Μενσεβίκος

nikosl

Member
Δεν ξέρω αν είναι ο σωστός χώρος. Απλώς εντόπισα μια αντίφαση στο λήμμα μενσεβίκος στο ΛΝΕΓ:

μενσεβίκος (ο) ΙΣΤ. το μέλος της μετριοπαθέστερης πτέρυγας τού [sic] Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος της Ρωσίας, η οποία μειοψήφησε στο Β' Συνέδριο το 1903 και υποστήριξε την αξιοποίηση των κοινοβουλευτικών μεθόδων για την κατάκτηση του σοσιαλισμού' σε αντιδιαστολή προς τον μπολσεβίκο.

ΕΤΥΜ. Μεταφορά του ρωσ. men'shevik < men'she "λιγότερος", επειδή οι μενσεβίκοι αποτελούσαν τη μειοψηφίατου Ρωσικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος κατά τη διάρκεια της Ρώσικης Επανάστασης.


Το λεξικογραφικό πρόβλημα είναι ότι άλλο λέει στην "ετυμολόγηση" και άλλο στην ερμηνεία. Προφανώς ο πρώτος ορισμός είναι περισσότερο κοντά στην πραγματικότητα, τουλάχιστον ως προς τη χρονολογία. Γιατί στην ετυμολογία μιλάει για την Επανάσταση. Αν υποθέσουμε ότι μιλάει για το 1905 είναι 2 χρόνια μακριά από την αλήθεια, ακόμη χειρότερα αν εννοεί το 1917.

Φυσικά υπάρχουν και εγκυκλοπαιδικά προβλήματα -πχ αυτά για τον κοινοβουλευτισμό που είναι άσχετα, δεν έχουν να κάνουν με τη διάσπαση του '03, άρα και με το ορισμό του μενσεβίκου.

Επίσης, υπάρχει μια ασυμμετρία με το λήμμα μπολσεβίκος, όπου έχει χωριστά την έννοια της τάσης του ΣΔΕΚΡ και χωριστά την έννοια του ξεχωριστού κόμματος.

Τέλος, στο λήμμα μειοψηφώ βλέπω ότι γράφει ορθότερα μειονοψηφώ. Αλλά όπως είδαμε, εδώ δεν προτιμήθηκε ο "ορθότερος" τυπος.
 
Σωστά τα λες (με εξαίρεση τα περί "σωστού" μειονοψηφώ, όπου διαφωνώ). Εν ολίγοις, ένα (εγκυκλοπαιδικό) λήμμα για κλάματα.
 

nikosl

Member
μπορεί να με παρεξήγησες όσον αφορά στο μειονοψηφώ. Εγώ χρησιμοποιώ τον όρο μειοψηφώ. Απλώς, το ΛΝΕΓ, στο λήμμα μειοψηφώ, γράφει ότι η ορθότερη εκδοχή είναι το μειονοψηφώ. Και σημειώνω ότι το ίδιο το ΛΝΕΓ, στο λήμμα μενσεβίκος, χρησιμοποιεί τη λέξη μειοψηφώ.
 
Top