Φερομόνη ή φερορμονη; Απορώ πώς δεν έχουμε ασχοληθεί ως τώρα με το θέμα.
Η ετυμολογία που βλέπω στο Merriam-Webster και στο Online Etymology Dictionary λέει ότι προέρχεται από το "φέρω" και "ορμόνη".
Άρα, λογικά, φερορμόνη στα ελληνικά. Κι όμως το έχω δει "φερομόνη" πάρα πολλές φορές, σε βιβλία και συγγράμματα.
Στην ΙΑΤΕ βλέπω και τα δύο. Στο Glosbe μου βγάζει διάφορα κείμενα του Eur-Lex που το έχουν φερομόνη.
Εσείς τι φρονείτε;
Η ετυμολογία που βλέπω στο Merriam-Webster και στο Online Etymology Dictionary λέει ότι προέρχεται από το "φέρω" και "ορμόνη".
Άρα, λογικά, φερορμόνη στα ελληνικά. Κι όμως το έχω δει "φερομόνη" πάρα πολλές φορές, σε βιβλία και συγγράμματα.
Στην ΙΑΤΕ βλέπω και τα δύο. Στο Glosbe μου βγάζει διάφορα κείμενα του Eur-Lex που το έχουν φερομόνη.
Εσείς τι φρονείτε;