Γεια σας,
Δημιουργώ νέο νήμα για τη λέξη classified, βάσει μιας παρατήρησης στο προηγούμενο νήμα.
Στο Random House βρήκα τον ορισμό 4 για το classified, ο οποίος λέει
4. confidential or secret: The firm's promotional budget for next year is classified information.
Πολλές φορές σε ταμπέλες βάζουν και τα δύο "CLASSIFIED" και "TOP SECRET" όπως εδώ.
Η παρατήρηση του Zazula στο νήμα για το "collateral damage" λέει:
3. (of information, a document, etc.)
a. bearing the designation classified.
b. available only to authorized persons. Cf. classification
Αλλά προσωπικά δεν το έχω συναντήσει και αμφιβάλλω αν θα το αναγνωρίσει το κοινό. Συνήθως οι ταμπέλες σε έγγραφα λένε ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ ή ΑΠΟΡΡΗΤΟ.
Θα ήθελα τη βοήθειά σας ως προς το ποια είναι η σωστή μετάφραση σ' αυτήν την πρόταση.
In such decisions in the army, any collateral damage would be labeled “classified.”
Δημιουργώ νέο νήμα για τη λέξη classified, βάσει μιας παρατήρησης στο προηγούμενο νήμα.
Στο Random House βρήκα τον ορισμό 4 για το classified, ο οποίος λέει
4. confidential or secret: The firm's promotional budget for next year is classified information.
Πολλές φορές σε ταμπέλες βάζουν και τα δύο "CLASSIFIED" και "TOP SECRET" όπως εδώ.
Η παρατήρηση του Zazula στο νήμα για το "collateral damage" λέει:
Βλέπω πως στο Random ο 3ος ορισμός όντως συμπίπτει μ' αυτό.GeorgeA, το classified αποδίδεται «διαβαθμισμένος» στη γλώσσα των ΕΔ, όχι εμπιστευτικός (=confidential, παναπεί μία από τις διαβαθμίσεις — και μάλιστα η χαμηλότερη).
3. (of information, a document, etc.)
a. bearing the designation classified.
b. available only to authorized persons. Cf. classification
Αλλά προσωπικά δεν το έχω συναντήσει και αμφιβάλλω αν θα το αναγνωρίσει το κοινό. Συνήθως οι ταμπέλες σε έγγραφα λένε ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΙΚΟ ή ΑΠΟΡΡΗΤΟ.
Θα ήθελα τη βοήθειά σας ως προς το ποια είναι η σωστή μετάφραση σ' αυτήν την πρόταση.
In such decisions in the army, any collateral damage would be labeled “classified.”