Η αλήθεια πάντως είναι ότι κάποιες φορές είναι δύσκολο να διακριθεί ο ομιλητής από τις απόψεις του. Εννοώ, δηλαδή, ότι αν, π.χ. εγώ οδηγώ αυτοκίνητο ενώ ξέρω ότι γεμίζω νέφος το περιβάλλον και παράλληλα τάσσομαι κατά των περιορισμών στην κυκλοφορία των αυτοκινήτων, είναι λογικό να μου προσάψει κάποιος ότι δεν είμαι αντικειμενική επειδή το θέμα με αφορά προσωπικά.
Ο αγαπητός gkouk, π.χ., που δεν του είπαμε και καλώς όρισες, κάνει ακριβώς το ίδιο που προσάπτει στην Αλεξάνδρα στο 335: αντί να αντιτάξει επιχειρήματα στο γιατί θεωρεί το επιχείρημά της περί εθισμού κακοπροαίρετο, ειρωνικό, κακεντρεχές και ανερμάτιστο, περιορίζεται στο να χαρακτηρίσει την Αλεξάνδρα. Και έτσι, μπορεί να ξεκινήσει μια αντιπαράθεση που θα μπορούσε να συνεχιστεί ad nauseam.
Στην προκειμένη περίπτωση, οι πλευρές είναι δύο, καπνιστές και μη καπνιστές, και τις αφορά και τις δύο το θέμα προσωπικά, την πρώτη γιατί θα ξεβολευτεί και τη δεύτερη γιατί ξεβολεύεται εδώ και καιρό και θέλει να σταματήσει αυτό.
Άρα, κατά τη γνώμη μου, είναι υπερβολικά δύσκολο να γίνει συζήτηση με αντικειμενικά κριτήρια, ιδίως όταν απαντά κανείς σε επιχειρήματα του τύπου
Όλα τα ουσιώδη γνωρίσματα του ολοκληρωτισμού, εν ολίγοις, διασταυρώνονται στην απαγόρευση του καπνίσματος· στην παθητική αποδοχή της, αντίστοιχα, προαναγγέλλονται όλες οι μορφές φρίκης που η μοιραία υπακοή απεργάζεται αυτή τη στιγμή για την ανθρωπότητα.
Θα ήθελα επίσης να επαναλάβω κάτι ακόμα: η αντικαπνιστική νομοθεσία δεν λέει σε κανένα καπνιστή «κόψε το κάπνισμα», όπως αφήνει να διαφανεί το παραπάνω άρθρο, όπως και διάφορα άλλα άρθρα (μιλώντας για παρεμβάσεις του κράτους στο σώμα μας και μπλα μπλα μπλα). Λέει «μην καπνίζεις εκεί που υπάρχουν κι άλλοι άνθρωποι, μεγάλη μερίδα των οποίων ενοχλείται». Όπως λέει και «μη φωνάζεις το μεσημέρι που ο κόσμος κοιμάται» ή «μην παρκάρεις μες στη μέση του δρόμου».
Δε μιλάμε, επομένως, για απαγόρευση ελευθεριών, αλλά για μια απόπειρα (ίσως όχι και τόσο σθεναρή) να βρεθεί μια ισορροπία.
Αυτά. Πάω έξω να κάνω παρέα στους άλλους δύο που καπνίζουν.