Καλημέρα.
Το μπορείς είναι ενεστώτας και κυκλοφορεί μόνο του. Η σημασία του μπορεί να καλύψει (α) ικανότητα (can, be able to), (β) δυνατότητα, άδεια να κάνεις κάτι (may) και (γ) στο τρίτο πρόσωπο (μπορεί) πιθανότητα (the other sense of 'may').
Το μπορέσεις είναι υποτακτική (μέλλοντος/αορίστου) και πάει παρέα με να και θα: θα μπορέσεις, να μπορέσεις.
Μπορείς να έρθεις αμέσως τώρα;
Θα μπορέσεις να έρθεις αύριο;
Εκεί που μπερδεύεσαι ίσως να είναι η χρήση του μπορείς αντί για θα μπορέσεις:
Μπορείς να έρθεις αύριο;
Νομίζω ότι θα μπορέσω.
Να μπορέσεις.
Αυτά για αρχή. :)