ανέκρηκτος = unexploded

"...και να αφαιρούν μια ανέκρηκτη μαγνητική νάρκη..."

Από το σημερινό ραδιοφωνικό μαγκαζίνο του Σκάι, κατά την περιγραφή του χτεσινού επεισοδίου στον Κόλπο του Ομάν.

Δεν το έχω ξανακούσει ποτέ - "ανέκρηκτος", "ανέκρηκτη"...

Λάθος που μάλλον προκύπτει από την απουσία μονολεκτικής έκφρασης - στ' αγγλικά ο συνάδελφός του θα έλεγε απλώς "unexploded mine".

Ο Έλληνας δημοσιογράφος θα μπορούσε να είχε πει: "νάρκη που δεν είχε εκραγεί" ή "μη εκραγείσα νάρκη".
 

nickel

Administrator
Staff member
Η αλήθεια είναι ότι ο όρος υπάρχει στο λεξικό του Δημητράκου (τουλάχιστον):

ανέκρηκτος νεώτ. ανεκρηκτικός (ο μη υποκείμενος σε έκρηξιν) | ο μη εκραγείς: οβίς ανέκρηκτος — επί του πεδίου της μάχης παράμειναν χιλιάδες οβίδες ανέκρηκτες.

Αλλά, ακόμα κι αν δεν είχε περάσει στα λεξικά, αν θεωρήσουμε ότι ο σχηματισμός είναι σωστός, γιατί να μην κερδίσουμε μια λέξη; (Κι ας μην ξεπεράσουμε ποτέ την αγγλική...) Βλέπω να χρησιμοποίησαν τη λέξη οι μεταφραστές της ΕΕ το 2001:

Οι νάρκες που κατακρεουργούν παράγονται από τα εργοστάσια της Δύσης· οι βόμβες διασποράς, που ρίχνονται κατά χιλιάδες αυτές τις μέρες και παραμένουν ανέκρηκτες, παράγονται από τα δικά μας εργοστάσια· είναι δικές μας οι διεστραμμένες ευρεσιτεχνίες που σχεδιάζουν τις νάρκες με μορφή πεταλούδας ή κούκλας, δικές μας οι κίτρινες και χαριτωμένες βόμβες διασποράς, στο ίδιο χρώμα με τους σάκους με τα τρόφιμα που πετιούνται από τα αεροπλάνα. (Luisa Morgantini, Ιταλίδα ευρωβουλεύτρια)
 
Η αλήθεια είναι ότι μου άρεσε η λέξη - δεν υπάρχει σε ΛΚΝ, Χρηστικό, ΜΗΛΝΕΓ (και τίποτα κοντά της στο Liddell-Scott), και δεν έψαξα περισσότερο. Είναι όντως σωστός ο σχηματισμός της; Αν ναι, συμφωνώ, γιατί να μην κερδίσουμε μια λέξη;
 
Top