χαμάρα

Σε πεζογράφημα του Λαπαθιώτη στην Ακρόπολι του 1910, σε περιγραφή ενός γέρου που τον έχουνε πάρει στην πρόγκα κάτι μόρτηδες και τον έχουν αλαλιάσει, υπάρχει η εξής φράση όπου έχω μια άγνωστη λέξη:

Και το γεροντάκι έκλαιγε• κι ήτανε σα να βόγγαε για τη σκοτωμένη του την περηφάνια, ματωμένο και τρισάθλιο, με τα κουτά μάτια του ανοιγμένα σε μια βουβή χαμάρα, με το στόμα του κρεμασμένο σαν ξεκλείδωτο, ήτανε σα λιωμένος βάτραχος• κι ένα μοιρολόι σιγανό και γκρινιάρικο, σαν κορδέλα έβγαινεν από τα βάθια της κουρελιάρικης ψυχής του.

Τι είναι η χαμάρα, ξέρει κανείς; Σε λεξικό δεν υπάρχει, απ' όσα κοίταξα, ενώ οι όχι πολλές γκουγκλιές του είναι είτε μεγεθυντικό του χαμού είτε λάθος οσιάρ για "κάμαρα" κτλ.

Τα γράμματα τα βγάζω ολοκάθαρα, αλλά βέβαια δεν αποκλείεται να έχει γίνει τυπογραφικό λάθος αντί για καμάρα, όχι ότι αυτό λύνει το πρόβλημα. Τι λέτε;
 
Δεν το ξέρω, αλλά μου φαίνεται προφανές βάσει των συμφραζομένων και λογικό σαν σχηματισμός. Είμαι/νιώθω σαν χαμένος, άρα χαμάρα θα είναι αυτή η κατάσταση, το σάστισμα.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Εδώ γιατί δεν σου ταιριάζει να είναι παράγωγο του χαμού; Να δείχνει μια απώλεια, μια σαστιμάρα;
 
Χαίρομαι που το βρίσκετε προφανές, οπότε κατακυρώνεται. Εγεννήθη παρημίν λέξις :)
 
Yep, κι εγώ προφανές το βρήκα, διαβάζοντας το κείμενο (και πριν διαβάσω τα άλλα σχόλια), η λέξη ξεκομμένη δεν μου έλεγε κάτι.
 
Όπως είπαν παραπάνω από τα συμφραζόμενα βγαίνει: κατάπληξη, σαστιμάρα. Είναι όμως κατάπληξη και θλίψη ταυτόχρονα. Πνιχτός θρήνος.
 

nickel

Administrator
Staff member
Θα έλεγα αποσβολωμένος, dumbfounded. Η θλίψη και ο θρήνος θέλουν επεξεργασία, έρχονται αργότερα (όπως εδώ), είναι σε άλλο γεωγραφικό στίγμα.
 

Earion

Moderator
Staff member
Μήπως: χάσμα > χάμα (αμάρτυρον) > χαμάρα ; :confused:

Ξέρω, ξέρω· θα μου πείτε ότι ερμηνεύω τα άγνωστα διά των αγνώστων. :eek:
 
Top