Costas
¥
Το ΛΚΝ δεν γνωρίζει τη θετική σημασία του "στίγματος", στη μεταφορική χρήση της λέξης:
4. (μτφ.) έντονα μειωτικός χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε κπ. και από τον οποίο είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγεί· ηθικό στίγμα: Έχει το ~ του απατεώνα. Προσπαθεί να αποβάλει το ~ του προδότη. H ομοφυλοφιλία θεωρείται από ορισμένους κοινωνικό ~.
Αντιθέτως, το ΛΝΕΓ τη γνωρίζει:
(β) σημάδι δηλωτικό της παρουσίας κάποιου, κυρ. στη ΦΡ. αφήνω (κάπου / σε κάτι) το στίγμα μου (έχω καθοριστική παρουσία σε κάτι: η δράση του άφησε το στίγμα της στην ιστορία εκείνης της περιόδου || το γεγονός αυτό άφησε το στίγμα του στην πολιτική ζωή της χώρας)
Ουφ!
4. (μτφ.) έντονα μειωτικός χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε κπ. και από τον οποίο είναι πολύ δύσκολο να απαλλαγεί· ηθικό στίγμα: Έχει το ~ του απατεώνα. Προσπαθεί να αποβάλει το ~ του προδότη. H ομοφυλοφιλία θεωρείται από ορισμένους κοινωνικό ~.
Αντιθέτως, το ΛΝΕΓ τη γνωρίζει:
(β) σημάδι δηλωτικό της παρουσίας κάποιου, κυρ. στη ΦΡ. αφήνω (κάπου / σε κάτι) το στίγμα μου (έχω καθοριστική παρουσία σε κάτι: η δράση του άφησε το στίγμα της στην ιστορία εκείνης της περιόδου || το γεγονός αυτό άφησε το στίγμα του στην πολιτική ζωή της χώρας)
Ουφ!