quilted = καπιτονέ.
Ναι, αλλά λίγο άβολο όταν θέλεις να περιγράψεις μια θωράκιση. Π.χ. ένα λινοθώρακα. Δες εδώ το επίθετο εφαπλωματοποιημένος.
...
Να το πω κι εγώ, τρίτη φορά, αλλά με λεξινήμα: quilting = καπιτονάρισμα | ύφασμα (για) καπιτονέ | βάτα για καπιτονέ.
Από νήμα για στρώματα, αλλά μπορεί να χρειαστούν κι αυτά, αν πιάσει το διπλάρωμα. «Αχ, αυτό το λεϊζεράτο σκίσιμο με το αραχνοΰφαντο ριχτάρι, πώς με εξιτάρει! Τα πέπλα της Σαλώμης μού θυμίζει» της είπε. Εκείνη τον κοίταξε ψυχρά και σήκωσε ψηλά τη μύτη, ξαμώνοντας τα ουράνια σαν αντιαεροπορικό πυροβόλο. «Μα τι λέτε, κύριε; Δεν συνομιλώ με άντρες που δεν έχουν τον προσωπικό τους ράφτη. Πρεταπορτατζήδες! Πφφφ.»
Αν μου 'δινες δείγμα με τη λέξη ξαμώνοντας, θα σε έκοβα... :twit:
Τι θες να περιγράφει αυτή η λεξη;Καλά, είναι δυνατό να μην υπάρχει η λέξη πρεταπορτατζού (πληθ. πρεταπορτατζούδες);