metafrasi banner

punster = λογοπαίκτης, ευφυολόγος

nickel

Administrator
Staff member
Στα λεξικά που κοίταξα ο punster αποδίδεται με τις ελληνικές ευφυολόγος και καλαμπουρτζής. Ωστόσο, χωρατατζής και καλαμπουρτζής είναι περισσότερο ο jokester (το καλαμπούρι έχει πάψει να σημαίνει αποκλειστικά «λογοπαίγνιο», ενώ το γαλλικό calembour μένει στα ίδια, σύμφωνα με τα λεξικά μου), ενώ το ευφυολόγημα μού αρέσει, αλλά δεν παύει να είναι κι αυτό υπερώνυμο: witticism, και ο ευφυολόγος, wit. Το λογοπαίγνιο είναι ένα συγκεκριμένο παιχνίδι με τις σημασίες και τους ήχους των λέξεων. Και όσο πιο συχνά χρησιμοποιούμε τον λογοπαίκτη, τόσο πιο συχνά θα ακριβολογούμε. Η λέξη υπάρχει στο λεξικό του Παπύρου (και στον Δημητράκο και στον Σταματάκο), το οποίο γράφει:

λογοπαίκτης
ο· αυτός που κάνει λογοπαίγνια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ., στον λόγιο πληθ. τ. λογοπαῖκται, μαρτυρείται από το 1890 στον Γρηγόριο Ξενόπουλο].


Η λέξη έχει αρκετά ευρήματα και στο διαδίκτυο (μεταξύ των οποίων θα βρούμε και τον λεξιλάγνο-λογοπαίκτη Ζάζουλα) ώστε να ξαναμπεί στα λεξικά.

Αφού είπα τον καλό μου λόγο για τον λογοπαίκτη, να περάσω και στη παρουσίαση της ιστορίας του λογοπαιγνίου: The Pun Also Rises: How the Humble Pun Revolutionized Language, Changed History, and Made Wordplay More Than Some Antic (Προχτές κυκλοφόρησε.) [Amazon]

Τα παρακάτω είναι από παρουσίαση στη New York Times:

John Pollack is an admitted compulsive pun maker. He claims that his first complete sentence was “Bears go barefoot.” […]

Mercifully, once Pollack has finished describing this contest in excruciating detail, he has a number of things to say that are intelligent instead of clever.

He rightly gives the pun the broadest definition, encompassing all the linguistic, symbolic and even gestural ambiguities of communication. […]

Most of the book, however, is devoted to the history and significance of punning. The recorded history of the pun goes back further than the recorded history of almost anything else. In the caves of our Paleolithic ancestors, 35,000-year-old figurines have been found, each appearing to be a naked woman when viewed from one angle and an erect penis when viewed from another. The human tendency to pun is carved in stone. […]

The problem with Pollack’s historical survey of puns is that it misses the greatest puns in history. He ignores many of the best practitioners of the idiom — Jesus and Sir Charles Napier, to name two. Jesus said to his disciple Peter, “Upon this rock I will build my church.” That was not only a pun on Peter’s name, which means rock, but also a pun on the character of Peter, who, in the garden of Gethsemane, would deny Jesus thrice before cockcrow. […]

He also gives short shrift to the Marx Brothers, even though the “contract scene” in “A Night at the Opera” contains perhaps the 20th century’s most famous pun.
Groucho: “That’s in every contract. That’s, that’s what they call a ‘sanity clause.’ ”
Chico: “You can’t fool me. There ain’t no Sanity Claus.” […]

The trouble with puns is that they’re cute. Humor has nothing to do with the cute. Humor is how we cope with violated taboos and rising anxieties — and rising gorges, too. Humor is our response to the void of absurdity. We laugh when we don’t know what the hell else to do. Michael O’Donoghue, an original contributor to National Lampoon and the first head writer for “Saturday Night Live,” said that humor is not about a kitten tangled in a ball of string — unless the kitten strangles. […]
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Εδώ και πολύ καιρό έχω αδυναμία στον γνωστό punster Bar-Bar ή Κώστα Παύλου Παναγιωτόπουλο.

 

Zazula

Administrator
Staff member
Καλός κι άγιος ο λογοπαίκτης (άλλωστε είναι γνωστή τοις γκούγκλι η υιοθέτηση της λέξης από μένα), αλλά εγώ εδώ και λίγο καιρό αναρωτιέμαι πώς να τύχει εκμετάλλευσης ο λογομπαίχτης... Μήπως "αυτός που εμπαίζει τη λογική" (αφού λόγος σημαίνει και λογική, μεταξύ άλλων); :inno:

ΥΓ Αλεξάνδρα, κι εγώ είμαι μέγας φαν τού Bar Bar από μικρός!
 

nickel

Administrator
Staff member
Ο ατακαδόρος, πάντως, είναι πρωτίστως ο ετοιμόλογος, αφού η ατάκα είναι η άμεση απάντηση.

ατάκα 3. (κατ' επέκτ.) η μεμονωμένη φράση ή η φράση που έρχεται ως άμεση (ετοιμόλογη και συνήθ. ειρωνική) απάντηση στα λεγόμενα άλλου: πετυχημένη ατάκα. (ΛΝΕΓ)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Ο ατακαδόρος, πάντως, είναι πρωτίστως ο ετοιμόλογος, αφού η ατάκα είναι η άμεση απάντηση.
Είναι προφανές πλέον ότι έχουμε διαφορετικό ιδιόλεκτο. ;)
 

Zazula

Administrator
Staff member
...καλαμπουρτζής είναι περισσότερο ο jokester (το καλαμπούρι έχει πάψει να σημαίνει αποκλειστικά «λογοπαίγνιο», ενώ το γαλλικό calembour μένει στα ίδια, σύμφωνα με τα λεξικά μου.
Το γαλλ. calembour έδωσε και το ρωσ. каламбур (προφ. καλαμπούρ· και ρ. каламбурить), το οποίο επίσης σημασιακά παρέμεινε περιορισμένο συγκεκριμένα στο λογοπαίγνιο και μόνο.

Α, επίσης μην ξεχάσουμε και τον ελληνικό όρο παρονομασία. Άλλωστε μας βοηθά να καταλάβουμε ότι ο ελάχιστος κοινός παρονομαστής είναι the least common punster! ... Αχ, άλλο ένα νήμα που κατέληξε στον ίδιο παρονομαστή... :twit:
 
Last edited by a moderator:

Cadmian

New member
Νίκελ, δεν διαφωνώ, αλλά έχω την εντύπωση πως η έκφραση pun intended που κοτσάρουνε πολλές φορές έχει ακριβώς αυτή τη σημασία, της άμεσης απάντησης.
 

nickel

Administrator
Staff member
Νίκελ, δεν διαφωνώ, αλλά έχω την εντύπωση πως η έκφραση pun intended που κοτσάρουνε πολλές φορές έχει ακριβώς αυτή τη σημασία, της άμεσης απάντησης.

Κοτσάρουν το «pun intended» μόνο όταν έχει προηγηθεί λογοπαίγνιο, για δύο λόγους: ο ένας είναι για να μη νομίζουν οι αναγνώστες ότι του ξέφυγε του συντάκτη και το έγραψε. Ο κυριότερος όμως είναι για να τους κάνει να προσέξουν ότι έκανε λογοπαίγνιο!
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Συμφωνώ ότι το pun intended λέγεται μόνο για προηγηθέν λογοπαίγνιο, και όχι για άμεση και ετοιμόλογη απάντηση. Εξάλλου, πολλές φορές θα το συναντήσουμε σε γραπτά κείμενα, που δεν έχουν καμιά σχέση με αμεσότητα.
 

Cadmian

New member
Ναι, αλλά και πάλι σε ατάκα δεν αντιστοιχεί; Ασχέτως προθέσεως (intended-unintended κλπ).

Έντιτ: Για να μην υπάρξει παρερμηνεία, εννοώ σε αυτό που στον δικό μας λόγο ή ιδιόλεκτο αποκαλούμε ή προσδιορίζουμε ως ατάκα.
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Όχι, αυτό λέω, ότι δεν αντιστοιχεί οπωσδήποτε σε ατάκα. Μπορεί να υπάρχει ένα λογοπαίγνιο, σκόπιμο ή μη, μέσα σε οποιοδήποτε κείμενο, και δεν νομίζω ότι ονομάζουμε συνολικά ατάκες τις προτάσεις ενός γραπτού κειμένου. Δες π.χ. τα παραδείγματα που βρίσκουμε στην ανάλυση του slang. gr για το συγκεκριμένο θέμα:

O Jake Gyllenhaal ανδρώθηκε ως ηθοποιός με τον ρόλο του γκέι στο Brokeback Mountain (no pun intended).
Με τον πυροβολισμό του δεκαπεντάχρονου, εξοστρακίστηκε απ' την κοινωνία μας η ανθρωπιά, η αξιοπρέπεια (pun intended).


Το αν είναι "ατακαδόρος" αυτός που είναι ετοιμόλογος ή αυτός που λέει λογοπαίγνια, ίσως είναι όντως θέμα ιδιόλεκτου. Στο δικό μου ιδιόλεκτο είναι αυτό που λέει ο Nickel, δηλαδή αυτός που πετάει έξυπνες ατάκες, χωρίς απαραίτητα να περιέχουν λογοπαίγνια.
 

nickel

Administrator
Staff member
Έχουμε μπερδέψει τις ατάκες μας; Υπάρχει η ατάκα στο θέατρο, που δεν είναι εξυπνάδα, απλώς είναι μια μεμονωμένη φράση. Επικαλούμαι πάλι το ΛΝΕΓ:
2. (στο θέατρο) μεμονωμένη φράση ηθοποιού σε στιχομυθία: ο ρόλος του είναι εντελώς ασήμαντος· λέει μόνο μία ατάκα. | γνωστή ατάκα.

Προφανώς, οι γνωστές ατάκες, που μένουν, είναι ευφυείς, δεν είναι ωστόσο λογοπαίγνια. Ούτε είναι λογοπαίγνια οι ετοιμόλογες απαντήσεις, αυτές που δίνεις σε ρυθμό πινγκ πονγκ, αν και συχνά αξιοποιούν το λογοπαικτικό στοιχείο. Το pun intended λέγεται αποκλειστικά στις περιπτώσεις που έχουμε το παιχνίδι των σημασιών και των ήχων. Όταν παίζουμε με διπλή σημασία ή ακουμπάμε στον ήχο μιας προηγούμενης λέξης, ο ακροατής ή ο αναγνώστης μας μπορεί να μην καταλάβει τον κόπο που καταβάλαμε για χάρη του, οπότε του κάνουμε και μια επισήμανση.

(Γράφτηκε την ίδια ώρα με της Αλεξάνδρας. Είναι επιγονικό και όχι επιγονατικό. Multiple pun intended.)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Για τη φράση pun intended έχω την αίσθηση (διορθώστε με αν κάνω λάθος) πως δεν το προσεγγίζετε σωστά: Νομίζω, λοιπόν, ότι το pun intended είναι φράση μεταγενέστερη κι ότι προηγήθηκε το no pun intended. Δηλαδή, αρχικά ορισμένοι συγγραφείς που ήθελαν να μην παρεξηγηθεί κάτι που έγραφαν σε κάποιο σημείο, έβαζαν σε παρένθεση «no pun intended», έτσι ώστε η ανάγνωση να γίνει αποκλειστικά μονοσήμαντα και χωρίς αναζήτηση συγκεκαλυμμένου μηνύματος (ή ειρωνείας, σχολίου, καρφιού, αστεϊσμού κλπ) ανάμεσα στις γραμμές. Στη συνέχεια, ορισμένοι άρχισαν να χρησιμοποιούν το «no pun intended» εντός παρενθέσεων, ενώ έγραφαν ή μίλαγαν εν γνώσει τους με τη γλώσσα στο μάγουλο (sic), θέλοντας έτσι να κάνουν το κείμενό τους πιο ατακτούλικο, σκαμπρόζικο, αμφίσημο και ενδιαφέρον — σαν να έκλειναν ματάκι στον αναγνώστη (στον δε προφορικό λόγο, η γλώσσα τού σώματος ή/και η χροιά κι ο τόνος τής φωνής αναδείκνυαν το ότι αυτό το no pun intended μόνον ειλικρινές δεν ήταν). Τέλος, το επόμενο λογικό κι αναμενόμενο βήμα σε μια τέτοια ακολουθία ήταν η εμφάνιση και του «pun intended»: Τούτο 'δώ το τελευταίο είναι ένα μετασχόλιο στον καθωσπρεπισμό, μια σαφής διπλοτσάκα στην ειρωνεία (σαν ένα smoking permitted που 'χα βρει σ' ένα κλαμπ στη ΝΥ όταν σε όλα τα άλλα κλαμπ έγραφε smoking prohibited — κι όλοι αντιλαμβανόμαστε ποιο απ' τα δυο εμφανίστηκε πρώτο και ποιο δεύτερο στη συγκεκριμένη περίπτωση)· διότι κάθε λογοπαίκτης που σέβεται τον εαυτό του και την ιδιότητά του (και που τ' αξίζει τ' αλατάκι του, so to speak) δεν θα κατέφευγε επ' ουδενί και για κανέναν λόγο στο να αναγκαστεί να επισημάνει το ότι μόλις έκανε κάποιο λογοπαίγνιο. Για (παρ)όνομα!
 

nickel

Administrator
Staff member
Οι γνώσεις μου μου επιτρέπουν να συμφωνήσω μόνο στα βήματα (1) και (3). Δηλαδή, πιστεύω κι εγώ (αλλά θα είχε ενδιαφέρον να το τεκμηριώσουμε) ότι προηγήθηκε το «no pun intended» και ότι, ίσως ατάκα κι επί τόπου, ακολούθησε το «pun intended».
 

nickel

Administrator
Staff member
Να μερικές από τις πρώτες αναφορές της φράσης (οι μοναδικές στα γκουγκλοβιβλία του 19ου αιώνα):

We have to debit Mr. Buckle 1s. for the postage of a highly perfumed letter, addressed to the printer of our paper, who opened it under the impression (no pun intended,) that it was a private affair of his own.
The Oxford Entertaining Miscellany 1824
http://books.google.com/books?id=WwwZAAAAYAAJ&pg=PA229#v=onepage&q&f=false

Of the Gentlemen Players the names of Ward, Harenc, and Jenner stand conspicuous. The first is well known as one of the most efficient batsmen that ever stood at a wicket […] and the last (no pun intended) is the best general player […]
The Sporting Magazine (5/1833)
http://books.google.com/books?id=0q0CAAAAYAAJ&pg=PA388#v=onepage&q&f=false

The “march of intellect” was, after the manner of those times, fast progressing in Europe, that is to say, monasteries and convents were rapidly gaining ground (no pun intended) […]
The Union Magazine (Feb. 1846)
http://books.google.com/books?id=ynEEAAAAQAAJ&pg=PA197#v=onepage&q&f=false
 

Cadmian

New member
Ωραία εξελίχθηκε η κουβέντα, αν και εγώ θα επιμείνω στον ατακαδόρο (και ατακατζή όπως είδα πριν λίγο στον γούγλη). Δικά μου κολλήματα και γλωσσικές συμβάσεις.

Για το δε pun intended υπάρχει καμιά καλή μετάφραση, έτσι για να υπάρχει; Δεν μπορώ να το θυμηθώ μεταφρασμένο.
 

nickel

Administrator
Staff member
Για το δε pun intended υπάρχει καμιά καλή μετάφραση, έτσι για να υπάρχει; Δεν μπορώ να το θυμηθώ μεταφρασμένο.

Ένας γράφει «Το λογοπαίγνιο, εσκεμμένο».
Άλλος, «σκόπιμο το λογοπαίγνιο».

Και εδώ σε μας ο Στάθης λέει: «Το λογοπαίγνιο δεν είναι εσκεμμένο».
 

Zazula

Administrator
Staff member
Οι γνώσεις μου μου επιτρέπουν να συμφωνήσω μόνο στα βήματα (1) και (3). Δηλαδή, πιστεύω κι εγώ (αλλά θα είχε ενδιαφέρον να το τεκμηριώσουμε) ότι προηγήθηκε το «no pun intended» και ότι, ίσως ατάκα κι επί τόπου, ακολούθησε το «pun intended».
Το βήμα (2) το εξήγαγα με βάση προσωπικά βιώματα. Για την παραγωγή ατάκα κι επιτόπου του «pun intended» από το «no pun intended» θα μου επιτρέψεις να αμφιβάλλω έντονα. Άλλωστε, βρήκες τίποτε σχετικό σε κείμενα του 19ου αι.; Ενώ, όπως και να το κάνουμε, το «no pun intended» το εντόπισες (εύγε για αυτό!). Πάντως η διαδικασία των τριών βημάτων συνάδει με την εξέλιξη πολλών πραγμάτων στη ζωή: Πρώτα η ορθόδοξη προσέγγιση, κατόπιν η αιρετική, και τέλος η ανατρεπτική.

Εκείνο πάντως που δεν είπαμε είναι το ότι η ετυμολογία τής λ. pun παραμένει αμφίβολη:
  • Oxford Reference: 17th c.: perh. f. obs. pundigrion, a fanciful formation.
  • Online Etymology Dictionary: 1660s, probably a clipped form of pundigron, which is perhaps a humorous alteration of It. puntiglio "equivocation, trivial objection," dim. of L. punctum "point." The verb is attested from 1660s. Johnson has also punster, defined as "a low wit who endeavours at reputation by double meaning."
  • Random House Webster's Unabridged: 1655–65; perh. special use of pun, var. (now dial.) of pound (1), i.e., to mistreat (words).
  • Word and Phrase Origins: No one has yet found the origin of the word pun for a play on words, and perhaps no one will ever will. English author John Dryden appears to be the first to have used the word in 1662, and that is about the extent of our knowledge of it. Punning, however, goes back to Homer's time or earlier and great English writers from Shakespeare to Joyce have used puns, though others have called them the lowest form of art. There are many synonyms for pun, some dating back to the 15th century. These include bull, carriwitchet, clench, crotchet, figary, flam, jerk, liripoop, quartorquibble, quibbin, quiddity, quirk, and whim.
 
Top