Ωραίες λεξούλες για το juggle έχετε; Εγώ έχω γράψει και ζογκλάρω και ζογκλερικά κόλπα και ενδεχομένως ισορροπώ, που δεν έχει καμιά σχέση με το ζογκλάρω.
Τι γίνεται όμως με τις ποικίλες μεταφορικές σημασίες; Από τα λεξικά μάζεψα πενιχρή συγκομιδή: παίζω, μαγειρεύω και προσθέτω χωρίς πολλή σκέψη το συνδυάζω. Άλλα; Ορίστε παραδείγματα χρήσης:
Longman
Τι γίνεται όμως με τις ποικίλες μεταφορικές σημασίες; Από τα λεξικά μάζεψα πενιχρή συγκομιδή: παίζω, μαγειρεύω και προσθέτω χωρίς πολλή σκέψη το συνδυάζω. Άλλα; Ορίστε παραδείγματα χρήσης:
Longman
- to try to fit two or more jobs, activities etc into your life, especially with difficulty: It's hard trying to juggle a job with kids and the housework.
- to change things or arrange them in the way you want, or in a way that makes it possible for you to do something: If I juggle these appointments around, I can fit you in.
- to try to do several important things at the same time, especially when this is difficult: the pressures of juggling a career and children.
- to change the way that things are done, in order to achieve what you want: After juggling our schedules around, we’ve managed to arrange a meeting.
- to organize how you spend any money available so that you can find the money that you need to do different things: It’s a matter of juggling income and expenditure.
- Einstein was not solely interested in juggling with equations and laws to make them fit into his scheme.
- […] developed materials to help physics teachers move students from juggling equations to actually thinking and learning the concepts of physics by use of concept questions and peer instruction.