Η πρώτη ιδέα για τη συνεισφορά μου σ’ αυτή την εκδήλωση —μια που πρόκειται για κατ’ εξοχήν μεταφραστολόγιο— ήταν Ο κλεπτομανής μεταφραστής του Deszö Kostolányi. Αλλά επειδή έχει μεταφραστεί ήδη στα ελληνικά, έψαξα κάτι άλλο πρωτότυπο.
Έτσι αποφάσισα να σας αφιερώσω δυο μικρά κείμενα από κάποιον άλλο εξίσου σημαντικό συγγραφέα, λίγο πιο βόρεια, γνωστό στην Ελλάδα κυρίως από τα θεατρικά του έργα: τον Sławomir Mrożek.
Στα ελληνικά έχουν δημοσιευθεί:
— από τις εκδόσεις Δωδώνη
Εμιγκρέδες, Δεύτερη υπηρεσία, Το συμβόλαιο˙
—από τις εκδόσεις Γράμματα
Ο ελέφαντας˙
—από τις εκδόσεις Ηριδανός
Τάνγκο.
Θα διαβάσετε λοιπόν δύο μικρά διηγήματα —«Ένα μπουκάλι στη θάλασσα» και «Ελπίδα»— που προέρχονται από το βιβλίο «Το Δέντρο, Νουβέλες 1».
Οι δυο πρωταρχικοί λόγοι που με οδήγησαν να επιλέξω τον Sławomir Mrożek είναι ότι, πρώτον, δεν ξέρω καθόλου πολωνέζικα, και έτσι έκανα μία μετα-μετάφραση από την γαλλική έκδοση της μετάφρασης από τα πολωνέζικα του André Kozimor (οι μεταφραστές είναι περίεργα όντα, δεν χρειάζεται, νομίζω, διευκρίνιση και τους αρέσουν οι παραξενιές). Δεύτερον, ο Mrożek έπαθε κάτι που αποτελεί το άκρον άωτον του άγχους για τους μεταφραστές: μετά από ένα εγκεφαλικό επεισόδιο, ξέχασε όλες τις γλώσσες που ήξερε, συμπεριλαμβανομένης και της μητρικής του. Και μετά την ανάρρωσή του, κατόρθωσε να τις μάθει πάλι από την αρχή!
Κι επειδή πάντοτε πίσω από έναν άντρα βρίσκεται μία σημαντική γυναίκα, θέλω να ευχαριστήσω την πολύτιμη φίλη μου Α. για την επιμέλεια (για να γλιτώσετε από τις γαλλικούρες μου).
Το «Μπουκάλι στη Θάλασσα» θα ριχτεί στο νήμα κάποια απ' αυτές τις ημέρες, ανάλογα με τον προγραμματισμό των διαχειριστών. Και θα ακολουθήσει η «Ελπίδα», γιατί στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, ελπίδα και γέλιο είναι απαραίτητα για την επιβίωση.
Ένα βιογραφικό σημείωμα στην ιστοσελίδα των εκδόσεων L’Arche αναφέρει τα εξής:
Ο Sławomir Mrożek [swavɔmˈir mrɔʐ̠ˈɛk] γεννήθηκε το 1930 στο Borzęcin, κοντά στην Κρακοβία. Ο πατέρας του ήταν ταχυδρομικός υπάλληλος. Στα βιογραφικά σημειώματά του αναφέρεται συνήθως ότι έκανε σπουδές αρχιτεκτονικής, ιστορίας τέχνης και ανατολικών γλωσσών, που ο ίδιος διαψεύδει κατηγορηματικά: «Δεν σπούδασα καθόλου. Είναι αλήθεια ότι άρχισα να σπουδάζω αρχιτεκτονική, αλλά τα παράτησα μετά από έξι μήνες. Μετά σπούδασα καλές τέχνες για δυο βδομάδες πριν τα παρατήσω. Είναι αλήθεια επίσης ότι άρχισα να σπουδάζω ανατολικές γλώσσες. Ήμουν έτοιμος να κάνω τη θητεία μου στο στρατό, στον κομουνιστικό στρατό, κι αυτή η ιδέα ήταν για μένα τελείως επαχθής. Όσο ήμουν φοιτητής, μπορούσα να ξεφύγω. Να σε τι χρησίμευσαν οι σπουδές μου ανατολικών γλωσσών. Ήταν το μόνο τμήμα του Πανεπιστημίου που με είχε δεχθεί. Στην πραγματικότητα, δεν σπούδασα τίποτα απολύτως. Λυπάμαι που δεν σπούδασα φιλοσοφία, λόγου χάρη. Δεν είμαι και πολύ υπερήφανος για τον εαυτό μου.»
Από το 1950, εκδίδει τα πρώτα σατιρικά και γελοιογραφικά σκίτσα του στον πολωνικό τύπο, αρχίζοντας ταυτόχρονα να γράφει μικρές νουβέλες, με τις οποίες γελοιοποιεί με μία δηκτική ειρωνεία τους παραλογισμούς της καθημερινής ζωής υπό το κομουνιστικό καθεστώς και τα μετα-ρομαντικά στερεότυπα του πολωνικού φανταστικού κόσμου. Πολύ γρήγορα, η διπλή δραστηριότητά του, γραφιστική και λογοτεχνική, του δίνει μία σημαντική διασημότητα, τόσο ώστε το επώνυμό του μπαίνει στην κοινή γλώσσα για να χαρακτηρίσει μία κατάσταση ιδιαίτερα παράλογη ή γελοία, που περιγράφεται ως «κατευθείαν βγαλμένη από τον Mrożek». Το 1958, συγκεντρώνει ένα πρώτο σύνολο από νουβέλες σε μία ανθολογία με τον τίτλο Ο Ελέφαντας, που θα γίνει η υποχρεωτική ανάγνωση χιλιάδων Πολωνών μαθητών. Ένας δεύτερος τόμος, Οι Κοντυλοφόροι, δημοσιεύεται τον επόμενο χρόνο.
Το 1956, δημοσιεύει το πρώτο θεατρικό του, Η Αστυνομία, έναν δραματικό μύθο που σκηνοθετεί τον κεντρικό ρόλο της αστυνομίας, ακόμη και της μυστικής αστυνομίας, σε ένα τέλειο ολοκληρωτικό Κράτος, μέσα στο οποίο όλοι οι αποκλίνοντες και άλλοι αντιπολιτευόμενοι έχουν μπει στη σειρά: για να δικαιολογήσει την ύπαρξή της και την αναγκαιότητά της εμπρός στην δημόσια γνώμη και στους ίδιους τους ανώτερούς της, η αστυνομία δημιουργεί από το μηδέν μία αντιπολίτευση —που αποτελείται, βεβαίως, από αστυνομικούς— εναντίον της οποίας θα μπορέσει να χρησιμοποιήσει όπως θέλει όλη την κατασταλτική της τεχνογνωσία. Το έργο ανεβαίνει το 1959 στη Βαρσοβία, πριν απαγορευθεί πολύ γρήγορα. Αλλά θα παιχθεί σε ολόκληρη την Ευρώπη. Στις αρχές τις δεκαετίας του εξήντα, ο Mrożek εγκαταλείπει την δημοσιογραφία και γράφει σε μικρό διάστημα οχτώ θεατρικά μονόπρακτα, μικρές παραβολές καυστικού χιούμορ, που θα δυσκολευτεί πολύ να ανέβουν στην Πολωνία, αλλά που θα παιχθούν σε πολλά ευρωπαϊκά θέατρα, πριν επαναληφθούν πολλές φορές σε καφεθέατρα.
Κουρασμένος από τους μπελάδες που του επιβάλλει ασταμάτητα το καθεστώς παρά το γεγονός —ή εξαιτίας— της δημοτικότητάς του, αποφασίζει να φύγει από την κομουνιστική Πολωνία το 1963 και να εγκατασταθεί στην Ιταλία. Η διασημότητά του αρχίζει να εξαπλώνεται σε όλη τη Δυτική Ευρώπη: το 1963, τα έργα του δημοσιεύονται σε τρεις τόμους στη Γερμανία και τον επόμενο χρόνο του απονέμεται το Βραβείο μαύρου χιούμορ για την γαλλική έκδοση του Ελέφαντα. Το 1964, δημοσιεύει το Τάνγκο, πολύπλοκο και μεγαλεπήβολο θεατρικό που μαρτυρεί την σύγχυση μίας γενιάς εμπρός στο κενό μετά από την κατάρρευση των παλιών αξιών: ένας επαναστατημένος έφηβος επιβάλλει στους γονείς του, απογοητευμένους προοδευτικούς, μία βίαιη επιστροφή στις παλιές αστικές αρχές. Ταυτόχρονα αντιαστική σάτιρα και αντισταλινική φάρσα, δηλαδή σε ολοκληρωτική αρμονία με το πνεύμα της εποχής ακριβώς πριν από το εξήντα οχτώ, το έργο θα του χαρίσει την πρώτη του μεγάλη διεθνή επιτυχία, αλλά θα έχει επίσης μία σημαντική απήχηση στη Πολωνία, όπου θα το ανεβάσει ο Erwin Axer στο Teatr Wspólczesny της Βαρσοβίας και ο Jerzy Jaracku στο Teatr Stary της Κρακοβίας. Το Τάνγκο παραμένει μέχρι σήμερα το διασημότερο και το πιο πολυπαιγμένο θεατρικό του Mrożek.
Το 1968, κατά τη διάρκεια των γεγονότων του Μάη, μετακομίζει στο Παρίσι. Τον Αύγουστο, όταν τα σοβιετικά και πολωνικά στρατεύματα του Συμφώνου της Βαρσοβίας εισβάλλουν στην Τσεχοσλοβακία για να καταστείλουν την «Άνοιξη της Πράγας», δηλώνει δημόσια την αντίθεσή του σε αυτό το πραξικόπημα. Χάνει αμέσως την υπηκοότητά του και τα έργα του απαγορεύονται στην Πολωνία. Λαμβάνει την ιδιότητα του πολιτικού πρόσφυγα στη Γαλλία, και την υπηκοότητα το 1973. Από το 1972, τα απαγορευτικά μέτρα εναντίον του θα αποσυρθούν προοδευτικά στην Πολωνία, αλλά ο Mrożek δεν θα σταματήσει να επικρίνει σκληρά το καθεστώς και γίνεται έτσι από το 1975 ο πρώτος διαφωνών που ανέχονται σιωπηρά οι αρχές.
Στη Γαλλία τα θεατρικά έργα του Mrożek, που κατατάχθηκαν για ευκολία στο «θέατρο του παραλόγου», συναντούν την θερμότερη υποδοχή. Πριν ακόμη φτάσει, πολλά από τα έργα του έχουν ήδη παιχτεί, ιδίως τα μικρά μονόπρακτά του, Strip-tease, Bertrand και Στο πέλαγος, που ανέβηκαν στο Théâtre de Poche το 1966 από τον Antoine Bourseiller. Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Laurent Terzieff θα συμβάλει περισσότερο στην διασημότητα του δραματικού έργου του Mrożek. Το 1967, ανεβάζει το Τάνγκο στο Théâtre de Lutèce. Θα ακολουθήσουν Το κεντρί του καμπούρη το 1979, Η πρεσβεία το 1983, Με τα πόδια το 1987. Και δημιουργεί τον ρόλο του AA στους Εμιγκρέδες, σε σκηνοθεσία Roger Blin (πρεμιέρα στις 24 Οκτωβρίου 1974 στην μικρή αίθουσα του Théâtre d’Orsay).
Τον Δεκέμβρη του 1989, την ίδια ώρα που η Πολωνία παίρνει τον δρόμο της δημοκρατίας —επανορθώνεται ο συνδικαλιστικός πλουραλισμός, καταργείται ο ηγετικός ρόλος του κόμματος— ο Mrożek φεύγει από την Ευρώπη για να εγκατασταθεί στο Μεξικό, όπου, σύμφωνα με τα λόγια του, θα ζήσει «σαν ερημίτης». Παρά την απόσταση, παραμένει ωστόσο στενά συνδεδεμένος με την Γηραιά Ήπειρο. Έτσι γράφει απευθείας στα γαλλικά Ο έρωτας στην Κριμαία, τραγική κωμωδία σε τρεις πράξεις, ιστορία της Ρωσίας στον 20[SUP]ο[/SUP] αιώνα, που ανέβασε ο Jorge Lavelli στο Théâtre national de la Colline το 1994.
Το 1997, υιοθετείται ένα νέο Σύνταγμα στην Πολωνία και οι βουλευτικές εκλογές επικυρώνουν την επιστροφή στην εξουσία των κομμάτων που προέρχονται από τη Solidarność. Μετά από τριάντα τρία χρόνια εξορίας, ο Mrożek επιστρέφει στη χώρα του. Από τότε, ζει στην Κρακοβία και δημοσιεύει τακτικά, όπως στην αρχή της καριέρας του, σατιρικά σκίτσα και άρθρα στην Gazeta Wyborcza, την σημαντικότερη ημερήσια εφημερίδα της Πολωνίας. Εις το εξής αναγνωρισμένος χωρίς υστεροβουλίες ως ο μεγαλύτερος μεταπολεμικός Πολωνός θεατρικός συγγραφέας, του απονεμήθηκαν πολυάριθμα βραβεία και οι εκδηλώσεις που οργανώνονται προς τιμή του έργου του και της προσωπικότητάς του πολλαπλασιάζονται σε ολόκληρη τη χώρα.