νεοάφραγκος -η -ο (επίθ) Μέλος της συνομοταξίας των άτυχων συμπολιτών μας που ενώ διατηρούν κάποια τεκμήρια πρότερης ευμάρειας, δεν έχουν πλέον το αντίστοιχο οικονομικό επίπεδο για να τα συντηρούν με αποτέλεσμα να καταφεύγουν σε συμπεριφορές που υπογραμμίζουν ότι όχι μόνο η λέξη φιλότιμο δεν υπάρχει μόνο στα ελληνικά, αλλά έχει αρχίσει και να εξαφανίζεται από αυτά.
--Και που λες, ακούω το γκουπ εκεί που παρκάριζε η τζιπούρα, φωνάζω: «Τι έγινε;» και μου απαντάει η τύπισσα: «Τίποτε, η ρόδα μας.» Περνάω στο απέναντι πεζοδρόμιο και πλησιάζω για να δω, οπότε μπαίνει στην τζιπούρα, ξεπαρκάρει και φεύγει σπινάροντας. Κοιτάω, μου έκανε μια λακούβα δέκα πόντους στο καπό. «Α, ρε νεοάφραγκη», σκέφτομαι, «για ανασφάλιστη είσαι, για άφραγκη και δεν έχεις ούτε τα φαναρτζίδικα. Πούλησες και το φιλότιμο κοψοχρονιά...»
(Το περιστατικό είναι αληθινό και φρεσκότατο. Σπαρταράει σαν τσιπούρα.)
Επίσης: νεοαφραγκάτος -η -ο: Χτες καλωσορίσαμε τον τέως μεγαλοτραπεζίτη στους νεοαφραγκάτους.
--Και που λες, ακούω το γκουπ εκεί που παρκάριζε η τζιπούρα, φωνάζω: «Τι έγινε;» και μου απαντάει η τύπισσα: «Τίποτε, η ρόδα μας.» Περνάω στο απέναντι πεζοδρόμιο και πλησιάζω για να δω, οπότε μπαίνει στην τζιπούρα, ξεπαρκάρει και φεύγει σπινάροντας. Κοιτάω, μου έκανε μια λακούβα δέκα πόντους στο καπό. «Α, ρε νεοάφραγκη», σκέφτομαι, «για ανασφάλιστη είσαι, για άφραγκη και δεν έχεις ούτε τα φαναρτζίδικα. Πούλησες και το φιλότιμο κοψοχρονιά...»
(Το περιστατικό είναι αληθινό και φρεσκότατο. Σπαρταράει σαν τσιπούρα.)
Επίσης: νεοαφραγκάτος -η -ο: Χτες καλωσορίσαμε τον τέως μεγαλοτραπεζίτη στους νεοαφραγκάτους.