A present to our friend Theseus, who’s so avid for Greek words of slang; I know he’s going to appreciate it.
— Κεσάτια, μωρέ βλάμη, κι άμα δεν έχει δουλειά, δεν έχει αλισβερίσι.
— Τι θα πει αλισβερίσι;
— Καλαμπαλίκι, μωρ’ αδερφέ!
— Μας φώτισες.
— Ε, άμα δεν ανθίζεσαι τα σέα και τα μέα, γίνου λαγός και πούλευε.
— Μα τι γλώσσα είναι αυτή;
— Αυτή, αδερφέ μου, είναι το ησπεράλντο, το λεξικό του μάγκα.
Κι από ενθάδε κι εμπρός όλη η Ελλάδα θα ξηγιέται μ’ αυτό το βιολί.
Και τώρα δώσε βάση για να φωτιστείς, να μη μείνεις στραβός:
Τις κυράδες λέω γοργόνες, και τους φίλους νταβατζήδες.
Τα κορίτσα λέω τρυγόνες, τα μαστούρια τσαμπουκαλήδες.
Το μηδέν το λέω τρίχες και το δάνειο λέω τράκα.
Το «εννόησες» λέω «μπήκες» και τους ντικιτάνγκ Mαρίκες.
Ξέρω κι άλλα, αλλά στρι— και κόβω ρόδα, και σας κάνω την κορόιδα.
Ξέρω κι άλλα, αλλά στρι— και κόβω ρόδα, και σας κάνω την κορόιδα.
Σπλάχνο λέω τη γκόμενά μου και τη μάνα μου γριά μου.
Το «παρλάν» λέω «oμιλώντα», το παλτό Επαμεινώντα.
Λέω τον πλούτο μπερεκέτι και την πιάτσα λέω κουρμπέτι.
Το απών το λέω ερήμη, τ’ ακακαΐδι καρντερίμι.
Ξέρω κι άλλα αλλά δεν τα σκάω μύτη, και πουλεύω σαν σπουργίτι.
Ξέρω κι άλλα αλλά δεν τα σκάω μύτη, και πουλεύω σαν σπουργίτι.
Τον καπνό τον λέω ντουμάνι, τον γιατρό τον λέω αλμπάνη.
Την κουβέντα λέω λίμα, τη στενή τη λέω τμήμα.
Το «σιλάνς» το λέω «μόκο», τα ψιλά τα λέω μπαγιόκο.
Τον καθρέφτη μπανιστήρι, το συνωστισμό κολλητήρι.
Ξέρω κι άλλα από τέτοια φίνα μάτσα, και σας κάνω την μπεκάτσα.
Ξέρω κι άλλα από τέτοια φίνα μάτσα, και σας κάνω την μπεκάτσα.
Τα μεράκια λέω νταλκάδες, τους κουτούς τους λέω χαλβάδες.
Το θυμό τσαμπουκαλίκι, την αναποδιά μανίκι.
Τη γιορτή καλαμπαλίκι, το κουράγιο ζοριλίκι.
Το μαχαίρι λέω λάζο και το «τρώω» «μπουζουριάζω».
Τώρα πάω μονάχα σκάβω κερκινάδες κι απολάω σαπουνάδες.
Τώρα πάω μονάχα σκάβω πατινάδα κι απολάω σαπουνάδα.
Το ψωμί το λέω μπανιόκα και τη φτώχια λέω μουρμούρα.
Την αλλήθωρη σορόκα και τη μπάζα λοβιτούρα.
Τους αθλητάς λέω μπεμπέδες, τους προσκόπους πιτσιρίκια.
Τους δαντήδες κουραμπιέδες και τα γλέντια μερακλίκια.
Τώρα στρίβω και τραβάω στη γειτονιά μου, να μην έβρω τον μπελά μου.
Τώρα στρίβω και τραβάω στη γειτονιά μου, βρε να μην έβρω τον μπελά μου.
There are a few things here to comment on. Not all of these words are “slang”; some are simply more popular in style (and today somewhat outdated), like μπερεκέτι, κουρμπέτι, λοβιτούρα. Some are completely innocent, like «η γριά μου» for «η μάνα μου», «ντουμάνι» for «καπνός». Most of the rest are incomprehensible today, after more than eighty years.
Here’s an attempt to annotate them, in Greek — and here in French.