Υπάρχουν χίλιες μύριες γουστόζικες ιστορίες στις διαδρομές των λέξεων, και την αμέσως παρακάτω δεν την αναφέρουν τα ελληνικά λεξικά — όχι λόγω σεμνοτυφίας, ελπίζω. Έχει να κάνει με το αβοκάντο, εκείνο το φρούτο των τροπικών, που αναρωτιέται κανείς γιατί το λένε «δικηγόρο».
Avocado στα ισπανικά ήταν ο δικηγόρος (σήμερα η λέξη έχει γίνει abogado) — avocat στα γαλλικά, advocate στα αγγλικά (και devil’s advocate, ο συνήγορος του διαβόλου). Στη γλώσσα ναχουάτλ των Αζτέκων το φρούτο της ιστορίας μας προφερόταν αχουακάτλ ή κάπως έτσι. Οι Ισπανοί του Μεξικού το έκαναν αγκουακάτε και έτσι το λένε ακόμα το φρούτο στα ισπανικά: aguacate. Άλλοι ισπανόφωνοι ωστόσο το κατάντησαν αβοκάδο, επειδή αυτή τη λέξη τούς θύμιζε η προφορά, οπότε τώρα όλος ο κόσμος λέει το φρούτο αβοκάντο και μόνο οι Ισπανοί το λένε aguacate! Πάντως, στη γλώσσα των Αζτέκων δεν σήμαινε κάτι σε σχέση με δικηγόρο αλλά αυτό που θυμίζει το σχήμα του και που βρίσκεται στο έτυμον της δικής μας ορχιδέας.
Περίπου δικής μας, γιατί δικός μας είναι ο όρχις και η διαδρομή είναι όρχις > λατ. orchis > νεολατ. orchidea > γαλλ. orchidée > ελλ. ορχιδέα.
Στην ορχιδέα το σχήμα εντοπίζεται στη ρίζα («radice testiculis simili», έγραφε ο Πλίνιος, και αμέσως αποπάνω βλέπετε τι εννοούσε), στους κόνδυλους, γι’ αυτό ονομάστηκε και σερνικοβότανο. Η ορχιδέα λεγόταν και σαλέπι· τώρα σαλέπι είναι μόνο το ρόφημα από τη αποξηραμένη και τριμμένη ρίζα της ορχιδέας (το παίρνεις και σε φακελάκια σήμερα, δεν χρειάζεται να ψάχνεις για σαλεπιτζίδικο). Όπως διαβάζω, λοιπόν, και το σαλέπι βγαίνει από μια αραβική φράση για τα «αμελέτητα» της αλεπούς.
Λέει πάντως η Wikipedia στο salep:
Το συνημμένο αφιέρωμα στο σαλέπι το βρήκα στο διαδίκτυο και είναι από κάποιο περιοδικό και να ’ναι καλά οι άνθρωποι που το έγραψαν και που δεν θα έχουν αντίρρηση που το κόλλησα κι εδώ. Αλλά δεν θα ήταν σωστό να κλείσω αυτή την ιστορία χωρίς να αναφερθώ και στο μοσχοβόλημα. Αυτά που έχουν ωραία μυρωδιά μοσχοβολούν και μοσχομυρίζουν. Στα μπαχαρικά με έντονη μυρωδιά ανήκουν το μοσχοκάρυδο αλλά και το μοσχοκάρφι του γαρίφαλου. Θυμιάζουμε με μοσχολίβανο και πλενόμαστε με μοσχοσάπουνο. Μοσχάτος είναι ο ευωδιαστός και μοσχάτο το κρασοστάφυλο με την αρωματική γεύση (και από αμπελώνες μοσχάτου πήρε το όνομά του ο δήμος του Μοσχάτου). Μοσχαναθρεμμένος είναι όποιος μεγαλώνει με αγάπη και περιποίηση και μοσχοπουλημένο ό,τι έχει πιάσει καλή τιμή. Στη βάση αυτών και πολλών άλλων λέξεων βρίσκεται ο μόσχος, που δεν είναι όμως το μοσχάρι. Ο μόσχος ο σιτευτός δεν έχει σχέση με τον μόσχο που μυρίζει και που λένε οι μανάδες στα μωράκια όταν ρεύονται: μόσχος το μωρό μου, μόσχος και γαρίφαλα, μόσχος και κανέλα!
Ο μόσχος που μυρίζει (στα αγγλικά musk) είναι μια λιπαρή αρωματική ουσία που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και την παίρνουμε από τον μοσχοφόρο μόσχο (musk deer, Μoschus moschiferus), ένα ακέρατο ελαφάκι της Ασίας. Κάτω από το δέρμα της κοιλιάς του, κοντά στον αφαλό, το αρσενικό ελαφάκι έχει έναν αδένα (musk gland) σε μέγεθος δαμάσκηνου, που περιέχει 30 περίπου γραμμάρια ενός καστανόχρωμου εκκρίματος («most likely used to attract mates», διαβάζω στη Wikipedia) που μας δίνει τον περιζήτητο μόσχο. Στα αρχαία ελληνικά, μόσχος ήταν μόνο το μοσχάρι και με τη σημασία της αρωματικής ουσίας κυκλοφόρησε η λέξη γύρω στον 6ο αιώνα μ.Χ. Στη Χριστιανική Τοπογραφία του, στο 11ο βιβλίο, ο Κοσμάς ο Ινδικοπλεύστης γράφει:
Ο Κοσμάς είναι μεγάλη υπόθεση, αξίζει δικό του νήμα (εδώ βλέπω ότι ο Καββαδίας τού έχει γράψει ποίημα: «Τριγυριστής της Ινδικής στα νιάτα του ο Κοσμάς» — μα, από πού είν' αυτό;), αλλά ας μη δίνουμε βάση στις λεπτομέρειες των αφηγήσεών του: ήθελε σώνει και καλά να αποδείξει ότι η γη είναι επίπεδη. Και το ζώο που περιγράφει μετά τον μόσχο είναι ο μονόκερος (αν και λέει «Τούτο το ζώον καλείται μονόκερως, ουκ εθεασάμην δε αυτό»). Τέλος πάντων, όποιος ενδιαφέρεται, μπορεί να προσφερθεί να γράψει νήμα για τον Κοσμά και θα πάρει δωρεάν μια Τοπογραφία.
Όπως όμως ήδη είπα, αυτός ο μόσχος δεν έχει ετυμολογική σχέση με το αρχαιοελληνικό μοσχάρι. Πήραμε τη λέξη από τα περσικά και οι Πέρσες από τα σανσκριτικά. Γράφει στη Wikipedia:
Τι σημαίνει το σανσκριτικό muṣká; Σας αφήνω να το φανταστείτε. Γιατί άλλωστε ο μόσχος να κάνει παρέα στο ίδιο νήμα με το αβοκάντο και το σαλέπι;
Avocado στα ισπανικά ήταν ο δικηγόρος (σήμερα η λέξη έχει γίνει abogado) — avocat στα γαλλικά, advocate στα αγγλικά (και devil’s advocate, ο συνήγορος του διαβόλου). Στη γλώσσα ναχουάτλ των Αζτέκων το φρούτο της ιστορίας μας προφερόταν αχουακάτλ ή κάπως έτσι. Οι Ισπανοί του Μεξικού το έκαναν αγκουακάτε και έτσι το λένε ακόμα το φρούτο στα ισπανικά: aguacate. Άλλοι ισπανόφωνοι ωστόσο το κατάντησαν αβοκάδο, επειδή αυτή τη λέξη τούς θύμιζε η προφορά, οπότε τώρα όλος ο κόσμος λέει το φρούτο αβοκάντο και μόνο οι Ισπανοί το λένε aguacate! Πάντως, στη γλώσσα των Αζτέκων δεν σήμαινε κάτι σε σχέση με δικηγόρο αλλά αυτό που θυμίζει το σχήμα του και που βρίσκεται στο έτυμον της δικής μας ορχιδέας.
Περίπου δικής μας, γιατί δικός μας είναι ο όρχις και η διαδρομή είναι όρχις > λατ. orchis > νεολατ. orchidea > γαλλ. orchidée > ελλ. ορχιδέα.
Στην ορχιδέα το σχήμα εντοπίζεται στη ρίζα («radice testiculis simili», έγραφε ο Πλίνιος, και αμέσως αποπάνω βλέπετε τι εννοούσε), στους κόνδυλους, γι’ αυτό ονομάστηκε και σερνικοβότανο. Η ορχιδέα λεγόταν και σαλέπι· τώρα σαλέπι είναι μόνο το ρόφημα από τη αποξηραμένη και τριμμένη ρίζα της ορχιδέας (το παίρνεις και σε φακελάκια σήμερα, δεν χρειάζεται να ψάχνεις για σαλεπιτζίδικο). Όπως διαβάζω, λοιπόν, και το σαλέπι βγαίνει από μια αραβική φράση για τα «αμελέτητα» της αλεπούς.
Λέει πάντως η Wikipedia στο salep:
Salep (Turkish: salep, from Arabic: سحلب saḥlab, Azerbaijani: səhləb, Hebrew: סַחְלֱבּ, Greek: σαλέπι salepi, Macedonian: салеп) refers to both the orchid as well as to the salep drink. It is a flour made from grinding the dried tubers of Orchis mascula, Orchis militaris and related species of orchids, which contain a nutritious starch-like polysaccharide called glucomannan (Σνίκελ: γλυκομανάνη).
Etymology: It has been claimed that the name salep comes from the Arabic expression ḥasyu al-tha`lab "fox testicles"—a graphic description of the appearance of orchid tubers; compare the classical Greek word ὄρχις, which means both “testicle” and “orchid” (and is of course the etymon of the English word). However, it appears more likely that the Turkish name comes directly from the Arabic name saḥlab for both the orchid and this drink. The similarity in appearance to testes naturally accounts for salep being considered an aphrodisiac.
Etymology: It has been claimed that the name salep comes from the Arabic expression ḥasyu al-tha`lab "fox testicles"—a graphic description of the appearance of orchid tubers; compare the classical Greek word ὄρχις, which means both “testicle” and “orchid” (and is of course the etymon of the English word). However, it appears more likely that the Turkish name comes directly from the Arabic name saḥlab for both the orchid and this drink. The similarity in appearance to testes naturally accounts for salep being considered an aphrodisiac.
Το συνημμένο αφιέρωμα στο σαλέπι το βρήκα στο διαδίκτυο και είναι από κάποιο περιοδικό και να ’ναι καλά οι άνθρωποι που το έγραψαν και που δεν θα έχουν αντίρρηση που το κόλλησα κι εδώ. Αλλά δεν θα ήταν σωστό να κλείσω αυτή την ιστορία χωρίς να αναφερθώ και στο μοσχοβόλημα. Αυτά που έχουν ωραία μυρωδιά μοσχοβολούν και μοσχομυρίζουν. Στα μπαχαρικά με έντονη μυρωδιά ανήκουν το μοσχοκάρυδο αλλά και το μοσχοκάρφι του γαρίφαλου. Θυμιάζουμε με μοσχολίβανο και πλενόμαστε με μοσχοσάπουνο. Μοσχάτος είναι ο ευωδιαστός και μοσχάτο το κρασοστάφυλο με την αρωματική γεύση (και από αμπελώνες μοσχάτου πήρε το όνομά του ο δήμος του Μοσχάτου). Μοσχαναθρεμμένος είναι όποιος μεγαλώνει με αγάπη και περιποίηση και μοσχοπουλημένο ό,τι έχει πιάσει καλή τιμή. Στη βάση αυτών και πολλών άλλων λέξεων βρίσκεται ο μόσχος, που δεν είναι όμως το μοσχάρι. Ο μόσχος ο σιτευτός δεν έχει σχέση με τον μόσχο που μυρίζει και που λένε οι μανάδες στα μωράκια όταν ρεύονται: μόσχος το μωρό μου, μόσχος και γαρίφαλα, μόσχος και κανέλα!
Ο μόσχος που μυρίζει (στα αγγλικά musk) είναι μια λιπαρή αρωματική ουσία που χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και την παίρνουμε από τον μοσχοφόρο μόσχο (musk deer, Μoschus moschiferus), ένα ακέρατο ελαφάκι της Ασίας. Κάτω από το δέρμα της κοιλιάς του, κοντά στον αφαλό, το αρσενικό ελαφάκι έχει έναν αδένα (musk gland) σε μέγεθος δαμάσκηνου, που περιέχει 30 περίπου γραμμάρια ενός καστανόχρωμου εκκρίματος («most likely used to attract mates», διαβάζω στη Wikipedia) που μας δίνει τον περιζήτητο μόσχο. Στα αρχαία ελληνικά, μόσχος ήταν μόνο το μοσχάρι και με τη σημασία της αρωματικής ουσίας κυκλοφόρησε η λέξη γύρω στον 6ο αιώνα μ.Χ. Στη Χριστιανική Τοπογραφία του, στο 11ο βιβλίο, ο Κοσμάς ο Ινδικοπλεύστης γράφει:
ΜΟΣΧΟΣ: Το δε μικρόν ζώον εστιν ο μόσχος· καλούσι δε αυτό τη ιδία διαλέκτω οι εγχώριοι Καστούρι· διώκοντες δε αυτό τοξεύουσι, και το συναγόμενον αίμα περί τον ομφαλόν δεσμεύοντες αποκόπτουσι. Τούτο γαρ εστι το μέρος αυτού το ευώδες, τουτέστιν, ο παρ’ ημών λεγόμενος μόσχος· το δε λοιπόν αυτού σώμα έξω ρίπτουσιν.
Ο Κοσμάς είναι μεγάλη υπόθεση, αξίζει δικό του νήμα (εδώ βλέπω ότι ο Καββαδίας τού έχει γράψει ποίημα: «Τριγυριστής της Ινδικής στα νιάτα του ο Κοσμάς» — μα, από πού είν' αυτό;), αλλά ας μη δίνουμε βάση στις λεπτομέρειες των αφηγήσεών του: ήθελε σώνει και καλά να αποδείξει ότι η γη είναι επίπεδη. Και το ζώο που περιγράφει μετά τον μόσχο είναι ο μονόκερος (αν και λέει «Τούτο το ζώον καλείται μονόκερως, ουκ εθεασάμην δε αυτό»). Τέλος πάντων, όποιος ενδιαφέρεται, μπορεί να προσφερθεί να γράψει νήμα για τον Κοσμά και θα πάρει δωρεάν μια Τοπογραφία.
Όπως όμως ήδη είπα, αυτός ο μόσχος δεν έχει ετυμολογική σχέση με το αρχαιοελληνικό μοσχάρι. Πήραμε τη λέξη από τα περσικά και οι Πέρσες από τα σανσκριτικά. Γράφει στη Wikipedia:
The etymology of the name musk, originating from Sanskrit muṣká via Middle Persian mušk, Late Greek μόσχος (moschos), Late Latin muscus, Middle French musc and Middle English muske, hints at its trade route.
Τι σημαίνει το σανσκριτικό muṣká; Σας αφήνω να το φανταστείτε. Γιατί άλλωστε ο μόσχος να κάνει παρέα στο ίδιο νήμα με το αβοκάντο και το σαλέπι;
Attachments
Last edited: