metafrasi banner

refugee

Μετά από εξέγερση των ρομπότ εναντίον των ανθρώπων, οι τελευταίοι εγκαταλείπουν τις πόλεις και καταφεύγουν στην ύπαιθρο (της χώρας τους) για να σωθούν. Στο βιβλίο οι συγκεγκριμένοι αναφέρονται ως refugees. Κάτι δεν μου πάει καλά με την απόδοση πρόσφυγες. Πρόσφυγας είναι αυτός που περνάει σε άλλη χώρα, αλλά στη συγκεκριμένη περίπτωση μιλάμε για εντός της χώρας άτακτη φυγή.
Εδώ βρήκα και την πρόταση (εκτοπισθέντες ή εκτοπισμένοι) του nickel για το evacuees.
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλημέρα. Νομίζω ότι το λέει έτσι για να περιγράψει αυτούς που καταφεύγουν (αναζητούν άσυλο / καταφύγιο / refuge) στην ύπαιθρο, όπως είναι η αρχική σημασία τού πρόσφυγα («πρόσωπο που καταφεύγει κάπου για να ζητήσει προστασία»). Να βάλουμε στη συζήτηση και τους ξεσπιτωμένους. Ίσως, πάντως, να θέλει μια προδοσία, π.χ. φυγάδες.
 
Η πρώτη μου επιλογή ήταν το φυγάδες γιατί το πρόσφυγες δεν μου ταίριαζε με τίποτα. Το θέμα είναι ότι το φυγάς παραπέμπει σε παράνομη δραστηριότητα. Δυστυχώς το ξεσπιτωμένοι δεν θα στεκόταν με τίποτα στο κείμενο γιατί υπάρχει επανάληψη του refugees σε πολλά σημεία, οπότε χρειάζομαι λέξη που να αποφεύγει πολλές κακοτοπιές!
 

nickel

Administrator
Staff member
Απόλυτα δικαιολογημένοι οι δισταγμοί σου· δεν διαφέρουν άλλωστε από τους δικούς μου. Τώρα ξεψειρίζω τα διωγμένοι και κατατρεγμένοι. (Να δεις που θα καταλήξεις με τους πρόσφυγες στην ύπαιθρο, που θα μείνουν σκέτοι πρόσφυγες στην επανάληψη.)
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Γιατί σε ενοχλεί ο φυγάς; ΛΚΝ: φυγάς ο [fiγás] Ο1 : αυτός που διαφεύγει κρυφά σε ξένη χώρα, επειδή διώκεται (δικαστικά, πολιτικά κτλ.) στην πατρίδα του: Φυγάδες του δικτατορικού καθεστώτος κατέφυγαν σε γειτονικές χώρες. Νομίζω ότι ταιριάζει 100%: Φυγάδες του ρομποτικού καθεστώτος κατέφυγαν στην ύπαιθρο...
 
Γιατί σε ενοχλεί ο φυγάς; ΛΚΝ: φυγάς ο [fiγás] Ο1 : αυτός που διαφεύγει κρυφά σε ξένη χώρα, επειδή διώκεται (δικαστικά, πολιτικά κτλ.) στην πατρίδα του: Φυγάδες του δικτατορικού καθεστώτος κατέφυγαν σε γειτονικές χώρες. Νομίζω ότι ταιριάζει 100%: Φυγάδες του ρομποτικού καθεστώτος κατέφυγαν στην ύπαιθρο...
Αρχικά είχα χρησιμοποιήσει σε όλο το κείμενο το φυγάδες. Μετά, κάτι το μικρόβιο της αμφιβολίας που προσβάλλει συχνά έναν μεταφραστή, κάτι η εντύπωση ότι το φυγάς συνδέεται αποκλειστικά με παράνομη δραστηριότητα, άλλαξα γνώμη. Τελικά μάλλον θα καταλήξω στην αρχική μου επιλογή, δηλαδή το φυγάς!
 

unique

Member
Νομίζω ότι δεν θα έπρεπε να εγκαταλείψεις τόσο αβασάνιστα το "πρόσφυγες". Αν δεν κάνω λάθος ο ΟΗΕ το χρησιμοποιεί για όλους τους ξεσπιτωμένους ανεξάρτητα αν καταφεύγουν στην δική τους ή σε άλλη χώρα.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Και οι δύο όροι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Για το ποιος είναι πιο ταιριαστός, ίσως μπορείς να αποφασίσεις με βάση την ετυμολογία. Φεύγουν αυτοί οι άνθρωποι ή προσφεύγουν κάπου;
 

nickel

Administrator
Staff member
Πάντως, είτε με refugees είτε με fugitives (< λατ. fugio), είτε με πρόσφυγες είτε με φυγάδες, από το φεύγω δεν ξεφεύγεις.
:)
 
Και οι δύο όροι θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν. Για το ποιος είναι πιο ταιριαστός, ίσως μπορείς να αποφασίσεις με βάση την ετυμολογία. Φεύγουν αυτοί οι άνθρωποι ή προσφεύγουν κάπου;
Κατά κύριο λόγο καταφεύγουν στην ύπαιθρο για να γλιτώσουν, όπου και σχηματίζουν καταυλισμούς. Δηλαδή δεν προσφεύγουν σε κάποιον για να τους προστατεύσει. Υπό αυτήν την έννοια, το φυγάς φαντάζει περισσότερο ταιριαστό.
 

unique

Member
ΛΚΝ:
πρόσφυγας ο [prósfiγas] Ο5 : αυτός που αναγκάζεται ή εξαναγκάζεται να εγκαταλείψει την πατρίδα του ή τον τόπο της μόνιμης κατοικίας του και να καταφύγει σε μια ξένη χώρα ή στη χώρα της εθνικής του προέλευσης, συνήθ. πληθ., για πληθυσμούς ή για άτομα που μετακινούνται ομαδικά: Οι πρόσφυγες από τη Mικρά Aσία, οι ελληνικοί πληθυσμοί που ήρθαν στην Ελλάδα μετά τη Mικρασιατική Kαταστροφή. Kύματα προσφύγων εγκαταλείπουν τις περιοχές όπου μαίνεται ο πόλεμος. Πολιτικοί / οικονομικοί πρόσφυγες, που εγκατέλειψαν τη χώρα τους για πολιτικούς / οικονομικούς λόγους. Στρατόπεδα προσφύγων, για προσωρινή εγκατάσταση. (Zούμε) σαν (τους) πρόσφυγες, για προσωρινή και χωρίς ανέσεις εγκατάσταση. προσφυγάκι το YΠΟKΟΡ.
 
Top