...........
Ο Φώτης Κόντογλου ήρωας σε κόμικ
Ρεπορτάζ Νικόλας Ζώης
Ο κομίστας και γελοιογράφος Soloup ταξίδεψε στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, βυθίστηκε σε κιτρινισμένες φωτογραφίες και αρχεία, μελέτησε ελληνικές και τουρκικές μαρτυρίες και παραδίδει ένα graphic novel με κεντρικό θέμα τις παρενέργειες της ανταλλαγής πληθυσμώνΟ Φώτης Κόντογλου ήρωας σε κόμικ
Ρεπορτάζ Νικόλας Ζώης
Μια φθινοπωρινή μέρα, αρκετά χρόνια πριν, ο κομίστας και γελοιογράφος Soloup ξεκίνησε από τη Μυτιλήνη για μια εκδρομή στο Ayvalik. Μιάμιση ώρα χρειάστηκε για να διασχίσει με το καραβάκι το μπουγάζι μεταξύ του νησιού και της μικρασιατικής πόλης. Ξεναγό για τον τελικό προορισμό του είχε το βιβλίο ενός ανθρώπου που γεννήθηκε εκεί, γεμάτο με διηγήσεις για σπίτια που μέσα σε μια νύχτα κάποιοι τα άφησαν βίαια και κάποιοι άλλοι τα βρήκαν εγκαταλειμμένα. Επιστρέφοντας αναζήτησε κι άλλες μαρτυρίες και καταγραφές, μέχρι που αποφάσισε να μεταγράψει την εμπειρία του με τη βοήθεια της τέχνης του και στόχο την ανθρωποκεντρική έρευνα. Όχι ότι μια άλλου είδους «φαγούρα» έλειπε από τα καύσιμά του.
«Πάντα με συγκλόνιζαν όσα άκουγα παιδί από τη γιαγιά μου τη Μαρία», λέει σήμερα στα «ΝΕΑ». «Μου μιλούσε για τη φρίκη που έζησε στο λιμάνι της Σμύρνης. Μεγαλώνοντας, όπως φαντάζομαι ότι συνέβη στους περισσότερους με καταγωγή από τη Μικρασία, αυτά κλειδώθηκαν σ’ ένα μπαούλο γιατί δεν αντέχεις να ζεις μαζί τους. Έρχεται όμως μια μέρα που σε “φαγουρίζει”, όπως λες κι εσύ, να ξανακοιτάξεις μέσα του. Να σταθείς, ενήλικας πια, μπροστά σ’ εκείνο που δεν άντεχες μικρός. Ε, αυτή η μέρα για μένα υπήρξε το ταξιδάκι στο Ayvalik. Και το κλειδί του βρισκόταν μέσα στο Αϊβαλί, η πατρίδα μου, του Φώτη Κόντογλου, που είχα για συντροφιά». Η έρευνα που ακολούθησε δεν ήταν παίξε-γέλασε. Γύρω από εκείνο του Κόντογλου, μαζεύτηκε μια μεγάλη παρέα από βιβλία. Αρχικά λογοτεχνικά, όπως των Ηλία Βενέζη, Στρατή Δούκα, Κοσμά Πολίτη, Αγάπης Βενέζη-Μολυβιάτη. Ο κύκλος άνοιξε και σε ιστορικά ερωτήματα· χρειάστηκαν επομένως μελέτες, αρχεία και βιβλιοθήκες, φωτογραφίες και γκραβούρες ή καταγεγραμμένες αφηγήσεις. Ήταν φυσικά μια έρευνα με κάμποσες εκπλήξεις, ασυνήθιστου όμως χαρακτήρα. «Όσο σκαλίζεις», εξηγεί ο Soloup, «συνειδητοποιείς ότι τα κομμάτια που ψάχνεις δεν απουσιάζουν τόσο από το παρελθόν —αφού λίγο-πολύ τα στοιχεία υπάρχουν— αλλά από το τώρα. Σήμερα είναι που η άγνοια της Ιστορίας κρύβεται πίσω από προκαταλήψεις και εύκολες και μονοδιάστατες απαντήσεις».
Σκηνές από την ιστορία του graphic novel, η οποία διαπερνά ενενήντα χρόνια με τις χρονογέφυρες του Soloup: από τις προκυμαίες της Μικράς Ασίας και τον Φώτη Κόντογλου (επάνω, την ώρα που ζωγραφίζει, σε ένα από τα στριπάκια του βιβλίου) ώς την επίσκεψη του σύγχρονου ήρωα (δεξιά) στα μέρη όπου άλλοτε άκμασαν οι ελληνικές κοινότητες
Σκιτσάροντας τον Βενέζη
Ο Soloup παραδίδει ένα graphic novel 440 σελίδων που, όπως σημειώνει στην εισαγωγή του και ο Bruce Clark, συγγραφέας του βιβλίου για τις «παρενέργειες» της Συνθήκης της Λωζάννης Δυο φορές ξένος, έχει κατορθώσει «να υφάνει μια σύγχρονη ιστορία για έναν Έλληνα που παίρνει το πλοίο από τη Μυτιλήνη για το Αϊβαλί, με αρκετές διηγήσεις από το παρελθόν». Σε αυτές περιλαμβάνονται οι «σπαρακτικές οικογενειακές αναμνήσεις του συγγραφέα γνωστού ως Ηλία Βενέζη», η ιστορία της αδελφής του Ηλία, Αγάπης, «που έβαλε σε κίνδυνο την ίδια της τη ζωή και έπιασε φιλία με έναν Τούρκο στρατιώτη σε μια απέλπιδα προσπάθεια για να βρει τον αδελφό της», αλλά και εκείνη του νεαρού μουσουλμάνου από την Κρήτη, του Χασάν, που «φτιάχνει εκ νέου τη ζωή του (...) στο λιμάνι των Χανίων, η ανταλλαγή πληθυσμών όμως τον αναγκάζει να εγκαταλείψει τα πάντα». Όλα αυτά σε έξι κεφάλαια, από τα οποία το πρώτο και το τελευταίο αναφέρονται στο παρόν, ενώ τα ενδιάμεσα σε κείμενα και πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις του παρελθόντος, παραπέμποντας σε βιβλία των Φώτη Κόντογλου, Ηλία Βενέζη ή του Τουρκοκρητικου συγγραφέα Αχμέτ Γιορουλμάζ. Θυμίζοντας αμυδρά άλλου τον Will Eisner, άλλου τους Altan και Edika, αλλά πάνω από όλα τον καλύτερο εαυτό του, ο Soloup, παρατηρεί ο Clark, «δείχνει πόσο εύκολο είναι να δεθούν οι άνθρωποι από τις αντίθετες πλευρές του ελληνοτουρκικού καθρέφτη, τουλάχιστον επιφανειακά, μας υπενθυμίζει όμως ότι οι δαίμονες του παρελθόντος δεν μπορούν να εξορκιστούν με μια κουβέντα και ένα φλιτζάνι καφέ».
Πόσες δηλαδή ήταν οι διαφοροποιήσεις και πόσα τα κοινά στοιχεία στην προσέγγιση Ελλήνων και Τούρκων; «Στο Αϊβαλί προσπάθησα να υπάρχουν και οι δυο ματιές, όσο βέβαια αυτό είναι εφικτό, αφού δεν μεγάλωσα στην Κίνα αλλά σε κάποιες, μεταλλαγμένες σήμερα, προσφυγικές συνοικίες των Αθηνών», αποκρίνεται ο Soloup. Θεώρησε αναγκαία, διευκρινίζει, τη συνύπαρξη και της ματιάς των Τούρκων μέσα από τις αφηγήσεις του Αχμέτ Γιορουλμάζ. Το δράμα των χρόνων του πολέμου, λέει, δεν ξεκίνησε και τελείωσε στην Καταστροφή της Σμύρνης το 1922, ούτε αφορά μόνο τη δική μας πλευρά. Είχε αρχίσει δεκαετίες πριν και για εκείνον —μέσω των συνεπειών της— φτάνει μέχρι σήμερα, που Ελλάδα και Τουρκία συνεχίζουν ακόμα τον πόλεμο μέσω των διαφορετικών εθνικών αφηγήσεων. «Σε κάθε αφήγηση, οι κακοί και οι φταίχτες είναι πάντα οι άλλοι. Αυτοκριτική μηδέν», παρατηρεί, ξεκαθαρίζοντας όμως ότι αυτό δεν εξισώνει τις ευθύνες, ούτε «ισοφαρίζει» τις φρικαλεότητες. Απλώς, πέρα από τον «ρεαλισμό» των στρατηγών, των πολιτικών και της διπλωματίας, υπάρχουν οι άνθρωποι. «Και αλίμονο αν αρχίσουμε να θεωρούμε την υπεράσπιση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας “ουτοπική”. Ο ανθρώπινος πόνος —των Μικρασιατών προσφύγων και των ανταλλαγμένων μουσουλμάνων της Συνθήκης της Λωζάννης— μπορεί να είναι η βάση μιας άλλης συνεννόησης».
Κόμικς και ιστορία
Και είναι αυτά θέματα για να τα αποτυπώσει κανείς σε ένα μέσο που ορισμένοι το θεωρούν παιδιάστικο; Μάλλον άστοχη ερώτηση για κάποιον που γελοιογραφεί στο Ποντίκι, ενώ στο παρελθόν έχει συνεργαστεί με εφημερίδες και περιοδικά (Βήμα, Βαβέλ, Γαλέρα), που έχει κυκλοφορήσει 13 άλμπουμ και φυσικά τη διατριβή «Τα ελληνικά comics», την εκτενέστερη μέχρι σήμερα μελέτη για το θέμα. Η ερώτηση θα είχε επίσης νόημα αν τα κόμικς δεν είχαν επιδείξει έργα όχι ακριβώς μυθοπλαστικά, όπως το Palestine του Joe Sacco, το Persepolis της Marjane Satrapi, το Maus του Art Spiegelman. «Το Αϊβαλί έχει αρκετά υβριδικά στοιχεία αφήγησης, είναι ένα παλίμψηστο κειμένων, εικόνων, φωτογραφιών το οποίο δεν μπορώ να το εντάξω ξεκάθαρα κάπου, σίγουρα όμως βρίσκεται κοντά στα παραπάνω παραδείγματα», είναι η άποψη του δημιουργού του. Ο οποίος επιστρατεύει πάνω από ένα αφηγηματικό ή σχεδιαστικό στυλ: «Είναι μια δυνατότητα που μου παρείχε το ίδιο το μέσο των κόμικς για καλύτερη απόδοση τόσο του χρόνου (ας πούμε ασπρόμαυρο σκίτσο για το παρελθόν, τόνοι του γκρι για το σήμερα) όσο και του ύφους που απαιτεί η κάθε εξιστόρηση. Για παράδειγμα, στα σημεία των αφηγήσεων του Κόντογλου προσπάθησα οι εικόνες να παραπέμπουν ή και να αναφέρονται στην εικαστική δουλειά του ίδιου του δημιουργού».
Αυτά βέβαια είναι τεχνικά ζητήματα. Όχι τόσο δύσκολα όσο η αποφόρτιση που ίσως επιδιώκει ο δημιουργός ενός έργου με τίτλο σχεδόν γαργαλιστικό για κάποιον με αλυτρωτικά αισθήματα ή προτίμηση στις τεταμένες ελληνοτουρκικές σχέσεις. «Τις περισσότερες φορές δεν μας ταράζουν τα πράγματα, αλλά οι ιδέες που έχουμε γι’ αυτά», πιστεύει ο Soloup και θυμάται ένα σχετικό «παιχνίδι» που έκανε όσο ήταν φαντάρος στη Μυτιλήνη. Κοίταζε τα απέναντι παράλια και προσπαθούσε να τα σκεφτεί με διαφορετικές λέξεις. Στη λέξη «Τουρκία» ταραζόταν. Του φαίνονταν απειλητικά, γεμάτα κάννες που τον σημαδεύουν. Στις λέξεις «Μικρά Ασία» τα παράλια μετατρέπονταν σε εύφορα μεσογειακά τοπία, στα σπίτια των γιαγιάδων του, στον Ηράκλειτο. «Σε ρωτώ λοιπόν», καταλήγει, «ποια από τις δυο εικόνες ήταν η “πραγματική”; Υπάρχουν πολλές ερωτήσεις και δεν υπάρχει μία απάντηση. Στο Αϊβαλί το ζητούμενο δεν ήταν ν’ αποφορτίσω κάτι. Αντίθετα ήθελα να δούμε τα πράγματα με όλες τις φορτίσεις, χωρίς όμως τις έτοιμες απαντήσεις. Τώρα για όσους σκέφτονται άσπρο-μαύρο και νιώθουν τους εαυτούς τους άσπρους, όλοι οι άλλοι τους φαίνονται μαύροι».
Αν του ζητήσεις κάποιο συμπέρασμα για τους σημερινούς εθνικισμούς ή τον ρωτήσεις για τη δυσκολία να το απευθύνει σε ανθρώπους με σοβαρότερα προβλήματα από το Αϊβαλί ή νομίζουν πως αυτά θα λυθούν αν το κατακτήσουν, η απάντησή του θα υπονοήσει ότι το πρόβλημα, όπως καμιά φορά και στις ιστορικές αποφάσεις, δεν είναι διατυπωμένο σωστά. «Αν και το Αϊβαλί εκ των πραγμάτων αναφέρεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, ο βασικός του προβληματισμός είναι αρκετά πλατύτερος. Είναι οι ίδιοι οι άνθρωποι μέσα στην Ιστορία σε περιόδους κρίσης. Τότε δηλαδή που πρώτα μεταμορφώνονται σε αγέλες και μετά σε θύματα. Μπορεί ν’ αλλάξει αυτό;», αναρωτιέται. «Μπορούμε να υπερασπιστούμε την ελευθερία μας, ειδικά σε περιόδους κρίσης; Δεν μιλάμε για το παντεσπάνι, αλλά για το κομμάτι ψωμί που συντηρεί την ανθρώπινη αξιοπρέπεια».
info
Το «Αϊβαλί», σε σχέδια και κείμενα του SοΙουρ (αυτοπροσωπογραφία του ακριβώς από πάνω) και με εισαγωγή του δημοσιογράφου Bruce Clark, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος εντός του φθινοπώρου. Λεπτομέρειες στις ιστοσελίδες του δημιουργού soloup.net και anthropolikos.wordpress.com ή στο www.kedros.gr
Τα Νέα 20/09/2014
Διαβάστε επίσης: Το «Αϊβαλί» στα κύματα της ιστορίας