Είδα χτες μια ταινία του 1997, την αγγλική Fever Pitch, μια από τις παλιότερες και λιγότερο γνωστές του Κόλιν Φερθ, που προβλήθηκε λίγο αφότου έγινε ευρύτερα γνωστός ως Ντάρσι στη σειρά Pride and Prejudice.
Για τους σινεφίλ: Η ταινία έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους φίλους του αγγλικού ποδοσφαίρου. Είναι η ιστορία ενός οπαδού της Άρσεναλ, της σχέσης του με μια συνάδελφό του και πώς αυτή η σχέση καθορίζεται από τη μανία του για τη μπάλα. Κλου της ταινίας ο θρυλικός τελικός Λίβερπουλ-Άρσεναλ που έκρινε το πρωτάθλημα του 1988-89.
Στο τελευταίο λεπτό της ταινίας ακούω τον Φερθ να λέει:
Hah! He has the reputation of being mean and dour and unapproachable.
Και εκείνο το dour το προφέρει ντουρ, /ˈdʊə/, ενώ εγώ τόσα χρόνια το λέω ντάουρ (εντάξει, δεν είναι και καμιά λέξη ψωμοτύρι). Πριν σπεύσω να κάνω αρνητικές σκέψεις για τα αγγλικά του Φερθ, τρέχω σε κάποιες αγαπημένες πηγές και ανακαλύπτω ότι αυτή είναι η πιο συνηθισμένη προφορά της λέξης. Τόσο στα βρετανικά όσο και στα αμερικάνικα αγγλικά. Είναι από τις καταραμένες λέξεις που έχουν πάνω από μία «επίσημη» (canonical) προφορά (για να μην αναφερθούμε σε ντοπιολαλιές). Και μιλάω για variants, για alternative pronunciations και όχι για διαφορετικά αξάν.
Τέτοιες τρικλοποδιές της προφοράς αγγλικών λέξεων δεν είναι μια και δυο. Αρχίζουν με τις διαφορές σε βρετανική και αμερικάνικη προφορά, του είδους tomato, route, neither, vase. Μουσικό διάλειμμα:
Περνάμε σε ταξικές διαφορές, λόγιες ή επιτηδευμένες και λαϊκές προφορές (χωρίς καν να πάμε σε κόκνεϊ). Σε ομόγραφα με διαφορετική προφορά (heteronyms, όπως bass, does, dove, lead, live, row, sow, tear, wind και άλλα). Σε αυτή την κατηγορία έχουμε και πολλές λέξεις που αλλάζουν νόημα ανάλογα με τον τονισμό (π.χ. refuse, subject, record) ή δεν αλλάζουν νόημα, αλλά μπορεί απλώς να έχουν δύο διαφορετικούς τονισμούς (π.χ. adult, address).
Με είχε εντυπωσιάσει το Longman Pronunciation Dictionary, που κυκλοφόρησε το 1990. Είχε χρησιμοποιήσει μια επιτροπή 275 φυσικών ομιλητών που τους έβαλε να πουν καμιά εκατοστή λέξεις με δύο διαφορετικές προφορές για να δώσει ένα δείγμα της ρευστότητας, π.χ. communal Preference poll, British English: ˈ--- 68%, -ˈ-- 32%. Οι δύο στους τρεις το τόνιζαν κόμιουναλ και ο ένας στους τρεις κομιούναλ.
Αυτά τα πράγματα με απασχόλησαν όταν δίδασκα και όταν έγραφα την προφορά σε λεξικογραφικές δουλειές ή μαθητικά βοηθήματα. Δεν είναι το ίδιο σημαντικά για τον μεταφραστή.
Ερώτημα: Πότε ενδιαφέρει η προφορά τον μεταφραστή;
Υποσημειώσεις:
1. Στο διαδικτυακό λεξικό Longman (και στο Longman Pronunciation) αναγράφονται οι δύο προφορές /dʊə, ˈdaʊə/ αλλά στα ηχητικά και οι δύο προφορές είναι ντάουρ.
2. Γέλασα πολύ χτες όταν διάβασα σε μια ελληνική κριτική της σειράς Bridgerton:
Πρόκειται για μια εξαιρετικά πλούσια και θεαματική (σε ντεκόρ και κοστούμια) σαπουνόπερα, με δεκάδες λευκούς και έγχρωμους ηθοποιούς, που δεν θυμίζουν άγγλους ευγενείς (η αμερικανική κοψιά και προφορά, δεν αντέχονται), αλλά τους υποδύονται κάνοντας απέλπιδες προσπάθειες, μέσα σε πύργους και εντυπωσιακά σαλόνια με τους πιο απίθανους ενδυματολογικούς και αρχιτεκτονικούς συνδυασμούς.
Η αλήθεια είναι ότι οι βρετανικές προφορές (εδώ «αξάν») σού τρυπάνε τα αφτιά και το βασικό καστ είναι άτομα γεννημένα σε Λονδίνο, Οξφόρδη και Κέιμπριτζ!
Για τους σινεφίλ: Η ταινία έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τους φίλους του αγγλικού ποδοσφαίρου. Είναι η ιστορία ενός οπαδού της Άρσεναλ, της σχέσης του με μια συνάδελφό του και πώς αυτή η σχέση καθορίζεται από τη μανία του για τη μπάλα. Κλου της ταινίας ο θρυλικός τελικός Λίβερπουλ-Άρσεναλ που έκρινε το πρωτάθλημα του 1988-89.
Στο τελευταίο λεπτό της ταινίας ακούω τον Φερθ να λέει:
Hah! He has the reputation of being mean and dour and unapproachable.
Και εκείνο το dour το προφέρει ντουρ, /ˈdʊə/, ενώ εγώ τόσα χρόνια το λέω ντάουρ (εντάξει, δεν είναι και καμιά λέξη ψωμοτύρι). Πριν σπεύσω να κάνω αρνητικές σκέψεις για τα αγγλικά του Φερθ, τρέχω σε κάποιες αγαπημένες πηγές και ανακαλύπτω ότι αυτή είναι η πιο συνηθισμένη προφορά της λέξης. Τόσο στα βρετανικά όσο και στα αμερικάνικα αγγλικά. Είναι από τις καταραμένες λέξεις που έχουν πάνω από μία «επίσημη» (canonical) προφορά (για να μην αναφερθούμε σε ντοπιολαλιές). Και μιλάω για variants, για alternative pronunciations και όχι για διαφορετικά αξάν.
Τέτοιες τρικλοποδιές της προφοράς αγγλικών λέξεων δεν είναι μια και δυο. Αρχίζουν με τις διαφορές σε βρετανική και αμερικάνικη προφορά, του είδους tomato, route, neither, vase. Μουσικό διάλειμμα:
Περνάμε σε ταξικές διαφορές, λόγιες ή επιτηδευμένες και λαϊκές προφορές (χωρίς καν να πάμε σε κόκνεϊ). Σε ομόγραφα με διαφορετική προφορά (heteronyms, όπως bass, does, dove, lead, live, row, sow, tear, wind και άλλα). Σε αυτή την κατηγορία έχουμε και πολλές λέξεις που αλλάζουν νόημα ανάλογα με τον τονισμό (π.χ. refuse, subject, record) ή δεν αλλάζουν νόημα, αλλά μπορεί απλώς να έχουν δύο διαφορετικούς τονισμούς (π.χ. adult, address).
Με είχε εντυπωσιάσει το Longman Pronunciation Dictionary, που κυκλοφόρησε το 1990. Είχε χρησιμοποιήσει μια επιτροπή 275 φυσικών ομιλητών που τους έβαλε να πουν καμιά εκατοστή λέξεις με δύο διαφορετικές προφορές για να δώσει ένα δείγμα της ρευστότητας, π.χ. communal Preference poll, British English: ˈ--- 68%, -ˈ-- 32%. Οι δύο στους τρεις το τόνιζαν κόμιουναλ και ο ένας στους τρεις κομιούναλ.
Αυτά τα πράγματα με απασχόλησαν όταν δίδασκα και όταν έγραφα την προφορά σε λεξικογραφικές δουλειές ή μαθητικά βοηθήματα. Δεν είναι το ίδιο σημαντικά για τον μεταφραστή.
Ερώτημα: Πότε ενδιαφέρει η προφορά τον μεταφραστή;
Υποσημειώσεις:
1. Στο διαδικτυακό λεξικό Longman (και στο Longman Pronunciation) αναγράφονται οι δύο προφορές /dʊə, ˈdaʊə/ αλλά στα ηχητικά και οι δύο προφορές είναι ντάουρ.
dour | meaning of dour in Longman Dictionary of Contemporary English | LDOCE
dour meaning, definition, what is dour: serious, never smiling, and unfriendly: Learn more.
www.ldoceonline.com
2. Γέλασα πολύ χτες όταν διάβασα σε μια ελληνική κριτική της σειράς Bridgerton:
Πρόκειται για μια εξαιρετικά πλούσια και θεαματική (σε ντεκόρ και κοστούμια) σαπουνόπερα, με δεκάδες λευκούς και έγχρωμους ηθοποιούς, που δεν θυμίζουν άγγλους ευγενείς (η αμερικανική κοψιά και προφορά, δεν αντέχονται), αλλά τους υποδύονται κάνοντας απέλπιδες προσπάθειες, μέσα σε πύργους και εντυπωσιακά σαλόνια με τους πιο απίθανους ενδυματολογικούς και αρχιτεκτονικούς συνδυασμούς.
Η αλήθεια είναι ότι οι βρετανικές προφορές (εδώ «αξάν») σού τρυπάνε τα αφτιά και το βασικό καστ είναι άτομα γεννημένα σε Λονδίνο, Οξφόρδη και Κέιμπριτζ!