Από το ΛΝΕΓ:
Μου αρέσει η επισήμανση «συχνά ειρων.», που έχει να κάνει με τη χρήση της φράσης και όχι με τον τρόπο διαμαρτυρίας. Δηλαδή, δεν μας πείθουν οι διαμαρτυρίες των διαρρηγνυόντων τα ιμάτιά τους.
Η διάρρηξη των ιματίων (rending / tearing of clothes / garments / robes) γίνεται σε ένδειξη πένθους, μεγάλης θλίψης ή αγανάκτησης, και σχετικές αναφορές υπάρχουν διάσπαρτες στη Βίβλο.
http://www.answers.com/topic/rending-of-garments
http://www.bible-history.com/isbe/C/CLOTHES,+RENDING+OF/
http://www.keyway.ca/htm2007/20070313.htm
Μια σύντομη εξήγηση εδώ:
Για τη μετάφραση, πάντως, της έκφρασης, όπως συχνότατα χρησιμοποιείται στην καθημερινή γλώσσα, είτε με το λόγιο τύπο είτε, λιγότερο συχνά, σαν «σκίζουν τα ρούχα τους», η αγγλική έκφραση δεν είναι βγαλμένη από τη Βίβλο και την ιουδαϊκή παράδοση. Σε δύο λεξικά βρίσκω το protest vehemently, που προσωρινά με καλύπτει. Αλλά κάθε καλό συνώνυμο θα είναι ευπρόσδεκτο.
Να σημειώσω ότι, όπως στα ελληνικά το «διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι» (π.χ. Οι δήμαρχοι των δύο περιοχών διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν ή βλ. ΛΝΕΓ) σημαίνει «βεβαιώνουν, ισχυρίζονται, διατείνονται, δηλώνουν μετ' επιτάσεως» κ.ά., έτσι και το αγγλικό protest έχει τη σημασία «declare (something) firmly and emphatically in response to doubt or accusation» (ODE).
Επίσης, μια διατύπωση του είδους «Γνώριζαν όμως και οι Ευρωπαίοι που διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι οι Έλληνες τους κορόιδευαν» (το «ότι» πάει στο «γνώριζαν») μας πηγαίνει στην πρώτη σημασία και μπορεί να μεταφραστεί «rending their clothes in indignation» ή απλώς «who feign indignation».
ΦΡ. διαρρηγνύω τα ιμάτια μου (σχίζω τα ρούχα μου) διαμαρτύρομαι έντονα, κυρ. υποστηρίζοντας την αθωότητα ή το δίκιο μου, συχνά ειρων.: πολλοί από εκείνους που κατηγορήθηκαν για εγκλήματα πολέμου διερρήγνυαν τα ιμάτια τους ότι εκτελούσαν διαταγές άλλων.
[Η φρ. διαρρηγνύω τα ιμάτια μου απαντά με διάφορες μορφές τόσο στην Π.Δ. όσο και στην Κ.Δ., αποτελούσε δε ιδιαίτερο εμφατικό τρόπο με τον οποίο οι Ισραηλίτες εξέφραζαν αγανάκτηση (π.χ. Ματθ. 26, 65: τότε ο αρχιερεύς διέρρηξεν τα ιμάτια αυτού).]
[Η φρ. διαρρηγνύω τα ιμάτια μου απαντά με διάφορες μορφές τόσο στην Π.Δ. όσο και στην Κ.Δ., αποτελούσε δε ιδιαίτερο εμφατικό τρόπο με τον οποίο οι Ισραηλίτες εξέφραζαν αγανάκτηση (π.χ. Ματθ. 26, 65: τότε ο αρχιερεύς διέρρηξεν τα ιμάτια αυτού).]
Μου αρέσει η επισήμανση «συχνά ειρων.», που έχει να κάνει με τη χρήση της φράσης και όχι με τον τρόπο διαμαρτυρίας. Δηλαδή, δεν μας πείθουν οι διαμαρτυρίες των διαρρηγνυόντων τα ιμάτιά τους.
Η διάρρηξη των ιματίων (rending / tearing of clothes / garments / robes) γίνεται σε ένδειξη πένθους, μεγάλης θλίψης ή αγανάκτησης, και σχετικές αναφορές υπάρχουν διάσπαρτες στη Βίβλο.
http://www.answers.com/topic/rending-of-garments
http://www.bible-history.com/isbe/C/CLOTHES,+RENDING+OF/
http://www.keyway.ca/htm2007/20070313.htm
Μια σύντομη εξήγηση εδώ:
The rending of one's clothes is an expression frequently used in Scripture, as the token of the highest grief. Reuben, to denote his sorrow for Joseph, rent his clothes (Gen 37:29); Jacob did the like (v. 34), and Ezra, to express the concern and uneasiness of his mind, and the apprehensions he entertained of the divine displeasure on account of the people's unlawful marriages, is said to have rent his garments and mantle (Ezra 9:3), that is, both his inner and upper garment. This action was also an expression of indignation and holy zeal; the high-priest rent his clothes, pretending that our Saviour had spoken blasphemy (Matt. 26:65), and so did the apostles when the people intended to pay them divine honors (Acts 14:14). To rend the garments was in Eastern countries and among ancient nations a symbolical action, expressive of sorrow, fear, or contrition. […]
Για τη μετάφραση, πάντως, της έκφρασης, όπως συχνότατα χρησιμοποιείται στην καθημερινή γλώσσα, είτε με το λόγιο τύπο είτε, λιγότερο συχνά, σαν «σκίζουν τα ρούχα τους», η αγγλική έκφραση δεν είναι βγαλμένη από τη Βίβλο και την ιουδαϊκή παράδοση. Σε δύο λεξικά βρίσκω το protest vehemently, που προσωρινά με καλύπτει. Αλλά κάθε καλό συνώνυμο θα είναι ευπρόσδεκτο.
Να σημειώσω ότι, όπως στα ελληνικά το «διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι» (π.χ. Οι δήμαρχοι των δύο περιοχών διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι δεν έχουν τίποτε να χωρίσουν ή βλ. ΛΝΕΓ) σημαίνει «βεβαιώνουν, ισχυρίζονται, διατείνονται, δηλώνουν μετ' επιτάσεως» κ.ά., έτσι και το αγγλικό protest έχει τη σημασία «declare (something) firmly and emphatically in response to doubt or accusation» (ODE).
Επίσης, μια διατύπωση του είδους «Γνώριζαν όμως και οι Ευρωπαίοι που διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους ότι οι Έλληνες τους κορόιδευαν» (το «ότι» πάει στο «γνώριζαν») μας πηγαίνει στην πρώτη σημασία και μπορεί να μεταφραστεί «rending their clothes in indignation» ή απλώς «who feign indignation».