metafrasi banner

och (Scots)

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Scots is the Germanic language variety spoken in Lowland Scotland and parts of Ulster (where the local dialect is known as Ulster Scots).[SUP][/SUP]It is sometimes called Lowland Scots to distinguish it from Scottish Gaelic, the Celtic language spoken in most of the western Highlands and in the Hebrides.

Από το Scots dictionary:

och
(pronounced oCH):
  • och is an expression of surprise, contempt, annoyance, impatience, or disagreement. It is also used as a general preface to any remark.
    • Och, away ye go!
    • Och, I think I'll away to my bed.

Εντάξει, αλλά ποιο ελληνικό επιφώνημα είναι αυτό;
 

bernardina

Moderator
Μα ναι. Το ουφ είναι μια χαρά.
Ουφ... (βαρέθηκα, κουράστηκα κλπ) πάω για ύπνο.
Ουφ, άντε πήγαιν' από 'δώ..

 

daeman

Administrator
Staff member
...
OED:
och, int. Irish and Sc. (ɒx)
Also oche. [Ir. and Gael. och.]

An exclamation of surprise, regret, or sorrow;
ah! oh! also och how! alas!

1528 Rede me (Arb.) 59 Och, there is nether duke ne barone‥But they are constrayned to croutche, Before this butcherly sloutche. 1567 King Henry's Murder in St. Papers Scot. (P.R.O.) XIII. No. 47 His sorry song was Oche, and Wallaway. 1572 Lament. Lady Scotl. 401 in Satir. Poems Reform. I. 239 Och, Lord (quod he) now gif me patience. 1821 Galt Ann. Parish xiv. 140 But och how! this was the last happy summer that we had for many a year in the parish. 1838 J. Grant Sk. Lond. 62 Och! by the mother that bore me, but that's just the thing for him. 1890 W. A. Wallace Only a Sister 338 Och! lausy me! What's in the taking now, dearie?

Αν δεν ήταν η χρήση σαν γενικό αρχικό επιφώνημα, θα έγραφα: Ώφου, ωχ, αμάν, ποιο να 'ναι; ;)

Αυτό μου ταιριάζει στους ορισμούς (surprise, regret, sorrow, contempt, annoyance, disagreement) και στα παραδείγματα που έχω συναντήσει.

Η γενική χρήση καλύπτεται, νομίζω, αλλάζοντας το ένα από τα δύο γράμματα:
Αχ, φεύγετε τώρα!
Αχ, λέω να πάω για ύπνο.


Το och how θέλει και ρώτημα; Φευ, αλίμονο, οϊμέ, που έχουν και την παλιακή χροιά, ιδίως το οϊμέ:
Εκφρ. ωχ οϊμέ (οϊμένα, οϊμέναν, ομένα), ώχου οϊμέ = αλίμονο

Och, yer wee biggie! Ha' ye never heeard of the Nac Mac Feegles? Och crivens! :woot:
 

nickel

Administrator
Staff member
It is also used as a general preface to any remark.
Αυτή η πιο συνηθισμένη χρήση του καλύπτεται σ' εμάς από ένα «Α!» ή «Ε!».
 
Δεν είναι ανάγκη να ταυτιστεί με ένα μόνο ελληνικό επιφώνημα.
Εγώ θα έλεγα ότι στα παραδείγματά σου φέρνει πιο πολύ σε "άντε" και σε "λοιπόν" αντίστοιχα.

Επίσης μπορεί (και ίσως πρέπει, κάποιες φορές) μια χαρά να παραλειφθεί τελείως.
 
Θα έλεγα ότι με ωχ μεταφράζεται όταν είναι έκπληξη [ωχ, τι είναι αυτό;], δυσφορία [ωχ μωρέ! ωχ πια!], παραίτηση [ωχ, δεν αντέχω άλλο, να σ' ακούω]. Επίσης: ωχ, δεν αντέχω άλλο, πάω για ύπνο. Σε άλλες περιπτώσεις ταιριάζουν τα προαναφερόμενα ουφ, αμάν, άιντε, ε, α ή και τίποτα.
 
Top