Καλημέρα σε όλους,
ήθελα να ρωτήσω αν προβληματίζεται κανείς με τη χρήση του πρώτου, κυρίως, ρήματος. Βρίσκω συχνά σε κείμενά μου φράσεις όπως η εξής:
Αναρωτιέμαι έτσι τα εξής:
α) μήπως οι συντάκτες μπερδεύουν το purport με το perpetrate, μήπως, δηλαδή, εννοούν οποιαδήποτε μεταβίβαση η οποία διενεργηθεί;
β) μήπως το purport έχει και άλλη σημασία που δεν έχω καταφέρει ακόμα να τη βρω;
γ) ή μήπως όντως εννοούν σκοπούμενη και το παραζαλίζω;
ήθελα να ρωτήσω αν προβληματίζεται κανείς με τη χρήση του πρώτου, κυρίως, ρήματος. Βρίσκω συχνά σε κείμενά μου φράσεις όπως η εξής:
Any such purported transfer, assignment or delegation without such prior written consent shall be null and void.
Το ρήμα purport ωστόσο ορίζεται ως εξής:1. To have or present the often false appearance of being or intending; profess: selfish behavior that purports to be altruistic.
2. To have the intention of doing; purpose.
Λογικά, επομένως, θα διαλέγαμε το δεύτερο ορισμό και θα μεταφράζαμε κάπως έτσι:2. To have the intention of doing; purpose.
Οποιαδήποτε σκοπούμενη μεταβίβαση [μπλα μπλα] θα είναι άκυρη.
Πώς, ωστόσο, ορίζεται ότι θα είναι άκυρη μια μεταβίβαση η οποία ουσιαστικά δεν έχει γίνει;Αναρωτιέμαι έτσι τα εξής:
α) μήπως οι συντάκτες μπερδεύουν το purport με το perpetrate, μήπως, δηλαδή, εννοούν οποιαδήποτε μεταβίβαση η οποία διενεργηθεί;
β) μήπως το purport έχει και άλλη σημασία που δεν έχω καταφέρει ακόμα να τη βρω;
γ) ή μήπως όντως εννοούν σκοπούμενη και το παραζαλίζω;