Το ανφάν γκατέ του Χόλιγουντ έδωσε το παρών σε δύο υπέροχα πάρτι, από τα οποία σας παραθέτουμε πλούσιο φωτογραφικό υλικό!
Στο παλιό αυτό κείμενο παραξενεύτηκα όταν αντιλήφθηκα ότι με «το ανφάν γκατέ» ο συντάκτης αναφερόταν όχι σε ένα και μόνο άτομο αλλά στους κορυφαίους, στην αφρόκρεμα, την ελίτ, την κρεμ ντε λα κρεμ (για να πούμε κι άλλα γαλλικά).
Ετοιμαζόμουν να το προσθέσω στο νήμα με τις γκάφες, αλλά, ευτυχώς, μια έρευνα στο διαδίκτυο έδειξε ότι δεν είναι το μοναδικό «το ανφάν γκατέ» που αναφέρεται σε πολλούς. Γρήγορα συμπέρανα ότι έχω μείνει πίσω:
Στο ΛΝΕΓ-5 υπάρχει το λήμμα
ανφάν-γκατέ (το) {άκλ.} ελλην. αφρόκρεμα (σημ. 1), παραχαϊδεμένος (σημ. 2) 1. (καταχρ.-συνήθ. ειρων.) το καλύτερο τμήμα τής κοινωνίας, οι πιο γνωστοί και διακεκριμένοι κοινωνικά: στο ξενοδοχείο «Μ. Βρετανία» συγκεντρώθηκε χθες το βράδυ όλο το ανφάν-γκατέ τής αθηναϊκής κοινωνίας. 2. το κακομαθημένο παιδί, το παιδί τού οποίου οι γονείς συγχωρούν κάθε αταξία [ΕΤΥΜ. < γαλλ. enfant gâté].
Μάλιστα, στο λήμμα αντιστρέφεται η σειρά των σημασιών που υπήρχε σε προηγούμενες εκδόσεις. Ομοίως, στο Χρηστικό και στο ΜΗΛΝΕΓ:
ανφάν γκατέ ουσ. (ουδ.) {άκλ.} & (προφ.) αφάν γκατέ 1 (συχνά ειρων.) αφρόκρεμα, ελίτ: το ανφάν γκατέ της κοινωνίας. Πβ. αθέρας, άνθος, αριστοκρατία, αφρός. 2. (σπαν.) παραχαϊδεμένο, κακομαθημένο παιδί και κατ’ επέκτ. πρόσωπο που έχει συνηθίσει να του ικανοποιούν κάθε του επιθυμία. [<γαλλ. enfant gâté]
ανφάν γκατέ [anfán gaté], το (ουσ. Οάκλ.).
1) Το μέρος ενός κοινωνικού συνόλου που θεωρείται το εκλεκτότερο, το πιο διακεκριμένο
(ΣΥΝ αφρόκρεμα, άνθος, ανθός, ελίτ)
το ανφάν γκατέ της διεθνούς πολιτικής σκηνής | Στη φιλανθρωπική εκδήλωση έδωσε το παρών όλο το ανφάν γκατέ της αθηναϊκής κοινωνίας | <ειρων.> Στο σπίτι του μαζεύονταν μαυραγορίτες, ιερόδουλοι κι όλο το ανφάν γκατέ της εποχής
2) (παλαιότ.) Παιδί που είναι παραχαϊδεμένο με αποτέλεσμα να γίνει κακομαθημένο
Στα γαλλικά το enfant gâté, απ’ όσο ξέρω, δεν χρησιμοποιείται ως περιληπτικό ουσιαστικό. Ούτε στα αγγλικά (για περιληπτικό: the best of the best, the pick of the crop, the crème de la crème).
Δεν έχω ιδέα πώς και πότε άλλαξε η σημασία του ελληνικού. Εγώ, πάντως, αν χρειαστεί να το πω στον πληθυντικό, θα γράψω για «τα ανφάν γκατέ». (Αλλά μπορεί να πω «τ’ ανφάν γκατέ»… )
Κινηματογραφικό...πανδαιμόνιο! | in.gr
Πληροφορίες από παντού! Από το εξωτερικό, από το εσωτερικό, από το εσωτερικό του εσωτερικού, από τον συνάδελφο, από ένα φίλο που έχουμε τα ίδια γούστα. Δεν ξέρουμε αν σας ενδιαφέρουν, εμείς θα σας τα πούμε δια πάσα χρήση ή τέρψη! And the Oscar goes to... Από πού να ξεκινήσει κανείς; Θα...
www.in.gr
Στο παλιό αυτό κείμενο παραξενεύτηκα όταν αντιλήφθηκα ότι με «το ανφάν γκατέ» ο συντάκτης αναφερόταν όχι σε ένα και μόνο άτομο αλλά στους κορυφαίους, στην αφρόκρεμα, την ελίτ, την κρεμ ντε λα κρεμ (για να πούμε κι άλλα γαλλικά).
Ετοιμαζόμουν να το προσθέσω στο νήμα με τις γκάφες, αλλά, ευτυχώς, μια έρευνα στο διαδίκτυο έδειξε ότι δεν είναι το μοναδικό «το ανφάν γκατέ» που αναφέρεται σε πολλούς. Γρήγορα συμπέρανα ότι έχω μείνει πίσω:
Στο ΛΝΕΓ-5 υπάρχει το λήμμα
ανφάν-γκατέ (το) {άκλ.} ελλην. αφρόκρεμα (σημ. 1), παραχαϊδεμένος (σημ. 2) 1. (καταχρ.-συνήθ. ειρων.) το καλύτερο τμήμα τής κοινωνίας, οι πιο γνωστοί και διακεκριμένοι κοινωνικά: στο ξενοδοχείο «Μ. Βρετανία» συγκεντρώθηκε χθες το βράδυ όλο το ανφάν-γκατέ τής αθηναϊκής κοινωνίας. 2. το κακομαθημένο παιδί, το παιδί τού οποίου οι γονείς συγχωρούν κάθε αταξία [ΕΤΥΜ. < γαλλ. enfant gâté].
Μάλιστα, στο λήμμα αντιστρέφεται η σειρά των σημασιών που υπήρχε σε προηγούμενες εκδόσεις. Ομοίως, στο Χρηστικό και στο ΜΗΛΝΕΓ:
ανφάν γκατέ ουσ. (ουδ.) {άκλ.} & (προφ.) αφάν γκατέ 1 (συχνά ειρων.) αφρόκρεμα, ελίτ: το ανφάν γκατέ της κοινωνίας. Πβ. αθέρας, άνθος, αριστοκρατία, αφρός. 2. (σπαν.) παραχαϊδεμένο, κακομαθημένο παιδί και κατ’ επέκτ. πρόσωπο που έχει συνηθίσει να του ικανοποιούν κάθε του επιθυμία. [<γαλλ. enfant gâté]
ανφάν γκατέ [anfán gaté], το (ουσ. Οάκλ.).
1) Το μέρος ενός κοινωνικού συνόλου που θεωρείται το εκλεκτότερο, το πιο διακεκριμένο
(ΣΥΝ αφρόκρεμα, άνθος, ανθός, ελίτ)
το ανφάν γκατέ της διεθνούς πολιτικής σκηνής | Στη φιλανθρωπική εκδήλωση έδωσε το παρών όλο το ανφάν γκατέ της αθηναϊκής κοινωνίας | <ειρων.> Στο σπίτι του μαζεύονταν μαυραγορίτες, ιερόδουλοι κι όλο το ανφάν γκατέ της εποχής
2) (παλαιότ.) Παιδί που είναι παραχαϊδεμένο με αποτέλεσμα να γίνει κακομαθημένο
Στα γαλλικά το enfant gâté, απ’ όσο ξέρω, δεν χρησιμοποιείται ως περιληπτικό ουσιαστικό. Ούτε στα αγγλικά (για περιληπτικό: the best of the best, the pick of the crop, the crème de la crème).
Δεν έχω ιδέα πώς και πότε άλλαξε η σημασία του ελληνικού. Εγώ, πάντως, αν χρειαστεί να το πω στον πληθυντικό, θα γράψω για «τα ανφάν γκατέ». (Αλλά μπορεί να πω «τ’ ανφάν γκατέ»… )