Επειδή αυτό το θέμα θα μας απασχολήσει για αρκετούς μήνες και είναι τόσο σκοτεινό ώστε θα πρέπει να το φωτίσουμε πολύπλευρα για να το καταλάβουμε, θα συγκεντρώνω εδώ (και, αν θέλετε, βοηθάτε) άρθρα που ρίχνουν λίγο φως έστω και σε μια πτυχή του θέματος.
Από τη χτεσινή Ελευθεροτυπία:
Από την Κυριακάτικη Καθημερινή:
Από τη χτεσινή Ελευθεροτυπία:
Εφαλτήριο για τις τιμές ρεύματος, η «απελευθέρωση»
Του ΒΑΣΙΛΗ ΓΕΩΡΓΑ
Στις πλάτες των ελληνικών νοικοκυριών, που θα δουν πολύ σύντομα την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος να αυξάνεται κατακόρυφα, θα πέσει όλο το βάρος της αναδιάρθρωσης των τιμολογίων της αγοράς ενέργειας στη χώρα μας.
Για τους ιδιώτες της ενέργειας που καλοβλέπουν μονάδες της ΔΕΗ και επιδιώκουν πρόσβαση σε φθηνό ηλεκτρικό ρεύμα, η προοπτική μεγάλων αυξήσεων στα τιμολόγια, από το 2011 ώς το 2013, αποτελεί «μαγνήτη».
Σήμερα, η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα είναι μακράν η φθηνότερη για τους οικιακούς καταναλωτές σε όλη την Ευρώπη, καθώς τα τιμολόγια είναι ρυθμιζόμενα από την εκάστοτε κυβέρνηση για λόγους κοινωνικής πολιτικής.
Το παράδοξο πρόβλημα που καλείται να διαχειριστεί η κυβέρνηση είναι πως, ενώ το πνεύμα της απελευθέρωσης των αγορών είναι να απολαμβάνουν οι καταναλωτές φθηνότερες υπηρεσίες, στην περίπτωση του ηλεκτρικού ρεύματος θα συμβεί το αντίθετο.
Οι τιμές θα αρχίσουν από φέτος τον Σεπτέμβριο ή τις αρχές του 2011 να αυξάνονται κατακόρυφα για τους περισσότερους από τους 7,5 εκατομμύρια καταναλωτές, ώστε από τη μία η ΔΕΗ να ανακτήσει το μερίδιο που έχασε από ιδιώτες προμηθευτές στη χονδρική και από την άλλη να αναμορφωθεί η αγορά σε ό,τι αφορά την παραγωγή ώστε να έχουν κίνητρο να δραστηριοποιηθούν οι ιδιώτες που διαθέτουν μονάδες φυσικού αερίου και σήμερα «ζημιώνονται» μη μπορώντας να ανταγωνιστούν τη ΔΕΗ στο κόστος παραγωγής.
Σύμφωνα πάντως με τα διαθέσιμα στοιχεία από ευρωπαϊκούς οργανισμούς, τα ελληνικά νοικοκυριά απολαμβάνουν τις χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος μεταξύ όλων των οικιακών καταναλωτών των χωρών-μελών της ευρωζώνης.
Στην Αθήνα, η τιμή της κιλοβατώρας (μέσος όρος) είναι μόλις 11,54 λεπτά, όταν στο Παρίσι όπου η παραγωγή είναι φτηνή λόγω των πυρηνικών εργοστασίων είναι 13,19 λεπτά, ενώ στο Βερολίνο φτάνει τα 22,78 λεπτά και στην Κοπεγχάγη ξεπερνά τα 28,6 λεπτά του ευρώ.
Με βάση τα στοιχεία της Eurostat για τα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος στις 27 χώρες της Ε.Ε. στο δεύτερο εξάμηνο 2009, προκύπτει ότι:
91% ακριβότερο για 1.000 - 2.500 KW
* Στις πολύ χαμηλές καταναλώσεις μέχρι και 1.000 kWh, το ηλεκτρικό ρεύμα για τους οικιακούς καταναλωτές των «27» είναι ακριβότερο σε σχέση με την Ελλάδα κατά 118,83%.
Επίσης, είναι ακριβότερο κατά 91,73% σε σύγκριση με την Ελλάδα για τους καταναλωτές των «27» με καταναλώσεις από 1.000 - 2.500 kWh.
* Στις μεγάλες καταναλώσεις, από 5.000 - 15.000 kWh, οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στους «27» είναι κατά 24,17% υψηλότερες σε σχέση με την Ελλάδα, ενώ οι σχετικές διαφορές περιορίζονται μόλις στο 7,92% για τους πολύ μεγάλους καταναλωτές, με κατανάλωση άνω των 15.000 kWh.
Είναι προφανές από τα στοιχεία ότι τα περιθώρια αυξήσεων στο ρεύμα είναι τεράστια και οι Ελληνες θα αρχίσουν να τα νιώθουν με τον επικείμενο «εξορθολογισμό των τιμολογίων».
Από την άλλη πλευρά, παράγοντες της αγοράς υποστηρίζουν ότι το πραγματικό κόστος των τιμολογίων στην Ελλάδα είναι ακριβότερο αν συνεκτιμηθεί ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη η παραγωγή βασίζεται σε σύγχρονες αλλά ακριβότερες μονάδες.
Πρόσβαση ιδιωτών στο λιγνίτη
Σήμερα η ΔΕΗ καταφέρνει να κρατά χαμηλά τα τιμολόγιά της, επειδή παράγει φτηνό ρεύμα από τις λιγνιτικές μονάδες της (καταλαμβάνει σχεδόν το 60% του συνολικού μείγματος, γι' αυτό και η τρόικα επιδιώκει να αποκτήσουν πρόσβαση οι ιδιώτες σε ορυχεία ή μονάδες) και το πουλά πανάκριβα στους εμπορικούς καταναλωτές. Το 2009 η οριακή τιμή συστήματος (ΟΤΣ) κυμαινόταν μεταξύ 40 και 60 ευρώ η μεγαβατώρα (1.000 κιλοβατώρες), όταν οι εμπορικοί καταναλωτές την πλήρωναν προς 130 ευρώ.
Με αυτό τον τρόπο επιδοτούνταν οι υπόλοιπες κατηγορίες καταναλωτών, και κυρίως οι οικιακοί χρήστες. Αυτό είχε συνέπεια να χάσει μερίδια αγοράς από ιδιώτες προμηθευτές που εισάγουν «φτηνό» ρεύμα και το μεταπωλούν σε χαμηλότερες τιμές σε εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά κρατώντας χαμηλά την Οριακή Τιμή Συστήματος, βγάζει εκτός μάχης τους ιδιώτες παραγωγούς που παράγουν ακριβότερη ενέργεια λόγω της χρήσης φυσικού αερίου, που είναι 30% ακριβότερο από το λιγνίτη.
Μεγάλες επιβαρύνσεις τον Σεπτέμβριο
Από τον Σεπτέμβριο και με την αναδιάρθρωση των τιμολογίων, η ΔΕΗ εκτιμάται ότι θα μειώσει κατά 10% έως 25% τα ακριβά τιμολόγια για τα σουπερμάρκετ και τα εμπορικά καταστήματα, αλλά θα υποχρεωθεί να περάσει αυξήσεις στα οικιακά τιμολόγια, που κατά μέσο όρο θα φτάσουν το 40% (θα ξεπεράσουν ακόμη και το 100% στις πολύ χαμηλές καταναλώσεις), στα αγροτικά τιμολόγια θα κυμανθούν στο 60%, ενώ στα βιομηχανικά τιμολόγια η αύξηση αναμένεται ότι θα είναι της τάξης του 7-8%. Ωστόσο, αυτή η αναπροσαρμογή θα δώσει τη δυνατότητα σε τρίτους προμηθευτές να πουλάνε ηλεκτρικό ρεύμα έστω και με οριακά περιθώρια κέρδους.
Του ΒΑΣΙΛΗ ΓΕΩΡΓΑ
Στις πλάτες των ελληνικών νοικοκυριών, που θα δουν πολύ σύντομα την τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος να αυξάνεται κατακόρυφα, θα πέσει όλο το βάρος της αναδιάρθρωσης των τιμολογίων της αγοράς ενέργειας στη χώρα μας.
Για τους ιδιώτες της ενέργειας που καλοβλέπουν μονάδες της ΔΕΗ και επιδιώκουν πρόσβαση σε φθηνό ηλεκτρικό ρεύμα, η προοπτική μεγάλων αυξήσεων στα τιμολόγια, από το 2011 ώς το 2013, αποτελεί «μαγνήτη».
Σήμερα, η τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος στην Ελλάδα είναι μακράν η φθηνότερη για τους οικιακούς καταναλωτές σε όλη την Ευρώπη, καθώς τα τιμολόγια είναι ρυθμιζόμενα από την εκάστοτε κυβέρνηση για λόγους κοινωνικής πολιτικής.
Το παράδοξο πρόβλημα που καλείται να διαχειριστεί η κυβέρνηση είναι πως, ενώ το πνεύμα της απελευθέρωσης των αγορών είναι να απολαμβάνουν οι καταναλωτές φθηνότερες υπηρεσίες, στην περίπτωση του ηλεκτρικού ρεύματος θα συμβεί το αντίθετο.
Οι τιμές θα αρχίσουν από φέτος τον Σεπτέμβριο ή τις αρχές του 2011 να αυξάνονται κατακόρυφα για τους περισσότερους από τους 7,5 εκατομμύρια καταναλωτές, ώστε από τη μία η ΔΕΗ να ανακτήσει το μερίδιο που έχασε από ιδιώτες προμηθευτές στη χονδρική και από την άλλη να αναμορφωθεί η αγορά σε ό,τι αφορά την παραγωγή ώστε να έχουν κίνητρο να δραστηριοποιηθούν οι ιδιώτες που διαθέτουν μονάδες φυσικού αερίου και σήμερα «ζημιώνονται» μη μπορώντας να ανταγωνιστούν τη ΔΕΗ στο κόστος παραγωγής.
Σύμφωνα πάντως με τα διαθέσιμα στοιχεία από ευρωπαϊκούς οργανισμούς, τα ελληνικά νοικοκυριά απολαμβάνουν τις χαμηλότερες τιμές ηλεκτρικού ρεύματος μεταξύ όλων των οικιακών καταναλωτών των χωρών-μελών της ευρωζώνης.
Στην Αθήνα, η τιμή της κιλοβατώρας (μέσος όρος) είναι μόλις 11,54 λεπτά, όταν στο Παρίσι όπου η παραγωγή είναι φτηνή λόγω των πυρηνικών εργοστασίων είναι 13,19 λεπτά, ενώ στο Βερολίνο φτάνει τα 22,78 λεπτά και στην Κοπεγχάγη ξεπερνά τα 28,6 λεπτά του ευρώ.
Με βάση τα στοιχεία της Eurostat για τα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος στις 27 χώρες της Ε.Ε. στο δεύτερο εξάμηνο 2009, προκύπτει ότι:
91% ακριβότερο για 1.000 - 2.500 KW
* Στις πολύ χαμηλές καταναλώσεις μέχρι και 1.000 kWh, το ηλεκτρικό ρεύμα για τους οικιακούς καταναλωτές των «27» είναι ακριβότερο σε σχέση με την Ελλάδα κατά 118,83%.
Επίσης, είναι ακριβότερο κατά 91,73% σε σύγκριση με την Ελλάδα για τους καταναλωτές των «27» με καταναλώσεις από 1.000 - 2.500 kWh.
* Στις μεγάλες καταναλώσεις, από 5.000 - 15.000 kWh, οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος στους «27» είναι κατά 24,17% υψηλότερες σε σχέση με την Ελλάδα, ενώ οι σχετικές διαφορές περιορίζονται μόλις στο 7,92% για τους πολύ μεγάλους καταναλωτές, με κατανάλωση άνω των 15.000 kWh.
Είναι προφανές από τα στοιχεία ότι τα περιθώρια αυξήσεων στο ρεύμα είναι τεράστια και οι Ελληνες θα αρχίσουν να τα νιώθουν με τον επικείμενο «εξορθολογισμό των τιμολογίων».
Από την άλλη πλευρά, παράγοντες της αγοράς υποστηρίζουν ότι το πραγματικό κόστος των τιμολογίων στην Ελλάδα είναι ακριβότερο αν συνεκτιμηθεί ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη η παραγωγή βασίζεται σε σύγχρονες αλλά ακριβότερες μονάδες.
Πρόσβαση ιδιωτών στο λιγνίτη
Σήμερα η ΔΕΗ καταφέρνει να κρατά χαμηλά τα τιμολόγιά της, επειδή παράγει φτηνό ρεύμα από τις λιγνιτικές μονάδες της (καταλαμβάνει σχεδόν το 60% του συνολικού μείγματος, γι' αυτό και η τρόικα επιδιώκει να αποκτήσουν πρόσβαση οι ιδιώτες σε ορυχεία ή μονάδες) και το πουλά πανάκριβα στους εμπορικούς καταναλωτές. Το 2009 η οριακή τιμή συστήματος (ΟΤΣ) κυμαινόταν μεταξύ 40 και 60 ευρώ η μεγαβατώρα (1.000 κιλοβατώρες), όταν οι εμπορικοί καταναλωτές την πλήρωναν προς 130 ευρώ.
Με αυτό τον τρόπο επιδοτούνταν οι υπόλοιπες κατηγορίες καταναλωτών, και κυρίως οι οικιακοί χρήστες. Αυτό είχε συνέπεια να χάσει μερίδια αγοράς από ιδιώτες προμηθευτές που εισάγουν «φτηνό» ρεύμα και το μεταπωλούν σε χαμηλότερες τιμές σε εμπορικές επιχειρήσεις, αλλά κρατώντας χαμηλά την Οριακή Τιμή Συστήματος, βγάζει εκτός μάχης τους ιδιώτες παραγωγούς που παράγουν ακριβότερη ενέργεια λόγω της χρήσης φυσικού αερίου, που είναι 30% ακριβότερο από το λιγνίτη.
Μεγάλες επιβαρύνσεις τον Σεπτέμβριο
Από τον Σεπτέμβριο και με την αναδιάρθρωση των τιμολογίων, η ΔΕΗ εκτιμάται ότι θα μειώσει κατά 10% έως 25% τα ακριβά τιμολόγια για τα σουπερμάρκετ και τα εμπορικά καταστήματα, αλλά θα υποχρεωθεί να περάσει αυξήσεις στα οικιακά τιμολόγια, που κατά μέσο όρο θα φτάσουν το 40% (θα ξεπεράσουν ακόμη και το 100% στις πολύ χαμηλές καταναλώσεις), στα αγροτικά τιμολόγια θα κυμανθούν στο 60%, ενώ στα βιομηχανικά τιμολόγια η αύξηση αναμένεται ότι θα είναι της τάξης του 7-8%. Ωστόσο, αυτή η αναπροσαρμογή θα δώσει τη δυνατότητα σε τρίτους προμηθευτές να πουλάνε ηλεκτρικό ρεύμα έστω και με οριακά περιθώρια κέρδους.
Από την Κυριακάτικη Καθημερινή:
Η συζήτηση για την ενέργεια που δεν γίνεται
Tου Πασχου Mανδραβελη
Δυστυχώς και η συζήτηση περί ΔΕΗ γίνεται υπό τους ήχους του Θωμά Μπακαλάκου, δηλαδή παρέμεινε στη δεκαετία του 1970. Ο συνδικαλιστικός τσαμπουκάς «θα σας σβήσουμε», οι μεγαλοστομίες «θα ματώσουμε» και το ανεδαφικό «δεν πουλάμε» (λες και οι συνδικαλιστές της ΓΕΝΟΠ έχουν κληρονομήσει τη ΔΕΗ από τους πατεράδες τους) αποκρύπτουν τα πραγματικά ζητήματα, τα οποία πρέπει να συζητηθούν εξαιτίας της αναγκαίας κι επικείμενης απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Εντάξει, η ΓΕΝΟΠ δεν... πουλάει λιγνιτικές μονάδες. Το ερώτημα, όμως, είναι, ποιος τις αγοράζει... Σε όλο τον κόσμο (πλην Ελλάδος και Τουρκίας) η κατανάλωση λιγνίτη μειώνεται, διότι αν προστεθεί το κόστος ρύπανσης, είναι ασύμφορος. Τα λιγνιτικά πεδία έπειτα από δεκαετίες εκμετάλλευσης εξαντλούνται. Ποιος, λοιπόν, θα βάλει τα λεφτά του στην Ελλάδα για να αγοράσει μονάδες οι οποίες σε ολόκληρη την Ευρώπη σβήνουν;
Τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια έχουν μεγάλο κόστος κατασκευής και σχεδόν μηδαμινό κόστος λειτουργίας. Αν εξαιρέσουμε τη χρήση νερών. Το ερώτημα, λοιπόν, που μπαίνει στην περίπτωση ιδιωτικοποίησης μιας τέτοιας μονάδας είναι οι όροι λειτουργίας της. Τι θα γίνει σε περιόδους λειψυδρίας; Ποιος θα έχει προτεραιότητα στη χρήση υδάτων; Θα πληρώνεται το νερό από τον ιδιώτη ιδιοκτήτη ενός υδροηλεκτρικού εργοστασίου;
Η ΔΕΗ σήμερα χρησιμοποιεί τους υδάτινους πόρους της χώρας δωρεάν, στη λογική τού «όλοι κράτος είμαστε» ή «τα δικά σας είναι δικά μας και τα δικά μας είναι δικά σας». Αυτό κακώς ισχύει για τη ΔΕΗ, αλλά επ’ ουδενί δεν μπορεί να ισχύει για έναν ιδιώτη.
Εκτός αυτών, υπάρχει κι ένα άλλο πολύ λεπτό ζήτημα. Για να δημιουργηθούν οι μεγάλες τεχνητές λίμνες (Πλαστήρα στην Καρδίτσα, του Αλιάκμονα στη Δυτική Μακεδονία κ. λπ.) χρησιμοποιήθηκαν δημόσιες εκτάσεις και απαλλοτριώθηκαν ιδιωτικές περιουσίες. Τότε –στη λογική «όλοι κράτος είμαστε» – οι απαλλοτριώσεις έγιναν για ένα κομμάτι ψωμί, αλλά το σημαντικό είναι άλλο. Τυπικά, αυτές οι λίμνες και οι παρόχθιες εκτάσεις ανήκουν στη ΔΕΗ. Τις έχει «αγοράσει». Ιδιωτικοποιούνται κι αυτές μαζί με ένα υδροηλεκτρικό έργο;
Ολα αυτά είναι ζητήματα που πρέπει να συζητηθούν, αλλά δυστυχώς στη χώρα μας επαναλαμβάνουμε διαρκώς το πάθημα των συχνοτήτων. Στη δεκαετία του ’80, όλοι –ή τουλάχιστον οι εχέφρονες– ήξεραν ότι αργά ή γρήγορα η ραδιοτηλεοπτική αγορά θα απελευθερωθεί. Είχε γίνει σε ολόκληρο τον κόσμο και αφού δεν υπήρχαν τα μέσα... κατάρριψης δορυφόρων, θα γινόταν και στην Ελλάδα. Αντί λοιπόν τότε να ξεκινήσει ένας σοβαρός διάλογος για τους όρους απελευθέρωσης, ώστε να τεθούν κανόνες στην επικείμενη αγορά, η συζήτηση πολώθηκε στην ανάγκη ύπαρξης κρατικού μονοπωλίου. Τελικά η αγορά απελευθερώθηκε εν μια νυκτί κι έγινε το «... κι αλεστικά μη δώσετε».
Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και στον χώρο της Ανώτατης Παιδείας, όπου η συζήτηση εστιάσθηκε στο «ναι ή όχι στο άρθρο 16», το ίδιο θα συμβεί και με την αγορά ενέργειας. Αναγκαστικά θα απελευθερωθεί και αναγκαστικά θα πουλήσουμε ή θα κλείσουμε εργοστάσια της ΔΕΗ. Οχι επειδή θα το επιβάλει η τρόικα ή το θέλει η Κομισιόν, αλλά επειδή θα είναι ζημιογόνος.
Η απελευθέρωση είναι προ των πυλών, αλλά αυτή τη φορά πρέπει να γίνει συντεταγμένα. Αντί, λοιπόν, η ΓΕΝΟΠ να ακούει τραγούδια του Μπακαλάκου ή να αναπολεί τα φεστιβάλ νεολαίας της δεκαετίας του ’70, καλό είναι να καταθέσει καμιά σοβαρή πρόταση.
Tου Πασχου Mανδραβελη
Δυστυχώς και η συζήτηση περί ΔΕΗ γίνεται υπό τους ήχους του Θωμά Μπακαλάκου, δηλαδή παρέμεινε στη δεκαετία του 1970. Ο συνδικαλιστικός τσαμπουκάς «θα σας σβήσουμε», οι μεγαλοστομίες «θα ματώσουμε» και το ανεδαφικό «δεν πουλάμε» (λες και οι συνδικαλιστές της ΓΕΝΟΠ έχουν κληρονομήσει τη ΔΕΗ από τους πατεράδες τους) αποκρύπτουν τα πραγματικά ζητήματα, τα οποία πρέπει να συζητηθούν εξαιτίας της αναγκαίας κι επικείμενης απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Εντάξει, η ΓΕΝΟΠ δεν... πουλάει λιγνιτικές μονάδες. Το ερώτημα, όμως, είναι, ποιος τις αγοράζει... Σε όλο τον κόσμο (πλην Ελλάδος και Τουρκίας) η κατανάλωση λιγνίτη μειώνεται, διότι αν προστεθεί το κόστος ρύπανσης, είναι ασύμφορος. Τα λιγνιτικά πεδία έπειτα από δεκαετίες εκμετάλλευσης εξαντλούνται. Ποιος, λοιπόν, θα βάλει τα λεφτά του στην Ελλάδα για να αγοράσει μονάδες οι οποίες σε ολόκληρη την Ευρώπη σβήνουν;
Τα υδροηλεκτρικά εργοστάσια έχουν μεγάλο κόστος κατασκευής και σχεδόν μηδαμινό κόστος λειτουργίας. Αν εξαιρέσουμε τη χρήση νερών. Το ερώτημα, λοιπόν, που μπαίνει στην περίπτωση ιδιωτικοποίησης μιας τέτοιας μονάδας είναι οι όροι λειτουργίας της. Τι θα γίνει σε περιόδους λειψυδρίας; Ποιος θα έχει προτεραιότητα στη χρήση υδάτων; Θα πληρώνεται το νερό από τον ιδιώτη ιδιοκτήτη ενός υδροηλεκτρικού εργοστασίου;
Η ΔΕΗ σήμερα χρησιμοποιεί τους υδάτινους πόρους της χώρας δωρεάν, στη λογική τού «όλοι κράτος είμαστε» ή «τα δικά σας είναι δικά μας και τα δικά μας είναι δικά σας». Αυτό κακώς ισχύει για τη ΔΕΗ, αλλά επ’ ουδενί δεν μπορεί να ισχύει για έναν ιδιώτη.
Εκτός αυτών, υπάρχει κι ένα άλλο πολύ λεπτό ζήτημα. Για να δημιουργηθούν οι μεγάλες τεχνητές λίμνες (Πλαστήρα στην Καρδίτσα, του Αλιάκμονα στη Δυτική Μακεδονία κ. λπ.) χρησιμοποιήθηκαν δημόσιες εκτάσεις και απαλλοτριώθηκαν ιδιωτικές περιουσίες. Τότε –στη λογική «όλοι κράτος είμαστε» – οι απαλλοτριώσεις έγιναν για ένα κομμάτι ψωμί, αλλά το σημαντικό είναι άλλο. Τυπικά, αυτές οι λίμνες και οι παρόχθιες εκτάσεις ανήκουν στη ΔΕΗ. Τις έχει «αγοράσει». Ιδιωτικοποιούνται κι αυτές μαζί με ένα υδροηλεκτρικό έργο;
Ολα αυτά είναι ζητήματα που πρέπει να συζητηθούν, αλλά δυστυχώς στη χώρα μας επαναλαμβάνουμε διαρκώς το πάθημα των συχνοτήτων. Στη δεκαετία του ’80, όλοι –ή τουλάχιστον οι εχέφρονες– ήξεραν ότι αργά ή γρήγορα η ραδιοτηλεοπτική αγορά θα απελευθερωθεί. Είχε γίνει σε ολόκληρο τον κόσμο και αφού δεν υπήρχαν τα μέσα... κατάρριψης δορυφόρων, θα γινόταν και στην Ελλάδα. Αντί λοιπόν τότε να ξεκινήσει ένας σοβαρός διάλογος για τους όρους απελευθέρωσης, ώστε να τεθούν κανόνες στην επικείμενη αγορά, η συζήτηση πολώθηκε στην ανάγκη ύπαρξης κρατικού μονοπωλίου. Τελικά η αγορά απελευθερώθηκε εν μια νυκτί κι έγινε το «... κι αλεστικά μη δώσετε».
Το ίδιο ακριβώς θα συμβεί και στον χώρο της Ανώτατης Παιδείας, όπου η συζήτηση εστιάσθηκε στο «ναι ή όχι στο άρθρο 16», το ίδιο θα συμβεί και με την αγορά ενέργειας. Αναγκαστικά θα απελευθερωθεί και αναγκαστικά θα πουλήσουμε ή θα κλείσουμε εργοστάσια της ΔΕΗ. Οχι επειδή θα το επιβάλει η τρόικα ή το θέλει η Κομισιόν, αλλά επειδή θα είναι ζημιογόνος.
Η απελευθέρωση είναι προ των πυλών, αλλά αυτή τη φορά πρέπει να γίνει συντεταγμένα. Αντί, λοιπόν, η ΓΕΝΟΠ να ακούει τραγούδια του Μπακαλάκου ή να αναπολεί τα φεστιβάλ νεολαίας της δεκαετίας του ’70, καλό είναι να καταθέσει καμιά σοβαρή πρόταση.