Teo
Member
Χιχι, το προηγούμενο νήμα αναφέρεται πάλι στο όρο "retiro", με άλλη έννοια ωστόσο.
Σύμφωνα με το συγγραφέα του βιβλίου που μεταφράζω, οι εργαζόμενοι του συνεταιριστικού κινήματος, αφου δεν υπάρχει μισθωτή σχέση εργασίας, δεν ονομάζουν τις αποδοχές απο την εργασία τους "μισθό" ("salario") αλλα "retiro".
πχ
Αυτη η λέξη δεν έχει ακριβη μετάφραση στα ελληνικά, αλλα βγαίνει απο το ρημα retirar που σημαίνει (μεταξύ άλλων) "αποσύρω, κάνω ανάληψη", οπότε η πιο κοντινή σημασιολογικά απόδοση για το "retiro" στη συγκεκριμένη χρήση του είναι "ανάληψη".
Αυτό έχει την έννοια ότι όλοι μαζί δημιουργούν τον κοινό πλούτο και όλοι μαζι αποφασίζουν πόσο απο αυτόν θα "αποσύρουν", θα "σηκώσουν" για τις μηνιαίες τους αποδοχές.
Στην Ελλάδα σε ανάλογες περιπτώσεις έχει επικρατήσει ο όρος "αμοιβή", αλλα έχει τη συνυποδήλωση της ανταποδοτικότητας/αμοιβαιότητας που δεν υπάρχει στο "retiro".
Εναλλακτικα θα το ονομάσουμε "απολαβή", χρησιμοποιείται όμως στον ενικό με την έννοια εισόδημα; Στο γκούγκλη βρίσκω "απολαβή" μονο με την τεχνική της έννοια ("gain").
Πως θα το αποδίδατε;
Σύμφωνα με το συγγραφέα του βιβλίου που μεταφράζω, οι εργαζόμενοι του συνεταιριστικού κινήματος, αφου δεν υπάρχει μισθωτή σχέση εργασίας, δεν ονομάζουν τις αποδοχές απο την εργασία τους "μισθό" ("salario") αλλα "retiro".
πχ
"temas que aparecen como más inmediatos, como el monto, aumento o disminución de los retiros, la necesidad de determinadas inversiones, la incorporación de nuevos trabajadores o puntuales problemas entre los asociados por distintas cuestiones suelen ocupar la totalidad del temario de las reuniones. "
Αυτη η λέξη δεν έχει ακριβη μετάφραση στα ελληνικά, αλλα βγαίνει απο το ρημα retirar που σημαίνει (μεταξύ άλλων) "αποσύρω, κάνω ανάληψη", οπότε η πιο κοντινή σημασιολογικά απόδοση για το "retiro" στη συγκεκριμένη χρήση του είναι "ανάληψη".
Αυτό έχει την έννοια ότι όλοι μαζί δημιουργούν τον κοινό πλούτο και όλοι μαζι αποφασίζουν πόσο απο αυτόν θα "αποσύρουν", θα "σηκώσουν" για τις μηνιαίες τους αποδοχές.
Στην Ελλάδα σε ανάλογες περιπτώσεις έχει επικρατήσει ο όρος "αμοιβή", αλλα έχει τη συνυποδήλωση της ανταποδοτικότητας/αμοιβαιότητας που δεν υπάρχει στο "retiro".
Εναλλακτικα θα το ονομάσουμε "απολαβή", χρησιμοποιείται όμως στον ενικό με την έννοια εισόδημα; Στο γκούγκλη βρίσκω "απολαβή" μονο με την τεχνική της έννοια ("gain").
Πως θα το αποδίδατε;