metafrasi banner

cable gland = στυπιοθλίπτης (εξάρτημα προστασίας καλωδίων)

nickel

Administrator
Staff member
Αυτός ο κρίκος που χρησιμοποιείται για να περνάνε ή/και να συγκρατούνται καλώδια είναι δυνατό να λέγεται μόνο στυπιοθλίπτης; Τι γυρεύει εκεί το στουπί; Και δεν μπορεί να μην υπάρχει λέξη της πιάτσας. Αν πάω να ζητήσω στυπιοθλίπτη, θα με κοιτάξουν περίεργα ή το έχει το λεξικό του μαγαζάτορα; (Γιατί τα δικά μου δεν το έχουν.)

 

Anel

New member
Χαχα! Νομίζω ότι αν ζητήσεις απλά: τον κρίκο που χρησιμοποιούν για να συγκρατούνται τα καλώδια, κάτι θα γίνει!
Όσο για το πώς λέγεται νομίζω ότι μόνο ένας μάστορας ή ο μαγαζάτορας θα μπορεί να μας ενημερώσει!
 

Zazula

Administrator
Staff member
Κι όμως θα το βρεις στυπιοθλίπτη: Πολυπολικά φις - πρίζες με στυπιοθλήπτη
= Multipole connectors with cable gland. Αλλιώς περιαυχένιο (κν. κολάρο) στυπιοθλίπτη.

Το γενικόλογο εξωτερικό κάλυμμα καλωδίων δεν θα το έλεγα (http://www.kassidiaris.gr/gr/products_epe.htm = http://www.kassidiaris.gr/en/products_epe.htm), διότι το cable gland δεν καλύπτει ή νοικοκυρεύει απλώς τα καλώδια, αλλά παρέχει στεγανοποίηση ή άλλης μορφής προστασία (αντιεκρηκτική κλπ).
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Και θα μου δώσουν cable manager set αν το ζητήσω έτσι. :)

Και πάλι καλά, μπορεί να σου δώσουν μόνο τον cable manager :)

Πάντως, αυτός ο κατασκευαστής με τον τρίγλωσσο ιστότοπο, τα λέει στα καστιγιάνικα prensaestopa (το γερμανικό Kabelverschraubung (βίδωμα καλωδίου) είναι, μάλλον, λάθος και ίσως είναι αποτέλεσμα αυτόματης μετάφρασης).

Στο Routledge German dictionary of electrical engineering and electronics δίνει για το cable gland τα γερμανικά Kabelflansch (φλάντζα κ.), Kabelstutzen (κολόβωμα κ.), και Kabeldichtung (στεγάνωση κ.).

Όλα αυτά απλώς για να επισημάνω ότι α) μου κάνει εντύπωση ότι δεν υπάρχει ένας όρος στα γερμανικά (σε καποιο DIN) και δεύτερη η εντυπωσιακή ομοιότητα του ελληνικού με το καστιγιάνικο.

Και συγγνώμη για την πολυλογία... :)
 
Last edited:
Στυπιοθλίπτης λέγεται.
Απολύτως! Η αρχική χρήση του είναι σε μηχανικές διατάξεις στεγανοποίησης αξόνων αντλιών, βάκτρων βαλβίδων κλπ. Από εκεί η ονομασία μεταφέρεται στα καλώδια. Μάλιστα το θλιβόμενο δεν είναι στυπείο αλλά σαλαμάστρα - πλεξούδα από ίνες ποτισμένες με λίπος (πλέκω σαλαμάστρα τα μαλλιά σου...)
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Στυπιοθλίπτης λέγεται.

Ωραία. Να το συμφωνήσουμε. Όμως μόνο εμένα παραξενεύει το γεγονός ότι αυτός ο ελληνικός όρος δεν προέρχεται ούτε από τα αγγλικά, ούτε από τα γερμανικά (που είναι λόγω SIEMENS και DIN από τους μεγαλύτερους δημιουργούς όρων στην ελληνική ηλεκτρολογία) αλλά είναι ίδιος με τον ισπανικό prensaestopa; Να ήταν παλιός ναυτικός όρος εντάξει, εδώ όμως μάλλον αποκλείεται. Ποια είναι η κοινή προέλευσή τους;

Μήπως ξέρει ή μπορεί να βρει κανείς πώς λέγεται στα γαλλικά (από όπου θα μπορούσε επίσης να έχει περάσει (ίσως προπολεμικά) και προς τα ελληνικά και ενδεχομένως προς τα ισπανικά; )
 

nickel

Administrator
Staff member
ΟΚ, έψαξα λίγο. Από το ΠαπΛεξ:

στυπιοθλίπτης
ο, Ν· 1. (μηχανολ.) στοιχείο προσαρμοσμένο σε στέλεχος ή άξονα που κινείται στο εσωτερικό μηχανής ή κυκλώματος νερού ή ατμού και χρησιμεύει για την εξασφάλιση στεγανότητας· 2. (φρ.) «στυπιοθλίπτης λαβυρίνθου»· σειρά διαφραγμάτων προσαρμοσμένων στην άτρακτο ατμοστροβίλου υψηλής πιέσεως που εξαναγκάζει το διαρρέον ρευστό να ακολουθεί διαδρομή αλλεπάλληλων ανακάμψεων κατά μήκος τής οποίας υφίσταται διαδοχικές εκτονώσεις προτού φτάσει στον χώρο χαμηλής πιέσεως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στυπ(π)είο / στυπ(π)ίο + -θλίπτης (< θλίβω). Η λ. αποτελεί απόδοση τού γαλλ. le presse-etoupe και μαρτυρείται από το 1858 στο Ονοματολόγιον Ναυτικόν].


Η λέξη στην ΜΕΕ του Δρανδάκη και στο Αντίστροφο υπάρχει σαν στυπειοθλίπτης.

Από Petit Robert:
presse-étoupe nom masculin
■ Techn. Dispositif empêchant la vapeur de s'échapper par l'entrée de la tige du piston, dans une machine à vapeur. Des presse-étoupe ou des presse-étoupes.
▫ Mar. Dispositif constitué d'une boîte remplie d'étoupe graissée, destiné à s'opposer à l'entrée de l'eau par l'arbre d'hélice d'un navire.


Πιο σύγχρονο:
http://fr.wikipedia.org/wiki/Presse-étoupe

Ιταλικό:
pressacavo
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Κι εγώ έψαχνα παράλληλα στη βάση της ΙΑΤΕ, όπου μου δίνει για το cable gland μόνο το presse-étoupe de câble στα γαλλικά (φαντάζομαι καταναλογία με το μηχανολογικό-ναυτικό), αλλά με ελάχιστη αξιοπιστία κατά την ΙΑΤΕ. Τίποτα στα ελληνικά, τίποτα στα ισπανικά.

Την ισπανική και την ελληνική μετάφραση την βρίσκω συχνά στο ProZ.
 

nickel

Administrator
Staff member
Νομίζω ότι έλυσα τη βασική μου απορία: αν το ζητήσω έτσι στον Κατουμά, θα με καταλάβουν;

Πήγα στη Γαλλία:
http://www.legrand.fr/professionnels/les-presse-etoupe_540.html
και μετά στην Ελλάδα.
http://www.legrand.com.gr/pro/scripts/pro/publigen/content/templates/previewTexteOnly.asp?P=434&L=GR

Στυπιοθλίπτες τούς λένε κι αυτοί, αλλά, όπως συμβαίνει με τέτοιες λέξεις, τους γράφουν *στυπιοθλήπτες.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
έτσι λύθηκε και η δική μου απορία: από το

ΟΚ, έψαξα λίγο. Από το ΠαπΛεξ:
στυπιοθλίπτης....
Πιο σύγχρονο:
http://fr.wikipedia.org/wiki/Presse-étoupe

από τη γαλλική βίκι, περνάμε στη γερμανική και στο Kabelverschraubung, που διαφέρει και από τις τρεις προτάσεις στο

Routledge German dictionary of electrical engineering and electronics για το cable gland στα γερμανικά: Kabelflansch (φλάντζα κ.), Kabelstutzen (κολόβωμα κ.), και Kabeldichtung (στεγάνωση κ.).

επομένως, ίσως εδώ η γερμανική ορολογία πάσχει (τρεις όροι στο λεξικό, αλλά και η πιάτσα χρησιμοποιεί κατά πώς φαίνεται τον τέταρτο...) :D
 

nickel

Administrator
Staff member
Το συμπέρασμα πάντως είναι ότι το ηλεκτρ(ον)ικό εξάρτημα μάς ήρθε από τη Γαλλία, μαζί με τον γαλλικό όρο διατηρημένο από τα παλιά, και, ενώ σε άλλες χώρες υπάρχει «ενημέρωση» σε όρους με το καλώδιο (cable / cavo / Kabel), εμείς επιστρέψαμε στην αρχική μετάφραση της presse-etoupe και μείναμε με τα στουπιά.
 
αν το ζητήσω έτσι στον Κατουμά, θα με καταλάβουν;
Με λίγη καλή θέληση και περισσότερη επεξήγηση π.χ "στυπιοθλίπτης για διέλευση καλωδίων από οπή του γραφείου"
 
Το συμπέρασμα πάντως είναι ότι το ηλεκτρ(ον)ικό εξάρτημα μάς ήρθε από τη Γαλλία, μαζί με τον γαλλικό όρο διατηρημένο από τα παλιά, και, ενώ σε άλλες χώρες υπάρχει «ενημέρωση» σε όρους με το καλώδιο (cable / cavo / Kabel), εμείς επιστρέψαμε στην αρχική μετάφραση της presse-etoupe και μείναμε με τα στουπιά.

Είναι ηλεκτρ(ολογ)ικό εξάρτημα και ο όρος είναι "στυπιοθλίπτης καλωδίου" εκτός αν από τα συμφραζόμενα προκύπτει η ηλεκτρική χρήση. Απόσο μπορώ να σκεφθώ δεν υπάρχει άλλος όρος στα ελληνικά. Πολύ χρήσιμη η πληροφόρηση για την προέλευση.
 
Top