effective(ly)

Σύμφωνα με τη Ματζέντα, η λέξη έχει πολλές σημασίες:

αποτελεσματικός, τελέσφορος: effective method αποτελεσματική μέθοδος § effective measures αποτελεσματικά μέτρα # που βρίσκει απήχηση, εμπνευσμένος: effective sermon εμπνευσμένο κήρυγμα # πραγματικός: their effective number is.. ο πραγματικός τους αριθμός είναι.. # ενεργός: antenna effective height ενεργό ύψος κεραίας § effective power ενεργός ισχύς # που βρίσκεται σε ισχύ, ισχύων: the contract is still effective η σύμβαση εξακολουθεί να ισχύει # δραστικός: effective range δραστικό βεληνεκές # στρατ. μάχιμος, ετοιμοπόλεμος: non-effective unit αναξιόμαχη μονάδα

Ωστόσο, θαρρώ πως καμιά από τις σημασίες του λεξικού δεν ταιριάζει στο εξής απόσπασμα από πρόσφατο άρθρο του Στίγκλιτς:
The government effectively pays 50% of the mortgage interest and real estate taxes for upper-income Americans, yet does nothing for the poor.

Βεβαίως η κυβέρνηση δεν πληρώνει "αποτελεσματικά" το 50% των τόκων των πλουσίων, όπως διάβασα σε μετάφραση του άρθρου.

Από τις σημασίες του λεξικού, μόνο το πραγματικά έρχεται κοντά, αλλά στη μετάφραση του αποσπάσματος εγώ θα έβαζα "στην πράξη" και ακόμα καλύτερα "ουσιαστικά", διότι δεν νομίζω να έχει όντως ψηφιστεί νόμος που ν'απαλλάσσει τους πλούσιους από το 50% των τόκων, απλώς με άλλα μέτρα παράγεται αυτό το αποτέλεσμα. Νομίζω.

Παρόμοια περίπτωση, στην αυτοβιογραφία του Χόμπσμπομ. Το ελληνικό κείμενο λέει : … το γεγονός ότι ζούσα διαρκώς με δύο αποτελεσματικούς γονείς που αρνιόνταν κατηγορηματικά να επιτρέψουν στον παθιασμένο δεκαεξάχρονό τους να βουτήξει στον κόσμο της πολιτικής στράτευσης …

Εδώ, το "αποτελεσματικός" είναι μαργαριτάρι, διότι οι γονείς του Χ. ειχαν πεθάνει όταν τα έγραφε αυτά και ζούσε με το θείο και τη θεία του. Οι οποίοι, όπως λέει το ξένο: the fact that I lived constantly with an effective pair of parents, who flatly refused to allow their impassioned sixteen-year-old to plunge into the life of politican militancy...

Μαργαριτάρι λοιπόν το "αποτελεσματικοί γονείς" αλλά πώς θα το μεταφράζατε εσείς;
 
Εννοεί δηλ. ότι ζούσε με δύο ανθρώπους (θείο και θεία) που ουσιαστικά έπαιζαν το ρόλο των γονέων του;
Γιατί δεν είμαι καν σίγουρη αν κατάλαβα τι εννοεί.
 
στην πραγματικότητα / στην πράξη / ουσιαστικά

Ένα από αυτά χρησιμοποιώ εγώ, Νίκο, σε αυτές τις περιπτώσεις. To "effectively" σε αυτή την περίπτωση έχει την έννοια του "in actuality / in reality / in fact / in effect". Είναι, κατά τη γνώμη μου πολύ κακή χρήση της λέξης στα αγγλικά.
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Ναι, αυτό εννοεί. Άρα, μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε και τη λέξη "ουσιαστικός, στην ουσία". Επειδή όμως δεν κάθεται πολύ καλά το, "ζούσα με δυο ουσιαστικούς (στην ουσία) γονείς..." μάλλον θα πρέπει να αλλάξει εντελώς η διατύπωση.
"Ζούσα με δυο ανθρώπους που ουσιαστικά λειτουργούσαν σαν γονείς..."
 
Όσο για το δεύτερο παράδειγμα, εγώ θα έλεγα "αυστηρούς" για να μη σου πω ότι θα το "έσφαζα" τελείως :-)
 
effective
Adjective
1. producing a desired result: an effective vaccine against HIV
2. officially coming into operation: the new rates become effective at the end of May
3. impressive: a highly effective speech
4. in reality, although not officially or in theory: he is in effective control of the company
Collins Essential English Dictionary 2nd Edition 2006 © HarperCollins Publishers 2004, 2006

1.
a. Having an intended or expected effect.
b. Producing a strong impression or response; striking: gave an effective performance as Othello.
2. Operative; in effect: The law is effective immediately.
3. Existing in fact; actual: a decline in the effective demand.
4. Prepared for use or action, especially in warfare.

The American Heritage® Dictionary of the English Language, Fourth Edition copyright ©2000 by Houghton Mifflin Company. Updated in 2003. Published by Houghton Mifflin Company.

Τα μονόγλωσσα λεξικά εξυπηρετούν στην πρώτη περίπτωση που παρέθεσες.
Όσο για τον Χ. πιστεύω ότι εννοεί ότι οι ... γονείς του (γιατί αυτοί τον μεγάλωσαν και μάλλον γονιός είναι αυτός που σε μεγαλώνει) ήταν ιδιαίτερα επιδραστικοί. Είχαν αποτέλεσμα επάνω του. Η μετάφραση θα πρέπει να γίνει περιφραστικά κάπως.
 
Λοιπόν, είχα κοιτάξει και μονόγλωσσα λεξικά ονλάιν, αλλά όχι τον Κόλινς, ο οποίος πράγματι λέει αυτό που ήθελα να δω "although not officially". Το Heritage, που το είχα κοιτάξει, δεν το λέει αυτό, μόνο το πλησιάζει ("πραγματικός").
 
Τελικά μπερδεύτηκα. Εννοεί 'είχαν επίδραση πάνω μου' ή 'ήταν ουσιαστικά οι γονείς μου'. Ή μήπως εδώ οι δύο έννοιες συμπίπτουν, δηλ. είχαν 'γονική επίδραση' πάνω μου, άρα έπαιζαν ουσιαστικά το ρόλο των γονέων μου; Γιατί στα λεξικά οι δύο έννοιες είναι διακριτές.
 

nickel

Administrator
Staff member
Για να το βγάλω από τη μέση: στη Ματζέντα υπάρχει ένα λάθος τονισμού. Το αρνητικό είναι «ατελέσφορος», αλλά το effective είναι τελεσφόρος.

Το effectively με τη δεύτερη σημασία του, την πολύ διαδεδομένη πια, προήλθε από το in effect και συχνά μπορούμε να το μεταφράσουμε με το λόγιο «κατ' ουσίαν» (όχι «τύποις») αν θεωρούμε ότι δεν μας αρκεί το «ουσιαστικά» ή το «στην ουσία». Στο ΛΚΝ: (έκφρ.) στην ουσία ή κατ’ ουσίαν, στην πραγματικότητα.

Στην περίπτωση, ωστόσο, του «an effective pair of parents», ερχόμαστε στη χρήση του effective parents και effective parenting («Τα ναι και τα όχι της αποτελεσματικής ανατροφής» λέει ο υπότιτλος ενός βιβλίου), αλλά θα προτιμούσα να τους πούμε απλώς «δυο αυστηρούς γονείς», όπως προτείνει η Ναδία. Δεν θεωρώ ότι θα διακινδύνευε ο Χόμπσμπομ μια τέτοια παρεξήγηση αν ήθελε να αναφερθεί σε «κατ' ουσίαν γονείς».
 
Top