parthenogenesis [ˌpɑːθɪnə(ʊ)ˈdʒɛnɪsɪs]
noun
[mass noun] Biology
reproduction from an ovum without fertilization, especially as a normal process in some invertebrates and lower plants: cyclic parthenogenesis is well displayed in aphids.
Είναι σπάνια η μεταφορική χρήση. Στο OED:
fig. 1870 Lowell Among my Bks. Ser. i. (1873) 223 How one sin involves another, and forever another, by a fatal parthenogenesis.
Θα περίμενα να είναι πιο συνηθισμένο στη μεταφορική χρήση το virgin birth, αλλά και πάλι δεν βρίσκω αμέσως καλά παραδείγματα.
When will academics accept there is no such thing as a virgin birth in the arts?
Τι γράφει το ΛΝΕΓ μου;
παρθενογένεση (η) (-ης κ. -έσεως | -έσεις, -έσεων} 1. ΒΙΟΛ. η αναπαραγωγή οργανισμού χωρίς γονιμοποίηση, δηλ. με τη συμμετοχή μόνο τού ενός φύλου (τού θηλυκού) 2. (γενικότ.) η παραγωγή έργου, φαινομένου κ.λπ. εκ τού μηδενός, από το τίποτα, χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι που να λειτούργησε ως αρχική πηγή, πρόγονος, επίδραση κ.λπ.: παρθενογένεση στην τέχνη.
Έχουμε και το λατινικό για τη «δημιουργία εκ του μηδενός»:
creatio ex nihilo, creatio ab nihilo (όλο λατινικό)
creation ex nihilo, ex nihilo creation, creation ab nihilo, ab nihilo creation (υβρίδιο)
creation out of nothing (όλο αγγλικό)
http://en.wikipedia.org/wiki/Ex_nihilo
noun
[mass noun] Biology
reproduction from an ovum without fertilization, especially as a normal process in some invertebrates and lower plants: cyclic parthenogenesis is well displayed in aphids.
Είναι σπάνια η μεταφορική χρήση. Στο OED:
fig. 1870 Lowell Among my Bks. Ser. i. (1873) 223 How one sin involves another, and forever another, by a fatal parthenogenesis.
Θα περίμενα να είναι πιο συνηθισμένο στη μεταφορική χρήση το virgin birth, αλλά και πάλι δεν βρίσκω αμέσως καλά παραδείγματα.
When will academics accept there is no such thing as a virgin birth in the arts?
Τι γράφει το ΛΝΕΓ μου;
παρθενογένεση (η) (-ης κ. -έσεως | -έσεις, -έσεων} 1. ΒΙΟΛ. η αναπαραγωγή οργανισμού χωρίς γονιμοποίηση, δηλ. με τη συμμετοχή μόνο τού ενός φύλου (τού θηλυκού) 2. (γενικότ.) η παραγωγή έργου, φαινομένου κ.λπ. εκ τού μηδενός, από το τίποτα, χωρίς να έχει προηγηθεί κάτι που να λειτούργησε ως αρχική πηγή, πρόγονος, επίδραση κ.λπ.: παρθενογένεση στην τέχνη.
Έχουμε και το λατινικό για τη «δημιουργία εκ του μηδενός»:
creatio ex nihilo, creatio ab nihilo (όλο λατινικό)
creation ex nihilo, ex nihilo creation, creation ab nihilo, ab nihilo creation (υβρίδιο)
creation out of nothing (όλο αγγλικό)
http://en.wikipedia.org/wiki/Ex_nihilo