...
Hold on, Altan. At first I thought it was literal, but the penny just dropped:
«Έγραφα και καμάρωνα, ήμουν θεός κι έκανα ό,τι ήθελα, μετουσίωνα την πραγματικότητα, την έπλαθα όπως θα ’θελα και θα ‘πρεπε να ‘ναι, έσμιγα αξεδιάλυτα αλήθειες και ψευτιές, δεν υπήρχαν πια αλήθειες και ψευτιές, όλα ζύμη μαλακιά και την έπλαθα, την ξέπλαθα, όπως μου κανοναρχούσε το κέφι μου, λεύτερα, χωρίς να πάρω κανενός την άδεια. Υπάρχει φαίνεται μια αβεβαιότητα πιο σίγουρη από τη βεβαιότητα· μα η μια από αυτές βρίσκεται ένα πάτωμα πιο ψηλά από το ισόγειο κατασκεύασμα του ανθρώπου που το λέμε αλήθεια.»
Since πλάθω is used figuratively here, I think it could be rendered with something like "... everything a soft dough, and I formed and deformed it as my whim dictated, freely, without asking permission from anyone."