, από το αγγλικό ρήμα stalk (= καταδιώκω/παρακολουθώ αθέατος, παραφυλάω).
http://www.slang.gr/lemma/show/stalker__stolker_10406

Άλλες σοδειές υπάρχουν;
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Πάει, χάλασε ο Μήτσος. Ο αυθεντικός Μήτσος μάλλον "στάλκερ" θα έπρεπε να λέει.
 

nickel

Administrator
Staff member
Γι' αυτό και το... «σχεδόν». Αλλά το Στάλκερ το έχει καπαρώσει η ταινία του Ταρκόφσκι και το Στόκερ ο μπαμπάς του Δράκουλα Μπραμ Στόκερ (που κανονικά προφέρεται Στόουκερ, αλλά ο Μήτσος...).
 

Zazula

Administrator
Staff member
Πέρα από ουσ. στόλκερ, και ρ. στολκάρω:

Είπα να ρίξω μια ματιά στο λεξικό Πατάκη και πέτυχα το εξής «λήμμα του μήνα»:

στολκάρω [stolkáro]

[ΑΟΡ στόλκαρα και στολκάρισα (απρμ. (μόνο) στολκάρει)]

(κυρίως στη διαδικτυακή αργκό)

ΜΤΒ (+αιτ.)

Παρακολουθώ συνεχώς και με μανία τον λογαριασμό που έχει κάποιος σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης (φέισμπουκ, τουίτερ κτλ.), κυρίως επειδή έχω αισθηματικό ενδιαφέρον ή περιέργεια γι’ αυτόν κι επιθυμώ να μάθω πλήρως όλες τις κινήσεις του, τις επαφές του με άλλους, τις συνήθειές του κτλ.

Την είχε πατήσει άγρια μαζί της και περνούσε τον χρόνο του στολκάροντας το προφίλ της στο φέισμπουκ

Έχω μια κουτσομπόλα ξαδέλφη που μονίμως στολκάρει τον λογαριασμό μου στο τουίτερ
 

nickel

Administrator
Staff member
Ευτυχώς, το στολκάρισμα δεν το έχει πει κανείς ακόμα.



Ουπς...
 
Top