παπαροκτόνο

What exactly does this word mean? A fool or idiot.
I have this example from slang.gr:

παπαροκτόνο
Οτιδήποτε σου μικραίνει το πουλί ή σ' το κρατάει χαμηλά, π.χ. κανέλα
[cinnamon is supposed to be a remedy for impotence!], κρύο κτλ.

ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ

- Πωπωπωπωπω, πολύ κρύο...
- Άσ' τα να παν, παπαροκτόνο!


Is it from παπάρι; is it a common word?:confused::cheek::curse:
 

Neikos

Member
Δεν νομίζω ότι είναι κοινή λέξη, Θησέα. Εγώ τουλάχιστον δεν θυμάμαι να την έχω ξανασυναντήσει. Ναι, από το παπάρι και το επίθημα -κτόνος (κτείνω=σκοτώνω, φονεύω) σχηματίζεται. Είναι οτιδήποτε καταστέλλει τη στύση ή την ερωτική επιθυμία. Κάτι παρόμοιο αλλά πιο γνωστό είναι το αντικούκου. Κυρίως στην αργκό του στρατού χρησιμοποιείται, αλλά όχι μόνο, νομίζω ότι είναι αρκετά κοινή λέξη.

https://el.m.wiktionary.org/wiki/αντικούκου
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Παπάρι = vulgar slang for testicle.
-κτόνος = -cide, e.g. παιδοκτόνος = infanticide (the person), βασιλοκτόνος = regicide (still the person, not the act), εντομοκτόνο = insecticide (the product), ergo παπαροκτόνος, παπαροκτόνο = testiclicide :)

Still, not at all a common word in Greek. As I've probably written before, slang.gr is an excellent source for Greek slang, however there are lots of entries that contain user-specific slang, i.e. things that only the person who posted them uses in their circle of friends.

Edit: I was writing at the same time as Neikos was, and we seem to agree that this word is not common.
 
Thank you both for your help. I know slang.gr is suspect, thanks to Palαύρα's former advice. I see certain words, like γκούτου γκούτου (is it really in use as an exclamation of surprise?!), meaning the same as πω πω or «τσ-ξςςςς!...», «ατιμούτσικο...», «πονηρούλη!», «δεν μας τά 'χες πει αυτά», «έλα δω να σου πω»? But some twitter users seem to use it. And why say it in a trembling voice?
Incidentally, is παπάρας in common parlance?
 

nickel

Administrator
Staff member
Οι περισσότεροι έχουμε πρόβλημα με τους νεολογισμούς και τη σλανγκ. Υπάρχει πάντα κάποια στιγμή που ακούμε τον νεολογισμό για πρώτη φορά. Εγώ δεν σπεύδω να πω «Δεν λέγεται αυτό». Κοιτάζω πρώτα τη γραπτή χρήση όπως μαρτυρείται στο ίντερνετ. Κρίνω, ας πούμε, από τα παραδείγματα ότι το «γκούτου γκούτου» δεν είναι διαδεδομένο και μάλλον πρόκειται για περιθωριακή παραφθορά του καθιερωμένου «γούτσου γούτσου». Ας μείνει στο περιθώριο. Το slang.gr θα έπρεπε να επισημαίνει κάπως αυτές τις περιθωριακές χρήσεις.
 
Thanks, Nickel! I see your entry on ProZ:-
γούτσου (γούτσου)
English translation: (ουσ.) chuck | (επιφ.) coochie coo | (επίθ.) cute, huggable.

"Goutsou" or "koutsou" is one of those things you say in Greek when you give a baby an affectionate tickle under the chin.
The English word for that is chuck, which could well serve as a nickname.
Among youngsters, "goutsou" is also used as an adjective, e.g. "Είναι πολύ γούτσου" (Einai poli goutsou), i.e. cute and lovely and huggable.

Thanks for your help. :)
 

nickel

Administrator
Staff member
I had, of course, forgotten that entry completely. Twelve years ago, when there were so many more hours in the day! :-)
 
Top