Αντιλαβού, σώσον, ελέησον και διαφύλαξον ημάς.
Σήμερα θα χρησιμοποιήσουμε ενίοτε την αντίληψη με την παλιά σημασία της βοήθειας και της προστασίας, ιδίως όταν παρέχεται από επίσημους φορείς σε άτομα που έχουν ανάγκη. Ο αντιλήπτωρ ήταν ο βοηθός, ο προστάτης (helper, protector) και σήμερα στην περίπτωση της δικαστικής αντίληψης, όταν δηλαδή ο νόμος παρέχει προστασία σε άτομα που «δεν έχουν πλήρη πνευματική υγεία», το δικαστήριο ορίζει αντιλήπτορα που περιορίζει τη δικαιοπρακτική τους ικανότητα. Από την άλλη, διαβάζεις για «κοινωνική αντίληψη» και αντιλαμβάνεσαι ότι πρόκειται μάλλον για «social perception» παρά για πρόνοια.
Και η συναντίληψη; ΛΚΝ και ΛΝΕΓ συμφωνούν ότι σημαίνει συμπαράσταση. Assistance, protection, support. Υπάρχει και παράδειγμα στο ΛΝΕΓ: δυο παιδιά έρμαια στο χάος, στων γειτόνων τη συναντίληψη (Τηλ. Αλαβέρας). Το ρήμα συναντιλαμβάνομαι σήμαινε «βοηθώ, συντρέχω». Χρησιμοποιείται έτσι η συναντίληψη;
Βλέπω για παράδειγμα σε έγγραφο της ΕΕ:
...αποσκοπώντας στην βελτίωση της συναντίληψης και συνεργασίας σε επίπεδο ΕΕ μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων μερών.
...with the aim of enhancing mutual understanding and co-operation at EU level between all interested parties.
Διαβάζω σε κείμενο του μακαριστού Χριστόδουλου:
Βλέπουμε χριστιανούς αυτοκράτορες που περισώζουν ειδωλολατρικούς ναούς, επικαλούμενοι την αισθητική τους ποιότητα. Βέβαιο είναι ότι δεν υπήρχε κοινωνική συναντίληψη για τη διατήρηση μνημείου, αρχιτεκτονικού ή άλλου.
Ο Ν. Αναλυτής, ως πρόεδρος της ΟΚΕ, μας δίνει και συνώνυμο αν δεν καταλάβαμε:
Για να πετύχουμε όμως τη σωστή μέθοδο και την αναγκαία ταχύτητα, υπάρχει μία απαραίτητη προϋπόθεση που διαπερνά όλες τις στρατηγικές και όλες τις τακτικές κινήσεις και αυτή είναι η κοινωνική συναντίληψη, η κοινωνική συναίνεση και τέλος μία συνολικότερη κοινωνική συνοχή.
Social consensus, λοιπόν;
Κοιτάζω τα «συναντίληψη» του Γκουγκλ και μυρίζουν όλα consensus of opinion. Ε, ή να κοιτάξουν τα λεξικά τους ή να ενημερωθούν τα λεξικά.
Σήμερα θα χρησιμοποιήσουμε ενίοτε την αντίληψη με την παλιά σημασία της βοήθειας και της προστασίας, ιδίως όταν παρέχεται από επίσημους φορείς σε άτομα που έχουν ανάγκη. Ο αντιλήπτωρ ήταν ο βοηθός, ο προστάτης (helper, protector) και σήμερα στην περίπτωση της δικαστικής αντίληψης, όταν δηλαδή ο νόμος παρέχει προστασία σε άτομα που «δεν έχουν πλήρη πνευματική υγεία», το δικαστήριο ορίζει αντιλήπτορα που περιορίζει τη δικαιοπρακτική τους ικανότητα. Από την άλλη, διαβάζεις για «κοινωνική αντίληψη» και αντιλαμβάνεσαι ότι πρόκειται μάλλον για «social perception» παρά για πρόνοια.
Και η συναντίληψη; ΛΚΝ και ΛΝΕΓ συμφωνούν ότι σημαίνει συμπαράσταση. Assistance, protection, support. Υπάρχει και παράδειγμα στο ΛΝΕΓ: δυο παιδιά έρμαια στο χάος, στων γειτόνων τη συναντίληψη (Τηλ. Αλαβέρας). Το ρήμα συναντιλαμβάνομαι σήμαινε «βοηθώ, συντρέχω». Χρησιμοποιείται έτσι η συναντίληψη;
Βλέπω για παράδειγμα σε έγγραφο της ΕΕ:
...αποσκοπώντας στην βελτίωση της συναντίληψης και συνεργασίας σε επίπεδο ΕΕ μεταξύ όλων των ενδιαφερομένων μερών.
...with the aim of enhancing mutual understanding and co-operation at EU level between all interested parties.
Διαβάζω σε κείμενο του μακαριστού Χριστόδουλου:
Βλέπουμε χριστιανούς αυτοκράτορες που περισώζουν ειδωλολατρικούς ναούς, επικαλούμενοι την αισθητική τους ποιότητα. Βέβαιο είναι ότι δεν υπήρχε κοινωνική συναντίληψη για τη διατήρηση μνημείου, αρχιτεκτονικού ή άλλου.
Ο Ν. Αναλυτής, ως πρόεδρος της ΟΚΕ, μας δίνει και συνώνυμο αν δεν καταλάβαμε:
Για να πετύχουμε όμως τη σωστή μέθοδο και την αναγκαία ταχύτητα, υπάρχει μία απαραίτητη προϋπόθεση που διαπερνά όλες τις στρατηγικές και όλες τις τακτικές κινήσεις και αυτή είναι η κοινωνική συναντίληψη, η κοινωνική συναίνεση και τέλος μία συνολικότερη κοινωνική συνοχή.
Social consensus, λοιπόν;
Κοιτάζω τα «συναντίληψη» του Γκουγκλ και μυρίζουν όλα consensus of opinion. Ε, ή να κοιτάξουν τα λεξικά τους ή να ενημερωθούν τα λεξικά.