Πέρυσι, τέτοιον καιρό περίπου, μετακόμισα το γραφείο μου στο πάνω πάτωμα και απέκτησα πολύ καλύτερη θέα, κάτι που θα αποτελούσε σοβαρή αναβάθμιση αν σήκωνα συχνά τα μάτια μου από την οθόνη ή αν δεν ήμουν νυχτοπούλι. Υπήρξαν και άλλα πλεονεκτήματα, αλλά και ένα τουλάχιστον μειονέκτημα: τα μυρμήγκια.
Κάτω στον κήπο, κάπου ανάμεσα στα χώματα, ξεκινά κάποια στιγμή μόλις καλοκαιριάσει μια πομπή μυρμηγκιών, που διασχίζει την αυλή, ανεβαίνει τη σκάλα, διατρέχει το μπαλκόνι από τη μια άκρη στην άλλη, παραμένοντας στη βάση του τοίχου και περνώντας ακριβώς μπροστά από τις μπαλκονόπορτες, και καταλήγει σε μια εξωτερική κόχη του τοίχου. Η πομπή σκαρφαλώνει κάθετα την κόχη και εξαφανίζεται στα κεραμίδια της στέγης.
Κάθομαι και παρατηρώ καμιά φορά τα μυρμήγκια καθώς διατηρούν σταθερή πορεία στην κόχη του τοίχου, πάνω στην ελαφριά κούρμπα που φιλοτέχνησε ο σοβατζής. Όσα ανεβαίνουν, άλλα τόσα κατεβαίνουν. Κάθε φορά που ένα μυρμήγκι συναντά ένα άλλο στο δρόμο του, κάτι που γίνεται πολλές φορές κάθε λεπτό, ανταλλάσσουν πάντα έναν γρήγορο χαιρετισμό, μια γρήγορη πληροφορία («Τι γίνεται εκεί πάνω;» «Τσιμπούσι. Βρήκαμε ψόφια κάμπια».)· ποτέ δεν χασομερούν, ποτέ δεν στήνουν πηγαδάκια, αλλά και ποτέ δεν διασταυρώνονται χωρίς έστω τον γρήγορο χαιρετισμό.
Δεν ξέρω σε τι αποσκοπεί αυτό το σούρτα-φέρτα, αυτή η μεγάλη πορεία. Ομολογώ ότι δεν άνοιξα εγκυκλοπαίδεια ή ιστοσελίδες να βρω τις διατροφικές ή άλλες σκοπιμότητες πίσω από τις μετακινήσεις των μυρμηγκιών· προτιμώ να απολαμβάνω το μυστήριο της άγνοιάς μου. Η λεπτομέρεια που με συγκινεί είναι η συνεννόηση που φαίνεται να έχουμε βρει για να συμβιώνουμε.
Τις πρώτες κιόλας μέρες της περσινής τους μεγάλης πορείας ανακάλυψα ένα μεσημέρι ότι είχε σχηματιστεί ένα παρακλάδι που ξεκινούσε από την πόρτα του γραφείου μου και έφτανε στο βάθος, σε μια κουζινίτσα, εκεί όπου κατάφεραν να βρουν ζάχαρη ή κάποιο ξεχασμένο γλυκό. Δεν θυμάμαι τι, θυμάμαι ότι το είχαν κατακυριεύσει. Η αντίδρασή μου ήταν άμεση και αντιεπιστημονική. Πήρα ένα ισχυρό αποσμητικό σπρέι και ψέκασα όλη τη διαδρομή που είχαν ακολουθήσει. Ήταν θαυματουργό εκείνο το σπρέι γιατί πέρασαν όλοι οι μήνες της καλοκαιρίας, μέχρι που σταμάτησε το αέναο πηγαινέλα, και δεν επανέλαβαν την επιδρομή τους στα ενδότερα του γραφείου μου. Έμεινα μόνο με την απορία πώς ήταν δυνατό να εντοπίζουν το φαγώσιμο από τόση απόσταση.
Στους μήνες που μεσολάβησαν οι πολύ πιο επίμονες επιδρομές τους στην κουζίνα, στο ισόγειο, έχουν αντιμετωπιστεί με τείχη κανέλας: σκόνη κανέλα ή ξυλαράκια κανέλας έχουν κάνει το θαύμα τους.
Φέτος η πομπή προς τη στέγη ξεκίνησε με καθυστέρηση, όπως όλη η καλοκαιρινή φύση. Νωρίς νωρίς επιχείρησαν την πρώτη επιδρομή τους στα ελάχιστα φαγώσιμα που θα βρουν στο γραφείο μου, η οποία αντιμετωπίστηκε αμέσως, και με αποσμητικό και με κανέλα. Σήμερα όμως επιχείρησαν δεύτερη μεγάλη επίθεση, χωρίς ιδιαίτερο λόγο – θα τα βάρεσε η ζέστη. Επιστράτευσα πάλι κάποιο αποσμητικό και την κανέλα, σε μεγαλύτερες δόσεις. Αλλά, ταυτόχρονα, αυτή τη φορά έχασα την ψυχραιμία μου και ζούπηξα με δάχτυλα και με πόδια όσα βρήκα μπροστά μου μέσα στο γραφείο μου.
Στο modus vivendi, ο αδύνατος πρέπει να αντιλαμβάνεται τα όριά του. Όταν τα υπερβαίνει, υφίσταται τις συνέπειες. Όπως λέμε, ούτε μυρμήγκι δεν μπορώ να βλάψω. Αρκεί να μη με ενοχλεί.
Κάτω στον κήπο, κάπου ανάμεσα στα χώματα, ξεκινά κάποια στιγμή μόλις καλοκαιριάσει μια πομπή μυρμηγκιών, που διασχίζει την αυλή, ανεβαίνει τη σκάλα, διατρέχει το μπαλκόνι από τη μια άκρη στην άλλη, παραμένοντας στη βάση του τοίχου και περνώντας ακριβώς μπροστά από τις μπαλκονόπορτες, και καταλήγει σε μια εξωτερική κόχη του τοίχου. Η πομπή σκαρφαλώνει κάθετα την κόχη και εξαφανίζεται στα κεραμίδια της στέγης.
Κάθομαι και παρατηρώ καμιά φορά τα μυρμήγκια καθώς διατηρούν σταθερή πορεία στην κόχη του τοίχου, πάνω στην ελαφριά κούρμπα που φιλοτέχνησε ο σοβατζής. Όσα ανεβαίνουν, άλλα τόσα κατεβαίνουν. Κάθε φορά που ένα μυρμήγκι συναντά ένα άλλο στο δρόμο του, κάτι που γίνεται πολλές φορές κάθε λεπτό, ανταλλάσσουν πάντα έναν γρήγορο χαιρετισμό, μια γρήγορη πληροφορία («Τι γίνεται εκεί πάνω;» «Τσιμπούσι. Βρήκαμε ψόφια κάμπια».)· ποτέ δεν χασομερούν, ποτέ δεν στήνουν πηγαδάκια, αλλά και ποτέ δεν διασταυρώνονται χωρίς έστω τον γρήγορο χαιρετισμό.
Δεν ξέρω σε τι αποσκοπεί αυτό το σούρτα-φέρτα, αυτή η μεγάλη πορεία. Ομολογώ ότι δεν άνοιξα εγκυκλοπαίδεια ή ιστοσελίδες να βρω τις διατροφικές ή άλλες σκοπιμότητες πίσω από τις μετακινήσεις των μυρμηγκιών· προτιμώ να απολαμβάνω το μυστήριο της άγνοιάς μου. Η λεπτομέρεια που με συγκινεί είναι η συνεννόηση που φαίνεται να έχουμε βρει για να συμβιώνουμε.
Τις πρώτες κιόλας μέρες της περσινής τους μεγάλης πορείας ανακάλυψα ένα μεσημέρι ότι είχε σχηματιστεί ένα παρακλάδι που ξεκινούσε από την πόρτα του γραφείου μου και έφτανε στο βάθος, σε μια κουζινίτσα, εκεί όπου κατάφεραν να βρουν ζάχαρη ή κάποιο ξεχασμένο γλυκό. Δεν θυμάμαι τι, θυμάμαι ότι το είχαν κατακυριεύσει. Η αντίδρασή μου ήταν άμεση και αντιεπιστημονική. Πήρα ένα ισχυρό αποσμητικό σπρέι και ψέκασα όλη τη διαδρομή που είχαν ακολουθήσει. Ήταν θαυματουργό εκείνο το σπρέι γιατί πέρασαν όλοι οι μήνες της καλοκαιρίας, μέχρι που σταμάτησε το αέναο πηγαινέλα, και δεν επανέλαβαν την επιδρομή τους στα ενδότερα του γραφείου μου. Έμεινα μόνο με την απορία πώς ήταν δυνατό να εντοπίζουν το φαγώσιμο από τόση απόσταση.
Στους μήνες που μεσολάβησαν οι πολύ πιο επίμονες επιδρομές τους στην κουζίνα, στο ισόγειο, έχουν αντιμετωπιστεί με τείχη κανέλας: σκόνη κανέλα ή ξυλαράκια κανέλας έχουν κάνει το θαύμα τους.
Φέτος η πομπή προς τη στέγη ξεκίνησε με καθυστέρηση, όπως όλη η καλοκαιρινή φύση. Νωρίς νωρίς επιχείρησαν την πρώτη επιδρομή τους στα ελάχιστα φαγώσιμα που θα βρουν στο γραφείο μου, η οποία αντιμετωπίστηκε αμέσως, και με αποσμητικό και με κανέλα. Σήμερα όμως επιχείρησαν δεύτερη μεγάλη επίθεση, χωρίς ιδιαίτερο λόγο – θα τα βάρεσε η ζέστη. Επιστράτευσα πάλι κάποιο αποσμητικό και την κανέλα, σε μεγαλύτερες δόσεις. Αλλά, ταυτόχρονα, αυτή τη φορά έχασα την ψυχραιμία μου και ζούπηξα με δάχτυλα και με πόδια όσα βρήκα μπροστά μου μέσα στο γραφείο μου.
Στο modus vivendi, ο αδύνατος πρέπει να αντιλαμβάνεται τα όριά του. Όταν τα υπερβαίνει, υφίσταται τις συνέπειες. Όπως λέμε, ούτε μυρμήγκι δεν μπορώ να βλάψω. Αρκεί να μη με ενοχλεί.