Not necessarily.πληγωμένος seems like it applies more to physical injuries
Also, the definitions of the verb πληγώνω by ΧΛΝΕΓ and ΛΚΝ.(μτφ.) που του έχουν προξενήσει μεγάλη λύπη, πόνο, που τον έχουν προσβάλει βαριά: Πληγωμένη καρδιά / ψυχή / περηφάνια / αξιοπρέπεια. Ο ~ του εγωισμός ζητούσε εκδίκηση.
You may also want to consider:I am looking for “My child is troubled/ has difficulties.”