Στδρ7χ: Οι διορθώσεις που γίνονται σε αυτό το γλωσσάρι διακρίνονται από τη διαγραφή του αρχικού λήμματος έτσι σε περίπτωση λάθους ή αυτό το διαφορετικό χρώμα σε περίπτωση προσθήκης και είναι (συνήθως) αποτέλεσμα συζητήσεων που γίνονται στο ειδικό λήμμα Σκακιστική ορολογία. Ευχαριστώ όσους συμμετέχουν σε εκείνη τη συζήτηση επειδή με βοηθούν να βελτιώσω αυτό εδώ το γλωσσάρι.
absolute pin | απόλυτο κάρφωμα
active | ενεργός [σκακιστής], ενεργητικός [θέση, κομμάτι]
adjournment | διακοπή παρτίδας
adjudication | κρίση παρτίδας
adjust or j'adoube | ζαντούμπ, διορθώνω
advanced pawn |ελεύθερο
προχωρημένο
πιόνι
algebraic notation | αλγεβρική γραφή, αλγεβρική σημειογραφία
amateur | ερασιτέχνης, αδύνατος ή αρχάριος
analysis | ανάλυση
annotation | σχολιασμός
announced mate | δηλωμένο ματ
antipositional | αντιποζισιονέλ, αντιστρατηγικός
anti-Sicilian | αντισικελική
arbiter | διαιτητής
armageddon | αρμαγεδών (σύστημα χρόνου σκέψης)
artificial castling | τεχνητό ροκέ
attack | επίθεση
attraction | προσέλκυση
automaton | σκακιστικό αυτόματο (ρομπότ)
back rank | τελευταία οριζόντια (η πρώτη του αντίπαλου), τελευταία γραμμή
back rank mate | ματ στην τελευταία οριζόντια, στην πίσω γραμμή
back rank weakness | αδυναμία στην τελευταία οριζόντια, στην πίσω γραμμή
backward pawn | καθυστερημένο πιόνι
bad bishop | κακός αξιωματικός
battery | μπαταρία [συζήτηση εδώ κ.επ.]
bind | δεσμός
bishop | αξιωματικός, (προφ.) φου, τρελός
bishops on opposite colors | ετερόχρωμοι αξιωματικοί, αντίθετοι αξιωματικοί , (απαρχ.) ετεροπόροι αξιωματικοί
bishop pair | ζεύγος αξιωματικών
bishop pawn | πιόνι αξιωματικού
black | μαύρα, μαύρος (ο παίκτης με τα μ αύρα )
blindfold chess | τυφλό σκάκι
blitz chess | μπλιτς (σύστημα χρόνου σκέψης)
blockade |μπλόκο
μπλοκάρισμα
blunder | μεγάλο λάθος, πατάτα
board | σκακιέρα
Boden's mate | ματ του Μπόντεν
book draw | ισοπαλία του βιβλίου, γνωστή ισοπαλία, τυποποιημένη ισοπαλία
book move | γνωστή κίνηση στο άνοιγμα
book win | κερδισμένη θέση στο φινάλε
break | διάσπαση
breakthrough | διάσπαση θέσης με θυσία
brevity | μινιατούρα, νίκη σε μικρό αριθμό κινήσεων (κάτω από 25)
brilliancy | εντυπωσιακή παρτίδα, παρτίδα για βραβείο ωραιότητας
brilliancy prize | βραβείο ωραιότητας
Bronstein delay | σύστημα χρόνου σκέψης Μπρονστάιν, χρόνος Μπρονστάιν (σύστημα χρόνου σκέψης)
bughouse chess | φυτευτό σκάκι
bullet chess | μπούλετ, σφαίρα, σκάκι του ενός λεπτού (σύστημα χρόνου σκέψης)
bust | κατάρριψη (θεωρίας)
bye | μπάι, ελεύθερος αγώνων
Caïssa | Κάισσα (μυθική ινδική θεά του σκακιού)
calculate | υπολογισμός
candidate move | υποψήφια κίνηση
Candidates Match | Ματς των Διεκδικητών (για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα)
Candidates Tournament | Τουρνουά των Διεκδικητών (για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα)
capped piece | καπελωμένο κομμάτι (κομμάτι σημαδεμένο, συνήθως για δεύτερη βασίλισσα)
capture | πάρσιμο, κόψιμο, αιχμαλώτιση, ρ.: τρώω, κόβω, παίρνω
castling | ροκέ
casual game | φιλική παρτίδα
category tournament | τουρνουά κατηγοριών
CC, correspondence chess | σκάκι δι’ αλληλογραφίας
centralization | κεντροποίηση, κατάληψη του κέντρου
center | κέντρο
central pawn | κεντρικό πιόνι
cheapo | φτηνή παγίδα
check | σαχ, ρουά, τσεκ (ανακοίνωση ότι απειλείται ο βασιλιάς)
checkmate | σαχ και ματ, ρουα και ματ
chessboard | σκακιέρα
chess clock | σκακιστικό χρονόμετρο, σκακιστικό ρολόι
clearance | εκκαθάριση
closed game | κλειστή παρτίδα, κλειστό παιχνίδι
closed file | κλειστή κάθετη (κάθετος)
closed tournament | κλειστό τουρνουά (με πρόσκληση των συμμετεχόντων)
coffeehouse | καφενείο (όπου παίζεται σκάκι)
color | χρώμα (άσπρα ή μαύρα)
combination | συνδυασμός
compensation | αντάλλαγμα
connected pawns | ενωμένα πιόνια
connected passed pawns | ενωμένα ελεύθερα πιόνια
connected rooks | διπλωμένοι πύργοι
control of the center | έλεγχος του κέντρου
cook | τρύπα, λάθος σε πρόβλημα
correspondence chess | σκάκι δι' αλληλογραφίας
corresponding squares | αντίστοιχα τετράγωνα (στη θεωρία φινάλε)
counterattack | αντεπίθεση
countergambit | αντιγκαμπί
counterplay | αντιπαιχνίδι
cover | κάλυψη, υποστήριξη
cramped | στριμωγμένος, χωρίς χώρο
critical position | κρίσιμη θέση
critical square | κρίσιμο τετράγωνο
cross-check | αντισάχ (απάντηση σε σαχ με σαχ)
crosstable | πίνακας βαθμολογίας αγώνων
dark squares | μαύρα τετράγωνα
dark-square bishop | μαυροτετράγωνος αξιωματικός, (απαρχ.) μαυροπόρος αξιωματικός
dead draw | νεκρή ισοπαλία, «ψόφια νούλα»
decoy | δόλωμα
defence | άμυνα
deflect | απομάκρυνση
demonstration board | σκακιέρα τοίχου, σκακιέρα επίδειξης, μαγνητική σκακιέρα
descriptive notation | περιγραφική σημειογραφία
desperado | ντεσπεράντο
development | ανάπτυξη
diagonal | διαγώνια, διαγώνιος
discovered attack | επίθεση με αποκάλυψη
discovered check | σαχ με αποκάλυψη, αποκάλυψη, (παλ.) σαχ εξ αποκαλύψεως
domination | κυριαρχία
double attack | διπλή επίθεση
double check | διπλό σαχ
doubled pawns | διπλωμένα πιόνια
doubled rooks | διπλωμένοι πύργοι
draw | ισοπαλία, νούλα, ρεμί
drawing line | ισόπαλη συνέχεια
drawish | κοντά στην ισοπαλία, νουλοφέρνει
drawing weapon | όπλο ισοπαλίας
Elo rating system | σύστημα αξιολόγησης Έλο
en passant | ανπασάν, εν διελεύσει
en prise | στον αέρα, εκτεθειμένος, ανυπεράσπιστος
endgame | φινάλε, τέλος παρτίδας
endgame tablebase | πίνακας βάσης δεδομένων των φινάλε
epaulette mate | ματ επωμίδων
equalize | εξισορρόπηση θέσης, ισοφάριση θέσης
escape square | τετράγωνο διαφυγής, βαλβίδα διαφυγής
exchange | διαφορά (πύργος για ελαφρό κομμάτι, δηλ. αξιωματικό ή ίππο)
exchange variation | βαριάντα αλλαγής
exhibition | επίδειξη
expanded center | εκτεταμένο κέντρο, ευρύτερο κέντρο
family fork, family check | οικογενειακό πιρούνι, οικογενειακό σαχ
fast chess | γρήγορο σκάκι (σύστημα χρόνου σκέψης)
fianchetto | φιανκέτο
fifty-move rule | κανόνας των πενήντα κινήσεων
file | κάθετη (κάθετος) , στήλη
first board | πρώτη σκακιέρα (ο πρώτος παίκτης σε ομαδικές συναντήσεις )
first-move advantage | πλεονέκτημα της πρώτης κίνησης
Fischer delay | σύστημα χρόνου σκέψης Φίσερ, χρόνος Φίσερ
flag | σημαία (δείκτης τέλους χρόνου στο σκακιστικό χρονόμετρο)
flank | πλευρά, πτέρυγα
flank opening | πλευρικό άνοιγμα
flight square | τετράγωνο διαφυγής
FM | Φ ιντέ μετρ, μετρ (της) FIDE, μετρ Φιντέ
focal point | εστιακό σημείο
forced move | αναγκαστική κίνηση, κίνηση φορσέ
forfeit | μηδενισμός
fork | πιρούνι
fortress | φρούριο
friendly game | φιλική παρτίδα
gambit | γκαμπί
GM | γκρανμέτρ, γκρανμάστερ, (σπάν.) μεγάλος διεθνής μέτρ ή ΜΔΜ
good bishop | καλός αξιωματικός
grandmaster | γκρανμάστερ, γκρανμέτρ, (σπάν.) μεγάλος διεθνής μέτρ ή ΜΔΜ
grandmaster draw | νούλα γκρανμέτρ, ισοπαλία σαλονιού, φιλική νουλίτσα
half-open file | ημιανοιχτή κάθετη
handicap | χάντικαπ, μειονέκτημα (τρόπος εξισορρόπησης της διαφοράς δυναμικότητας δύο αντιπάλων ώστε να έχει ενδιαφέρον η αναμέτρηση, π.χ. με μείωση του υλικού ή του χρόνου σκέψης του ισχυρότερου)
hanging | κάτι που κρέμεται, δεν υποστηρίζεται επαρκώς
hanging pawns | κρεμαστά (πιόνια)
heavy piece | βαρύ κομμάτι (Βασίλισσα ή Πύργος)
hole | τρύπα, βαλβίδα
hypermodern | υπερμοντέρνος
inactive | αδρανής
initiative | πρωτοβουλία
Indian bishop | αξιωματικός του φιανκέτου
Indian defence | ινδική άμυνα με φιανκέτο
insufficient material | ανεπαρκές υλικό
interference | παρεμβολή, (στο καλλιτ. σκάκι, και:) διατομή
intermediate move | ενδιάμεση κίνηση
International Arbiter | διεθνής διαιτητής
International Grandmaster (IGM) | (διεθνής) γκρανμέτρ, γκρανμάστερ -- το διεθνής σπάνια πια , (σπάν.) μεγάλος διεθνής μέτρ ή ΜΔΜ
International Master (IM) | διεθνής μετρ
Internet chess server | ιστότοπος σκακιστικών αγώνων στο Διαδίκτυο
interpose | παρεμβολή
interzonal Tournament | διαζωνικό τουρνουά, ιντερζόναλ /ιντερζονάλ
ΙQP = Isolated Queen's Pawn | απομονωμένο πιόνι της βασίλισσας, απομονωμένο πιόνι d [δ]
irregular opening | ανώμαλο άνοιγμα
isolani | απομονωμένο πιόνι d [δ]
isolated pawn | απομονωμένο πιόνι
Italian bishop | αξιωματικός της Ιταλικής (λευκό c4 [γ4] /μαύρο c5 [γ5], ιταλικός αξιωματικός )
j'adoube | ζαντούμπ, διορθώνω
Κ | Ρ (σύμβολο του βασιλιά)
key square | κρίσιμο τετράγωνο
ΚGA = King's Gambit Accepted | αποδεκτό γκαμπί του βασιλιά / (του Ρ)
ΚGD = King's Gambit Declined | μη αποδεκτό γκαμπί του βασιλιά / (του Ρ)
ΚIA = King's Indian Attack | Ινδικήάμυνα
επίθεση
του βασιλιά / (του Ρ)
kibitz (er) |μαζέτας
θεατής
που πετάγεται και σχολιάζει την παρτίδα, κίμπιτζερ
ΚID = King's Indian Defence | Ινδική ( άμυνα )της βασίλισσας / (της Β)
του βασιλιά / (του Ρ)
king | βασιλιάς
king bishop | αξιωματικός του βασιλιά
king hunt | κυνήγι του βασιλιά, καταδίωξη του βασιλιά,
king pawn | πιόνι του βασιλιά, πιόνι e [ε]
kingside | πλευρά/πτέρυγα του βασιλιά (του Ρ)
knight | ίππος, (προφ.) άλογο, αλογάκι
knight pawn | πιόνι του ίππου
knockout tournament | τουρνουά νοκάουτ
Kt (απαρχ.) | Ι (σύμβολο του ίππου)
Laws of Chess | Κανόνες του σκακιού
lightning chess | αστραπιαίο σκάκι (σύστημα χρόνου σκέψης)
light squares | λευκά τετράγωνα, ανοιχτόχρωμα τετράγωνα
light-square bishop | λευκοτετράγωνος αξιωματικός, (απαρχ.) λευκοπόρος αξιωματικός
line |οριζόντια
γραμμή
long diagonal | μεγάλη διαγώνια (διαγώνιος)
loss | 1. ήττα, 2. απώλεια
Lucena position | θέση του Λουσένα
main line | κύρια συνέχεια, βασική συνέχεια
major piece | βαρύ κομμάτι (βασίλισσα ή πύργος)
majority | πλειονότητα (πιονιών)
man | πεσσός
Maróczy Bind | Μάροτσι μπάιντ, δεσμά Μάροτσι (τυπική στρατηγική διάταξη)
match | ματς
mate | ματ
material | υλικό
mating attack | επίθεση ματ
middlegame | μέσο παρτίδας
miniature | μινιατούρα
minor exchange | μικρή διαφορά (μικρότερη υλική υπεροχή από την υπεροχή της διαφοράς βλ. exchange,π.χ. Α εναντίον Ι, Α+Α εναντίον Α+Ι ή Ι+Ι)
minor piece | ελαφρύ κομμάτι (αξιωματικός ή ίππος)
minority attack | επίθεση μειονότητας
mobility | κινητικότητα, ευκινησία
mobile pawn center | ευκίνητο κέντρο πιονιών
move | κίνηση
move order | σειρά κινήσεων
mysterious rook move | μυστηριώδης κίνηση του πύργου
active | ενεργός [σκακιστής], ενεργητικός [θέση, κομμάτι]
adjournment | διακοπή παρτίδας
adjudication | κρίση παρτίδας
adjust or j'adoube | ζαντούμπ, διορθώνω
advanced pawn |
algebraic notation | αλγεβρική γραφή, αλγεβρική σημειογραφία
amateur | ερασιτέχνης, αδύνατος ή αρχάριος
analysis | ανάλυση
annotation | σχολιασμός
announced mate | δηλωμένο ματ
antipositional | αντιποζισιονέλ, αντιστρατηγικός
anti-Sicilian | αντισικελική
arbiter | διαιτητής
armageddon | αρμαγεδών (σύστημα χρόνου σκέψης)
artificial castling | τεχνητό ροκέ
attack | επίθεση
attraction | προσέλκυση
automaton | σκακιστικό αυτόματο (ρομπότ)
back rank | τελευταία οριζόντια (η πρώτη του αντίπαλου), τελευταία γραμμή
back rank mate | ματ στην τελευταία οριζόντια, στην πίσω γραμμή
back rank weakness | αδυναμία στην τελευταία οριζόντια, στην πίσω γραμμή
backward pawn | καθυστερημένο πιόνι
bad bishop | κακός αξιωματικός
battery | μπαταρία [συζήτηση εδώ κ.επ.]
bind | δεσμός
bishop | αξιωματικός, (προφ.) φου, τρελός
bishops on opposite colors | ετερόχρωμοι αξιωματικοί, αντίθετοι αξιωματικοί , (απαρχ.) ετεροπόροι αξιωματικοί
bishop pair | ζεύγος αξιωματικών
bishop pawn | πιόνι αξιωματικού
black | μαύρα, μαύρος (ο παίκτης με τα μ αύρα )
blindfold chess | τυφλό σκάκι
blitz chess | μπλιτς (σύστημα χρόνου σκέψης)
blockade |
blunder | μεγάλο λάθος, πατάτα
board | σκακιέρα
Boden's mate | ματ του Μπόντεν
book draw | ισοπαλία του βιβλίου, γνωστή ισοπαλία, τυποποιημένη ισοπαλία
book move | γνωστή κίνηση στο άνοιγμα
book win | κερδισμένη θέση στο φινάλε
break | διάσπαση
breakthrough | διάσπαση θέσης με θυσία
brevity | μινιατούρα, νίκη σε μικρό αριθμό κινήσεων (κάτω από 25)
brilliancy | εντυπωσιακή παρτίδα, παρτίδα για βραβείο ωραιότητας
brilliancy prize | βραβείο ωραιότητας
Bronstein delay | σύστημα χρόνου σκέψης Μπρονστάιν, χρόνος Μπρονστάιν (σύστημα χρόνου σκέψης)
bughouse chess | φυτευτό σκάκι
bullet chess | μπούλετ, σφαίρα, σκάκι του ενός λεπτού (σύστημα χρόνου σκέψης)
bust | κατάρριψη (θεωρίας)
bye | μπάι, ελεύθερος αγώνων
Caïssa | Κάισσα (μυθική ινδική θεά του σκακιού)
calculate | υπολογισμός
candidate move | υποψήφια κίνηση
Candidates Match | Ματς των Διεκδικητών (για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα)
Candidates Tournament | Τουρνουά των Διεκδικητών (για το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα)
capped piece | καπελωμένο κομμάτι (κομμάτι σημαδεμένο, συνήθως για δεύτερη βασίλισσα)
capture | πάρσιμο, κόψιμο, αιχμαλώτιση, ρ.: τρώω, κόβω, παίρνω
castling | ροκέ
casual game | φιλική παρτίδα
category tournament | τουρνουά κατηγοριών
CC, correspondence chess | σκάκι δι’ αλληλογραφίας
centralization | κεντροποίηση, κατάληψη του κέντρου
center | κέντρο
central pawn | κεντρικό πιόνι
cheapo | φτηνή παγίδα
check | σαχ, ρουά, τσεκ (ανακοίνωση ότι απειλείται ο βασιλιάς)
checkmate | σαχ και ματ, ρουα και ματ
chessboard | σκακιέρα
chess clock | σκακιστικό χρονόμετρο, σκακιστικό ρολόι
clearance | εκκαθάριση
closed game | κλειστή παρτίδα, κλειστό παιχνίδι
closed file | κλειστή κάθετη (κάθετος)
closed tournament | κλειστό τουρνουά (με πρόσκληση των συμμετεχόντων)
coffeehouse | καφενείο (όπου παίζεται σκάκι)
color | χρώμα (άσπρα ή μαύρα)
combination | συνδυασμός
compensation | αντάλλαγμα
connected pawns | ενωμένα πιόνια
connected passed pawns | ενωμένα ελεύθερα πιόνια
connected rooks | διπλωμένοι πύργοι
control of the center | έλεγχος του κέντρου
cook | τρύπα, λάθος σε πρόβλημα
correspondence chess | σκάκι δι' αλληλογραφίας
corresponding squares | αντίστοιχα τετράγωνα (στη θεωρία φινάλε)
counterattack | αντεπίθεση
countergambit | αντιγκαμπί
counterplay | αντιπαιχνίδι
cover | κάλυψη, υποστήριξη
cramped | στριμωγμένος, χωρίς χώρο
critical position | κρίσιμη θέση
critical square | κρίσιμο τετράγωνο
cross-check | αντισάχ (απάντηση σε σαχ με σαχ)
crosstable | πίνακας βαθμολογίας αγώνων
dark squares | μαύρα τετράγωνα
dark-square bishop | μαυροτετράγωνος αξιωματικός, (απαρχ.) μαυροπόρος αξιωματικός
dead draw | νεκρή ισοπαλία, «ψόφια νούλα»
decoy | δόλωμα
defence | άμυνα
deflect | απομάκρυνση
demonstration board | σκακιέρα τοίχου, σκακιέρα επίδειξης, μαγνητική σκακιέρα
descriptive notation | περιγραφική σημειογραφία
desperado | ντεσπεράντο
development | ανάπτυξη
diagonal | διαγώνια, διαγώνιος
discovered attack | επίθεση με αποκάλυψη
discovered check | σαχ με αποκάλυψη, αποκάλυψη, (παλ.) σαχ εξ αποκαλύψεως
domination | κυριαρχία
double attack | διπλή επίθεση
double check | διπλό σαχ
doubled pawns | διπλωμένα πιόνια
doubled rooks | διπλωμένοι πύργοι
draw | ισοπαλία, νούλα, ρεμί
drawing line | ισόπαλη συνέχεια
drawish | κοντά στην ισοπαλία, νουλοφέρνει
drawing weapon | όπλο ισοπαλίας
Elo rating system | σύστημα αξιολόγησης Έλο
en passant | ανπασάν, εν διελεύσει
en prise | στον αέρα, εκτεθειμένος, ανυπεράσπιστος
endgame | φινάλε, τέλος παρτίδας
endgame tablebase | πίνακας βάσης δεδομένων των φινάλε
epaulette mate | ματ επωμίδων
equalize | εξισορρόπηση θέσης, ισοφάριση θέσης
escape square | τετράγωνο διαφυγής, βαλβίδα διαφυγής
exchange | διαφορά (πύργος για ελαφρό κομμάτι, δηλ. αξιωματικό ή ίππο)
exchange variation | βαριάντα αλλαγής
exhibition | επίδειξη
expanded center | εκτεταμένο κέντρο, ευρύτερο κέντρο
family fork, family check | οικογενειακό πιρούνι, οικογενειακό σαχ
fast chess | γρήγορο σκάκι (σύστημα χρόνου σκέψης)
fianchetto | φιανκέτο
fifty-move rule | κανόνας των πενήντα κινήσεων
file | κάθετη (κάθετος) , στήλη
first board | πρώτη σκακιέρα (ο πρώτος παίκτης σε ομαδικές συναντήσεις )
first-move advantage | πλεονέκτημα της πρώτης κίνησης
Fischer delay | σύστημα χρόνου σκέψης Φίσερ, χρόνος Φίσερ
flag | σημαία (δείκτης τέλους χρόνου στο σκακιστικό χρονόμετρο)
flank | πλευρά, πτέρυγα
flank opening | πλευρικό άνοιγμα
flight square | τετράγωνο διαφυγής
FM | Φ ιντέ μετρ, μετρ (της) FIDE, μετρ Φιντέ
focal point | εστιακό σημείο
forced move | αναγκαστική κίνηση, κίνηση φορσέ
forfeit | μηδενισμός
fork | πιρούνι
fortress | φρούριο
friendly game | φιλική παρτίδα
gambit | γκαμπί
GM | γκρανμέτρ, γκρανμάστερ, (σπάν.) μεγάλος διεθνής μέτρ ή ΜΔΜ
good bishop | καλός αξιωματικός
grandmaster | γκρανμάστερ, γκρανμέτρ, (σπάν.) μεγάλος διεθνής μέτρ ή ΜΔΜ
grandmaster draw | νούλα γκρανμέτρ, ισοπαλία σαλονιού, φιλική νουλίτσα
half-open file | ημιανοιχτή κάθετη
handicap | χάντικαπ, μειονέκτημα (τρόπος εξισορρόπησης της διαφοράς δυναμικότητας δύο αντιπάλων ώστε να έχει ενδιαφέρον η αναμέτρηση, π.χ. με μείωση του υλικού ή του χρόνου σκέψης του ισχυρότερου)
hanging | κάτι που κρέμεται, δεν υποστηρίζεται επαρκώς
hanging pawns | κρεμαστά (πιόνια)
heavy piece | βαρύ κομμάτι (Βασίλισσα ή Πύργος)
hole | τρύπα, βαλβίδα
hypermodern | υπερμοντέρνος
inactive | αδρανής
initiative | πρωτοβουλία
Indian bishop | αξιωματικός του φιανκέτου
Indian defence | ινδική άμυνα
interference | παρεμβολή, (στο καλλιτ. σκάκι, και:) διατομή
intermediate move | ενδιάμεση κίνηση
International Arbiter | διεθνής διαιτητής
International Grandmaster (IGM) | (διεθνής) γκρανμέτρ, γκρανμάστερ -- το διεθνής σπάνια πια , (σπάν.) μεγάλος διεθνής μέτρ ή ΜΔΜ
International Master (IM) | διεθνής μετρ
Internet chess server | ιστότοπος σκακιστικών αγώνων στο Διαδίκτυο
interpose | παρεμβολή
interzonal Tournament | διαζωνικό τουρνουά, ιντερζόναλ /ιντερζονάλ
ΙQP = Isolated Queen's Pawn | απομονωμένο πιόνι της βασίλισσας, απομονωμένο πιόνι d [δ]
irregular opening | ανώμαλο άνοιγμα
isolani | απομονωμένο πιόνι d [δ]
isolated pawn | απομονωμένο πιόνι
Italian bishop | αξιωματικός της Ιταλικής (λευκό c4 [γ4] /μαύρο c5 [γ5], ιταλικός αξιωματικός )
j'adoube | ζαντούμπ, διορθώνω
Κ | Ρ (σύμβολο του βασιλιά)
key square | κρίσιμο τετράγωνο
ΚGA = King's Gambit Accepted | αποδεκτό γκαμπί του βασιλιά / (του Ρ)
ΚGD = King's Gambit Declined | μη αποδεκτό γκαμπί του βασιλιά / (του Ρ)
ΚIA = King's Indian Attack | Ινδική
kibitz (er) |
ΚID = King's Indian Defence | Ινδική ( άμυνα )
king | βασιλιάς
king bishop | αξιωματικός του βασιλιά
king hunt | κυνήγι του βασιλιά, καταδίωξη του βασιλιά,
king pawn | πιόνι του βασιλιά, πιόνι e [ε]
kingside | πλευρά/πτέρυγα του βασιλιά (του Ρ)
knight | ίππος, (προφ.) άλογο, αλογάκι
knight pawn | πιόνι του ίππου
knockout tournament | τουρνουά νοκάουτ
Kt (απαρχ.) | Ι (σύμβολο του ίππου)
Laws of Chess | Κανόνες του σκακιού
lightning chess | αστραπιαίο σκάκι (σύστημα χρόνου σκέψης)
light squares | λευκά τετράγωνα, ανοιχτόχρωμα τετράγωνα
light-square bishop | λευκοτετράγωνος αξιωματικός, (απαρχ.) λευκοπόρος αξιωματικός
line |
long diagonal | μεγάλη διαγώνια (διαγώνιος)
loss | 1. ήττα, 2. απώλεια
Lucena position | θέση του Λουσένα
main line | κύρια συνέχεια, βασική συνέχεια
major piece | βαρύ κομμάτι (βασίλισσα ή πύργος)
majority | πλειονότητα (πιονιών)
man | πεσσός
Maróczy Bind | Μάροτσι μπάιντ, δεσμά Μάροτσι (τυπική στρατηγική διάταξη)
match | ματς
mate | ματ
material | υλικό
mating attack | επίθεση ματ
middlegame | μέσο παρτίδας
miniature | μινιατούρα
minor exchange | μικρή διαφορά (μικρότερη υλική υπεροχή από την υπεροχή της διαφοράς βλ. exchange,
minor piece | ελαφρύ κομμάτι (αξιωματικός ή ίππος)
minority attack | επίθεση μειονότητας
mobility | κινητικότητα, ευκινησία
mobile pawn center | ευκίνητο κέντρο πιονιών
move | κίνηση
move order | σειρά κινήσεων
mysterious rook move | μυστηριώδης κίνηση του πύργου
Last edited: