Εγώ δεν έχω κινηθεί στο χώρο της συζήτησης για την ταινία στα ελληνικά, οπότε δεν ξέρω αν έχει προστεθεί σημασία στη λέξη «απαρχή», αλλά σίγουρα έχει προστεθεί στα αγγλικά. Δηλαδή, όπου και να κοιτάξετε, inception = implanting an idea in a person's mind (με λίγα λόγια) — implanting an idea deep into the subconscious of a target and allowing it to grow like an organic seed of thought (με πολλά λόγια). Αυτό δεν είναι «απαρχή». Αν έχουμε μια πιο ενεργητική έννοια, είναι «έναρξη», «αρχίνισμα», «εκκίνηση», «ξεκίνημα» μέχρι και τη «γονιμοποίηση» που είπα πιο πάνω. Και «εμφύτευση».
Στην πραγματικότητα έχουμε δεύτερη σημασία στο αγγλικό που βασίζεται στο ρήμα. Ωστόσο, το ρήμα incept σημαίνει, σύμφωνα με το OED, «trans. (Biol.) To take in, as an organism or cell. 1863 H. J. Carter in Ann. Nat. Hist. Ser. iii. 45 Each time after incepting a grain it went away to some distance». Δέχομαι, παίρνω μέσα, να και η λεξιπλασία του UsualSuspect. Αυτή είναι και η σωστή χρήση του -cipere. Ωστόσο, στο ουσιαστικό της ταινίας δεν έχουμε λήψη· έχουμε δόση — εμφύτευση. Το γλωσσικό μπέρδεμα είναι σε πολλά επίπεδα και σε προετοιμάζει για το γενικότερο αλαλούμ της ταινίας. Ίσως είναι μάταιο να θες να δώσεις μια λογική λύση.
Στην πραγματικότητα έχουμε δεύτερη σημασία στο αγγλικό που βασίζεται στο ρήμα. Ωστόσο, το ρήμα incept σημαίνει, σύμφωνα με το OED, «trans. (Biol.) To take in, as an organism or cell. 1863 H. J. Carter in Ann. Nat. Hist. Ser. iii. 45 Each time after incepting a grain it went away to some distance». Δέχομαι, παίρνω μέσα, να και η λεξιπλασία του UsualSuspect. Αυτή είναι και η σωστή χρήση του -cipere. Ωστόσο, στο ουσιαστικό της ταινίας δεν έχουμε λήψη· έχουμε δόση — εμφύτευση. Το γλωσσικό μπέρδεμα είναι σε πολλά επίπεδα και σε προετοιμάζει για το γενικότερο αλαλούμ της ταινίας. Ίσως είναι μάταιο να θες να δώσεις μια λογική λύση.