Για τα αγγλοελληνικά λεξικά, ξεχάστε το — αγνοούν τον ιδιωματισμό. Εδώ μετά κόπου τον έχουν τα ελληνικά.
Στο ΛΚΝ, μόνο την έκφραση:
θέλω ν' αγιάσω κι οι διαβόλοι δε μ' αφήνουν, οι πειρασμοί είναι πολλοί.
Περισσότερα μόνο στο ΛΝΕΓ (στο Σχολικό έχει εξαφανιστεί):
δεν αφήνω άνθρωπο ν' αγιάσει (i) με τις πράξεις και τη συμπεριφορά μου σκανδαλίζω, θέτω σε πειρασμό (ii) ενοχλώ κάθε άνθρωπο, σε βαθμό που να τον κάνω να αντιδρά με άσχημο τρόπο, να παραφέρεται.
Στου Γεωργακά:
prov phr θέλω ν' αγιάσω κ' οι διαόλοι δε μ' αφήνουν (life's tempations are too many for one to be virtuous)
Ας φέρω και μερικά παραδείγματα από το διαδίκτυο:
Πραγματικά εγώ είχα πολύ χαλαρή διάθεση, αλλά κάποιοι δεν μ’ αφήνουν ν’ αγιάσω!
Για να πω πάντως κι εγώ τον πόνο μου, εκεί που λέω να μαλακώσω λίγο και να πάψω να αγανακτώ με την άκριτη και άκρατη χρήση της γενικής, «δεν μ' αφήνουν ν' αγιάσω».
Και να θέλω να μη γκρινιάξω, δε με αφήνουν να αγιάσω.
Μια πρόταση:
They keep putting temptation in my way.
They just won't let me be. (Δεν μ' αφήνουν να ησυχάσω.)
Άλλες ωραίες ιδιωματικές διατυπώσεις;
Στο ΛΚΝ, μόνο την έκφραση:
θέλω ν' αγιάσω κι οι διαβόλοι δε μ' αφήνουν, οι πειρασμοί είναι πολλοί.
Περισσότερα μόνο στο ΛΝΕΓ (στο Σχολικό έχει εξαφανιστεί):
δεν αφήνω άνθρωπο ν' αγιάσει (i) με τις πράξεις και τη συμπεριφορά μου σκανδαλίζω, θέτω σε πειρασμό (ii) ενοχλώ κάθε άνθρωπο, σε βαθμό που να τον κάνω να αντιδρά με άσχημο τρόπο, να παραφέρεται.
Στου Γεωργακά:
prov phr θέλω ν' αγιάσω κ' οι διαόλοι δε μ' αφήνουν (life's tempations are too many for one to be virtuous)
Ας φέρω και μερικά παραδείγματα από το διαδίκτυο:
Πραγματικά εγώ είχα πολύ χαλαρή διάθεση, αλλά κάποιοι δεν μ’ αφήνουν ν’ αγιάσω!
Για να πω πάντως κι εγώ τον πόνο μου, εκεί που λέω να μαλακώσω λίγο και να πάψω να αγανακτώ με την άκριτη και άκρατη χρήση της γενικής, «δεν μ' αφήνουν ν' αγιάσω».
Και να θέλω να μη γκρινιάξω, δε με αφήνουν να αγιάσω.
Μια πρόταση:
They keep putting temptation in my way.
They just won't let me be. (Δεν μ' αφήνουν να ησυχάσω.)
Άλλες ωραίες ιδιωματικές διατυπώσεις;