metafrasi banner

illiquid

pidyo

New member
Από ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Αμερικανού οικονομολόγου Michael Hudson:

If a homeowner loses his job and cannot pay his mortgage, he must sell the house or see the bank foreclose. Is he insolvent, or merely “illiquid”? If he merely has a liquidity problem, a loan will help him earn the funds to pay down the debt. But if he falls into the negative equity that now plagues a quarter of U.S. real estate, taking on more loans will only deepen his net deficit. Ending this process by losing his home does not mean that he is merely illiquid. He is in distress, and is suffering from insolvency. But to the ECB this is merely a liquidity problem.

The public balance sheet includes land and infrastructure as if they are surplus assets that can be forfeited without fundamentally changing the owner’s status or social relations. In reality it is part of the means of survival in today’s world, at least survival as part of the middle class.

For starters, renegotiating his loan won’t help an insolvency situation such as the jobless homeowner above. Lending him the money to pay the bank interest (along with late fees and other financial penalties) or stretching out the loan merely will add to the debt balance, giving the foreclosing bank yet a larger claim on whatever property the debtor may have available to grab.

But the homeowner is in danger of being homeless, living on the street. At issue is whether solvency should be defined in the traditional common-sense way, in terms of the ability of income to carry one’s current obligations, or a purely balance-sheet approach taken by creditors seeking to extract payment by stripping assets. This is Greece’s position. Is it merely a liquidity problem if the government is told to sell off $50 billion in prime tourist sites, ports, water systems and other public assets in order to pay foreign creditors?

At issue is language regarding the legal rights of creditors vis-à-vis debtors. The United States has long had a body of law regarding this issue. A few years ago, for instance, the real estate speculator Sam Zell bought the Chicago Tribune in a debt-leveraged buyout. The newspaper soon went broke, wiping out the employees’ stock ownership plan (ESOP). They sued under the fraudulent conveyance law, which says that if a creditor makes a loan without knowing how the debtor can pay in the normal course of business, the loan is assumed to have been made with the intent of foreclosing on property, and is deemed fraudulent.

Τα insolvent / insolvency σχετίζονται με τη φερεγγυότητα του δανειζόμενου, και δεν παρουσιάζουν δυσκολία. Πώς θα μεταφράζατε όμως το illiquid; Υπάρχει μονολεκτικός όρος που να αποδίδει την έλλειψη ρευστού (ή ρευστότητας); Ενώ έχουν δημιουργηθεί διάφορα παράγωγα οικονομικής ορολογίας από το ρευστό, δεν βρίσκω κάποιο που να ταιριάζει με το illiquid.
 

nickel

Administrator
Staff member
Να πω ότι τα μοναδικά που γνωρίζω έχουν να κάνουν με τα χαμηλή ή μηδενική ρευστότητα (εδώ το δεύτερο).
 

pidyo

New member
Υπάρχει και τα ρευστοποιώ / ρευστοποίηση.

Το ζήτημα είναι πως όχι μόνο δεν βλέπω μονολεκτικό όρο για το illiquid αλλά δεν μπορώ καν να τον σχηματίσω.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Η πλάκα είναι ότι υπάρχει παλαιό άρρευστος με άλλη σημασία — και αρρεύστως με ακόμη πιο απομακρυσμένη σημασία. :inno:

Πρόσεξα όμως ότι για τα στοιχεία ενεργητικού (βλ. 1η σημασία illiquid "not readily converted into cash") ίσως κάνει (υπό προϋποθέσεις) η 2η σημασία τού αρρευστοποίητος "which cannot be converted into cash".

Βέβαια, σε άλλο επίπεδο ύφους η στενότητα ρευστού ονομάζεται αψιλία και ο υποφέρων από αυτή στενός, άψιλος, ρέστος κττ. Σε υψηλότερο επίπεδο ύφους υπάρχει και η αναργυρία, αλλά δεν ξέρω εάν είναι αρκετά ακριβής ή έστω πρόσφορη για τη χρήση που θέλεις.
 

nickel

Administrator
Staff member
Να μεταφέρω από Encarta και Οικονομικό Χρυσοβιτσιώτη-Σταυρακόπουλου:

illiquid
1. hard to convert into cash: not easily convertible into cash illiquid shares
2. not having enough cash: lacking sufficient ready cash

illiquid. 1. Στοιχείο μη ευχερώς ρευστοποιήσιμο ή ευχερώς μεν αλλά με μεγάλη απώλεια της πραγματικής του αξίας. Μετοχή με χαμηλή εμπορευσιμότητα || (επιχείρηση κλπ.) στερούμενη ρευστών ή χρηματορροών.

Το illiquid για άτομα είναι όρος της καθομιλουμένης και θα πρέπει να βολευτούμε με ό,τι υπάρχει πρόχειρο στη γλώσσα μας. Μέχρι και «μετρητά γιοκ».
 

daeman

Administrator
Staff member
Σε καθημερινό ύφος, μήπως θα μπορούσαμε να βάλουμε τη στεγνότητα, που είναι και πολύ κοντά στην οικονομική στενότητα, να κάνει παρέα (από απέναντι) στη ρευστότητα;
 
Top