sarant
¥
Φίλος μου έκανε την παρατήρηση ότι η έκφραση "ίσα βάρκα ίσα νερά" δεν υπάρχει στα μεγάλα μας λεξικά, ενώ είναι εξαιρετικά οικεία και έχει και άφθονες γκουγκλιές.
Υπάρχουν βέβαια και παραλλαγές. Στην Καρυστινή λαογραφία του Κανακάρη βρίσκω "ίσα καράβι, ίσα νερά" ενώ σε συλλογή λεσβιακών παροιμιών του Χατζηγιάννη "ίσα βάρκα, ίσα πανιά" και "ίσα βάρκα, ίσα κουπιά". Η παραλλαγή με τα πανιά είναι συχνή και στο γκουγκλ. Και "ίσα καράβι ίσα πανιά" που είχε αναφερθεί σε παλιότερη συζήτηση στο ιστολόγιο.
Το ρήμα που υπονοείται στην έκφραση, και που πολλές φορές δηλώνεται ρητά, είναι το "φέρνω". Μάλιστα, στο "Σκιάθου λαϊκός πολιτισμός" του Ρήγα η έκφρ. λημματογραφείται ως "τα φέραμε βάρκα και νερά".
Σύμφωνα με όλες τις παραπάνω πηγές, η έκφραση χρησιμοποιείται όταν από μια επιχείρηση δεν είχαμε ούτε κέρδος αλλά ούτε και ζημιά (μας ήρθε μία η άλλη, που λέμε), όταν τα ξοδέψουμε όλα χωρίς να περισσέψει τίποτε, όταν ταιριάξουμε δυο πράγματα ίσα-ίσα.
Την τελευταία απόχρωση τη βρίσκω στον Δρακονταειδή: Μπήκα στο δεύτερο στρατιωτικό νοσοκομείο, είχα κανονίσει να πάρω την αναρρωτική, να τα φέρω ίσα βάρκα ίσα νερά και ν' απολυθώ (Το σπίτι της θείας)
Νομίζω πάντως ότι η αρχική σημασία της φρ. είναι όταν σε εμπορική επιχείρηση δεν βγάλουμε κέρδος αλλά τουλάχιστον δεν έχουμε και ζημιά, δεν μπαίνουμε μέσα.
Εκεί που όλα τα λεξικά σε απογοητεύουν, το slang.gr δεν σε εγκαταλείπει. Καταγράφει τη φράση, με τη σημασία του μηδενικού αποτελέσματος, αν και νομίζω ότι πρέπει επίσης να τονιστεί ότι δεν υπάρχει ζημιά. Η εξήγηση που δίνεται για την προέλευση της φράσης δεν με πείθει: Προέρχεται από την παρατήρηση βάρκας δεμένης στο μουράγιο, όσο ανεβαίνει το νερό τόσο ανεβαίνει και η βάρκα και ανάποδα· η σχέση βάρκας-νερού παραμένει πάντα η ίδια.
Εγώ σκεφτόμουν ότι η φρ. προέρχεται από βάρκα που, είτε επειδή έχει πάρει νερά είτε επειδή είναι παραφορτωμένη, έχει κατέβει με αποτέλεσμα το χείλος της να βρίσκεται (σχεδόν) στην επιφάνεια του νερού. Ακόμα επιπλέει, αλλά με το παραμικρό επιπλέον βάρος θα βουλιάξει. Την πεποίθησή μου αυτή τη στηρίζει και μια κυριολεκτική χρήση του όρου, που τη βρήκα στα γκουγκλοβιβλία: Έκανε κρύο τρομερό κι όπως είχαν έρθει ίσα βάρκα ίσα νερά, κανείς τους δεν έμεινε στεγνός. Τα κύματα ορμούσαν απ' τη μια μπάντα κι έφευγαν απ' την άλλη, αφήνοντας πίσω τους αφρούς να γουργουρίζουν στα μπούνια. Η θάλασσα αγρίευε όλο και ... (άλλο δεν μ' αφήνει να δω)
Όμως, οι παραλλαγές με τα κουπιά και με τα πανιά δεν συμφωνούν με μια τέτοια εξήγηση, εκτός κι αν υποθέσουμε ότι είναι μεταγενέστερες κι ότι προστέθηκαν από ανθρωπους που ήξεραν τη σημασία της φράσης αλλά δεν καταλάβαιναν την εικόνα που περιγράφει.
Τώρα τελευταία, με τη συζήτηση για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, η φράση έχει χρησιμοποιηθεί αρκετά. Βέβαια, με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, κάθε παροιμιακή φράση που έχει μέσα βάρκα και γενικά πλεούμενο είναι επικίνδυνη γιατί επιδέχεται κάθε λογής μακάβρια λογοπαίγνια. Είχε πει άλλωστε ο Γιωργάκης ότι αν δεν αλλάξουμε θα βουλιάξουμε -και ξέρετε υπό ποιες συνθήκες γέρνει η βάρκα.
(Λέω να το βάλω και στο μπλογκ)
Υπάρχουν βέβαια και παραλλαγές. Στην Καρυστινή λαογραφία του Κανακάρη βρίσκω "ίσα καράβι, ίσα νερά" ενώ σε συλλογή λεσβιακών παροιμιών του Χατζηγιάννη "ίσα βάρκα, ίσα πανιά" και "ίσα βάρκα, ίσα κουπιά". Η παραλλαγή με τα πανιά είναι συχνή και στο γκουγκλ. Και "ίσα καράβι ίσα πανιά" που είχε αναφερθεί σε παλιότερη συζήτηση στο ιστολόγιο.
Το ρήμα που υπονοείται στην έκφραση, και που πολλές φορές δηλώνεται ρητά, είναι το "φέρνω". Μάλιστα, στο "Σκιάθου λαϊκός πολιτισμός" του Ρήγα η έκφρ. λημματογραφείται ως "τα φέραμε βάρκα και νερά".
Σύμφωνα με όλες τις παραπάνω πηγές, η έκφραση χρησιμοποιείται όταν από μια επιχείρηση δεν είχαμε ούτε κέρδος αλλά ούτε και ζημιά (μας ήρθε μία η άλλη, που λέμε), όταν τα ξοδέψουμε όλα χωρίς να περισσέψει τίποτε, όταν ταιριάξουμε δυο πράγματα ίσα-ίσα.
Την τελευταία απόχρωση τη βρίσκω στον Δρακονταειδή: Μπήκα στο δεύτερο στρατιωτικό νοσοκομείο, είχα κανονίσει να πάρω την αναρρωτική, να τα φέρω ίσα βάρκα ίσα νερά και ν' απολυθώ (Το σπίτι της θείας)
Νομίζω πάντως ότι η αρχική σημασία της φρ. είναι όταν σε εμπορική επιχείρηση δεν βγάλουμε κέρδος αλλά τουλάχιστον δεν έχουμε και ζημιά, δεν μπαίνουμε μέσα.
Εκεί που όλα τα λεξικά σε απογοητεύουν, το slang.gr δεν σε εγκαταλείπει. Καταγράφει τη φράση, με τη σημασία του μηδενικού αποτελέσματος, αν και νομίζω ότι πρέπει επίσης να τονιστεί ότι δεν υπάρχει ζημιά. Η εξήγηση που δίνεται για την προέλευση της φράσης δεν με πείθει: Προέρχεται από την παρατήρηση βάρκας δεμένης στο μουράγιο, όσο ανεβαίνει το νερό τόσο ανεβαίνει και η βάρκα και ανάποδα· η σχέση βάρκας-νερού παραμένει πάντα η ίδια.
Εγώ σκεφτόμουν ότι η φρ. προέρχεται από βάρκα που, είτε επειδή έχει πάρει νερά είτε επειδή είναι παραφορτωμένη, έχει κατέβει με αποτέλεσμα το χείλος της να βρίσκεται (σχεδόν) στην επιφάνεια του νερού. Ακόμα επιπλέει, αλλά με το παραμικρό επιπλέον βάρος θα βουλιάξει. Την πεποίθησή μου αυτή τη στηρίζει και μια κυριολεκτική χρήση του όρου, που τη βρήκα στα γκουγκλοβιβλία: Έκανε κρύο τρομερό κι όπως είχαν έρθει ίσα βάρκα ίσα νερά, κανείς τους δεν έμεινε στεγνός. Τα κύματα ορμούσαν απ' τη μια μπάντα κι έφευγαν απ' την άλλη, αφήνοντας πίσω τους αφρούς να γουργουρίζουν στα μπούνια. Η θάλασσα αγρίευε όλο και ... (άλλο δεν μ' αφήνει να δω)
Όμως, οι παραλλαγές με τα κουπιά και με τα πανιά δεν συμφωνούν με μια τέτοια εξήγηση, εκτός κι αν υποθέσουμε ότι είναι μεταγενέστερες κι ότι προστέθηκαν από ανθρωπους που ήξεραν τη σημασία της φράσης αλλά δεν καταλάβαιναν την εικόνα που περιγράφει.
Τώρα τελευταία, με τη συζήτηση για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς, η φράση έχει χρησιμοποιηθεί αρκετά. Βέβαια, με την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, κάθε παροιμιακή φράση που έχει μέσα βάρκα και γενικά πλεούμενο είναι επικίνδυνη γιατί επιδέχεται κάθε λογής μακάβρια λογοπαίγνια. Είχε πει άλλωστε ο Γιωργάκης ότι αν δεν αλλάξουμε θα βουλιάξουμε -και ξέρετε υπό ποιες συνθήκες γέρνει η βάρκα.
(Λέω να το βάλω και στο μπλογκ)