Ένα κείμενο εγρήγορσης
Από τον Μιχάλη Μιχαήλ (
Protagon, 26 Μαρτίου 2021)
Η (χαμένη) ευκαιρία της επετείου
Το ορόσημο των 200 χρόνων ήταν η ευκαιρία να αναμετρηθούμε με την ιστορική διαδρομή μας, με τις λαμπρές και τις σκοτεινές στιγμές μας και να σκεφτούμε σοβαρά πώς οραματιζόμαστε το μέλλον της χώρας. Όμως φτάσαμε και πάλι να τσακωνόμαστε για ένα μενού θαλασσινών και μια ερμηνεία του Εθνικού Ύμνου
Τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821 ήταν μια καλή ευκαιρία —όχι, ήταν η ιδανική ευκαιρία— για να επαναπροσδιορίσουμε την ταυτότητά μας, ως έθνος, ως λαός, ως κοινωνία, και να θέσουμε τους στόχους για τις επόμενες δεκαετίες.
Να αναμετρηθούμε με την ιστορική διαδρομή μας, με τις λαμπρές και τις σκοτεινές στιγμές μας, και να σκεφτούμε σοβαρά τι στο καλό επιδιώκουμε, πώς οραματιζόμαστε το μέλλον της χώρας, τον ρόλο της στον σύγχρονο κόσμο και πώς μπορούμε να το επιτύχουμε αξιοποιώντας τις δυνατότητές μας ως Έλληνες.
Με άλλα λόγια, να αποκτήσουμε και να ενισχύσουμε την εθνική αυτογνωσία μας, για να μπορέσουμε να διαμορφώσουμε ένα νέο, σύγχρονο εθνικό αφήγημα. Μαθαίνοντας από τα λάθη μας και αξιοποιώντας τα επιτεύγματά μας.
Τελικά έχεις την εντύπωση ότι, αντί όλων αυτών, προτιμήσαμε να τσακωνόμαστε για τον κιμά γαρίδας του Λαζάρου, για το αν η σοπράνο Ζαννή εκτέλεσε τον Εθνικό Ύμνο, ενώ την είχε επιλέξει και ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια ΔΕΘ, και για το αν η φορεσιά της Γιάννας Αγγελοπούλου ήταν αρμόζουσα ή φολκλόρ υπερβολή.
Η αλήθεια είναι ότι η αυτογνωσία δεν είναι απλό πράγμα, πιο εύκολο είναι να τσακώνεσαι για τον Αλιάγα και τα άλογα στην παρέλαση παρά να κοιτάζεσαι στον καθρέφτη.
Όμως αυτή η ευκαιρία του οροσήμου δεν πρέπει να χαθεί. Και για να μπορέσουμε να την εκμεταλλευτούμε δημιουργικά, πρέπει να ξεφύγουμε όχι μόνο από τη βολή επιφανειακών καβγάδων, αλλά και από τις βολικές παραδοχές για την ιστορική μας διαδρομή αυτά τα 200 χρόνια, ώστε να αναστοχαστούμε στο τι κάναμε σωστό και τι λάθος αυτούς τους δύο αιώνες. Να κοιταχτούμε δηλαδή σε αυτόν τον καθρέφτη ώστε να διαπιστώσουμε πού υστερούμε και πού έχουμε πλεονεκτήματα. Να ξαναδούμε «γεγονότα που τα απωθήσαμε στη λήθη για να γλιτώσουμε από τη φρίκη και τις τύψεις – ενώ η μόνη κάθαρση θα ήταν η μνήμη και η επίγνωσή τους. Ας ανοίξουμε τα μάτια και την ψυχή μας στην Ιστορία, που εξορίζει τη λήθη και φέρνει την Αλήθεια», όπως εύστοχα υπογραμμίζει, εκ των κορυφαίων ιστορικών μας, Γιώργος Δερτιλής, στο εμβληματικό βιβλίο του «Επτά πόλεμοι, τέσσερις εμφύλιοι, επτά πτωχεύσεις, 1821-2016».
Μόνο με το ιστορικό κλέος του παρελθόντος δεν μπορούμε πια να προχωρήσουμε. Προφανώς και δεν θα το εγκαταλείψουμε, ούτε περισσότερο θα το απεμπολήσουμε. Όμως τα λάθη και οι εμμονές μας, πολλές φορές, μας έφεραν στη δεινή θέση και δεν μπορεί ο «καλός θεός της Ελλάδας να μας σώζει συνεχώς», ούτε οι ξένοι φίλοι – ακόμα και για αυτούς τσακωθήκαμε.
Στα 200 χρόνια από το 1821, είχαμε τραυματικά βιώματα με διχασμούς και αδελφοκτόνους εμφυλίους, ήδη από τους πρώτους μήνες της Επανάστασης, ανάμεσα στους οπλαρχηγούς μέχρι πρόσφατα, το 1946-49, που διέλυσαν τον κοινωνικό και οικονομικό ιστό, καταστρέφοντας γενιές και γενιές μέχρι να ξανασταθούμε στα πόδια μας. Ξεχάσαμε ή σπρώξαμε βαθιά στη λήθη, από ενοχή ή από αμάθεια, επτά χρεοκοπίες και αχρείαστους πολέμους, που πισωγύρισαν για δεκαετίες τη χώρα και αφεθήκαμε έρμαιο στον λαϊκισμό και τη δημαγωγία. Και το κυριότερο, δεν φροντίζουμε ακόμη και σήμερα να μάθουν τα παιδιά μας τη σύγχρονη ιστορική διαδρομή μας. Ίσως από ενοχές.
Κι όμως, τα ίδια τα γεγονότα μας δείχνουν τι να κάνουμε και τι να απορρίψουμε. Κατά τη διάρκεια των 20 δεκαετιών από την κήρυξη της Επανάστασης, από τους Φιλικούς και τους καπεταναίους του Μοριά, η Ελλάδα κατέδειξε πώς μπορεί να είναι μια νεωτερική χώρα, όπως ανέλυσε ο καθηγητής Γιάννης Βούλγαρης, στο πρόσφατο πολυσυζητημένο βιβλίο του «Ελλάδα: Μια χώρα παραδόξως νεωτερική». Όταν είμαστε ενωμένοι και με σωστές διεθνείς συμμαχίες, μπορούμε να βλέπουμε την Ελλάδα να μεγαλώνει. Όταν υπονομεύουμε όμως τον εκσυγχρονισμό μας, όπως συνέβη στον Χαρίλαο Τρικούπη από τον Θόδωρο Δηλιγιάννη, οι καταστροφικές συνέπειες είναι μεγάλες.
Στις νέες παγκόσμιες συνθήκες που αναδεικνύονται μετά την εθνική, δεκαετή ταλαιπωρία μιας οικονομικής κρίσης, καθώς και μετά την παγκόσμια κρίση μιας πανδημίας, ο δρόμος της χώρας μας είναι μονόδρομος. Συμπόρευση με την υπόλοιπη Ευρώπη, όπου διεκδικήσαμε επιτυχημένα τη συμμετοχή μας, χωρίς μεγαλοϊδεατισμούς και λάθη που μας καθηλώνουν. Με εθνική αυτοπεποίθηση και τόλμη απέναντι στις προκλήσεις, χωρίς αυταπάτες και εμμονές.
Ας μη χαθεί λοιπόν η ευκαιρία της επετείου, ακόμα και τώρα που πέρασε. Ας μη θυσιάζονται η σκέψη και ο λιγοστός χρόνος μας στους στιγμιαίους ύμνους ή στα αναθέματα των social media.